Categories: FeaturedΔΙΕΘΝΗ

Γιατί δεν είναι τόσο κακό να φοβάσαι τους τρομοκράτες

Συχνά η συζήτηση γυρίζει γύρω από το φόβο. Τον φόβο, τον οποίο εμείς έχουμε νικήσει: είναι ο φόβος μπροστά στην τρομοκρατία. Πρόσφατα το περιοδικό Spiegel έγραφε στο εξώφυλλό του απευθυνόμενο προς τους Τζιχαντιστές: «Εσείς θέλετε να me φοβίσετε. Ξεχάστε το!». Σε κείμενο μίας νεαρής συγγραφέα στην εφημερίδα Die Zeit διάβαζε κανείς τη γενναία άποψη, ότι η τρομοκρατία είναι για τη νέα γενιά ένα κομμάτι της καθημερινότητας. Ο υπέρτιτλος του άρθρου ήταν «Δεν φοβόμαστε». Ένας δημοσιογράφος από το Ντίζελντορφ έστησε μία ιστοσελίδα με το ίδιο όνομα, όπου οποιοσδήποτε μπορεί να τοποθετηθεί ενάντια στην υστερία που κυριαρχεί γύρω από την τρομοκρατία.

Οι παραπάνω απόψεις απηχούν τον τρόπο με τον οποίο οι Γάλλοι αντέδρασαν στα τρομοκρατικά χτυπήματα που έπληξαν το Παρίσι. Πρόκειται για τα πλακάτ των κατοίκων του Παρισιού, όπου ήταν γραμμένη η φράση «Ούτε καν φοβάμαι», πρόκειται για τα λόγια του πρωθυπουργού της Γαλλίας, ο οποίος συνέχαιρε τους Γάλλους πολίτες που δεν επέτρεψαν στα τρομοκρατικά χτυπήματα να κάμψουν το ηθικό τους.

https://twitter.com/manuelvalls/status/667827624291397636

Στο ίδιο κλίμα κινούνταν και το πρώτο μετά το τρομοκρατικό χτύπημα στο Παρίσι εξώφυλλο του περιοδικού Charlie Hebdo, όπου διάβαζε κανείς: «Έχουν τα όπλα. Σκατά στα μούτρα τους, εμείς έχουμε τη σαμπάνια!». 

Το εξώφυλλο του Charlie Hebdo μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις στο Παρίσι.

Οι αντιδράσεις αυτές είναι κατανοητές και σε ένα πρώτο επίπεδο υγιείς. Αυτό που συνέβη στο Παρίσι ήταν τόσο άσχημο, που όλοι πρέπει να προσέξουμε, ώστε να μην μας καταβάλει. Πόσο μάλλον εκείνοι, που ζουν στην πόλη του Παρισιού. Η κοινωνία θέλει με αυτή την αντίδραση να στείλει ένα μήνυμα στους τρομοκράτες: «Για δείτε, δεν μπορείτε να μας καταστρέψετε».

Όμως αυτή η έλλειψη φόβου ενέχει μέσα της κάτι το παράξενο. Είμαστε πράγματι τόσο γενναίοι; Μήπως στην πραγματικότητα προβαίνουμε σε μία συλλογική αντίδραση που δεν οφείλεται στη γενναιότητα, αλλά το πείσμα και την ανασφάλεια; Σε αυτή την περίπτωση, η εναλλακτική θα ήταν να φοβόμαστε την τρομοκρατία. Και δεν υπάρχει κανένα συναίσθημα δυσκολότερα διαχειρίσιμο από τον φόβο.

Εδώ όμως μπορεί να εμφιλοχωρήσει μία παρανόηση, καθώς ο φόβος είναι ένα συναίσθημα κατά βάση χρήσιμο. Είναι ένας φυσικός μηχανισμός προστασίας, μία πτυχή του αισθήματος αυτοσυντήρησης, το οποίο μας βοηθάει να αναγνωρίζουμε και να αντιμετωπίζουμε επικίνδυνες καταστάσεις. Ο φόβος αποτελεί ένα φυσιολογικό συναίσθημα και μόνο τότε αποτελεί πρόβλημα, όταν γεννιέται χωρίς κάποια αιτία, παραλύοντας την βούληση του υποκειμένου.

Όταν, λοιπόν, κάποιος φοβάται, επειδή βλέπει όλους τους πρόσφυγες ως δυνάμει τρομοκράτες, τότε μπορούμε να πούμε ο φόβος του είναι αδικαιολόγητος. Όταν όμως κάποιος νιώθει φόβο, επειδή μία ευρωπαϊκή πρωτεύουσα δέχτηκε δύο τρομοκρατικά χτυπήματα σε ένα χρόνο, τότε αλλάζει το πράγμα. Το αίσθημα του φόβου βασίζεται πλέον σε γεγονότα. Σε αυτή την περίπτωση, δεν θα πρέπει να θεωρούμε αδικαιολόγητο το φόβο απέναντι στην τρομοκρατία. Ίσως μάλιστα το αίσθημα το φόβου να είναι αντίδραση σοφότερη από εκείνη που έχει επιλέξει μέχρι σήμερα η Ευρώπη.

Το ζήτημα του φόβου μετά τα τρομοκρατικά χτυπήματα στο Παρίσι έγκειται στο ότι θεωρούμε πως έχουμε δύο τρόπους να αντιδράσουμε ενώπιον της τρομοκρατίας: ή να τρέξουμε πανικόβλητοι ή να δείξουμε τη «αστείρευτη γενναιότητά» μας απέναντί του. Και οι δύο αντιδράσεις είναι ακραίες και, ως εκ τούτου, λανθασμένες.

Κανείς άνθρωπος δεν μπορεί να ζήσει υπό τη συνεχή πίεση του φόβου. Αυτό δείχνει το παράδειγμα τον Orange Alerts στις ΗΠΑ. Πρόκειται για ένα σύστημα, που επιχειρεί να διεγείρει στους ανθρώπους το αίσθημα του φόβου, ώστε να παραμένουν σε εγρήγορση. Το σύστημα λειτουργεί, προκαλώντας ωστόσο με το πέρασμα του χρόνου ένα πρόβλημα: οι άνθρωποι νιώθουν συνεχώς ότι πρέπει να κάνουν κάτι για να προστατευθούν. Καθώς δεν υπάρχει καμία συγκεκριμένη απειλή, αρχίζουν να αναπτύσσουν περίεργες συμπεριφορές, όπως το να συγκεντρώνουν υπερβολικές ποσότητες τροφίμων ή να επιτίθενται σε άτομα που τους φαίνονται ύποπτα.

Αυτού του είδους οι συμπεριφορές κάνουν πολλούς ψυχολόγους να υποστηρίζουν ότι τέτοιου συστήματα θα πρέπει «να προσαρμόζονται στην πραγματικότητα»: ο άνθρωπος θα πρέπει να ξέρει, γιατί και σε ποιο βαθμό θα πρέπει να φοβάται. Από αυτό προκύπτει ότι υπό τέτοιες συνθήκες μπορούμε να συνεχίζουμε να απολαμβάνουμε τον καφέ μας στην πλατεία, ή να πηγαίνουμε σε συναυλίες. Οι πιθανότητες να πέσουμε πάνω σε ένα τρομοκράτη σε αυτές τις περιπτώσεις είναι ελάχιστες. Ίσως θα πρέπει να φοβόμαστε περισσότερο εκείνον που έχει πιει κάτι παραπάνω από όσο αντέχει.

Οι επιθέσεις στο Παρίσι είχαν ακόμη μία σημαντική διάσταση: κατέρριψαν την αντίληψη ότι η εξωτερική πολιτική είναι κάτι που λαμβάνει χώρα και αναπτύσσεται μακριά από τις κοινωνίες μας, χωρίς να επηρεάζει στο ελάχιστο την καθημερινότητά μας. Θα μπορούσαμε, για παράδειγμα, να συνεχίζουμε να αντιμετωπίζουμε τους πρόσφυγες από τη Συρία και το Ιράκ ως πρόβλημα «των άλλων» και όχι δικό μας. Όμως οι επιθέσεις στο Παρίσι κατέδειξαν πως πρόκειται καταφανώς και για δικό μας πρόβλημα. Η ψευδαίσθηση ότι ο κόσμος μας απέχει έτη φωτός από εκείνον της Μέσης Ανατολής αποτελεί παρελθόν.

Η συνειδητοποίηση των παραπάνω προϋποθέτει μία καλύτερη αντίδραση από εκείνη της «τυφλής γενναιότητας». Είναι παιδιάστικο να λέμε ότι βιώνουμε εκ νέου τις αρχές του ελεύθερου πολιτισμού μας, επειδή απλώς πίνουμε μπίρα και κάνουμε ψώνια. Δεν είναι δείγμα θάρρους, είναι δείγμα ελαφρότητας. Ακόμη, η επιδεικτική έλλειψη φόβου προκαλεί ένα συναισθηματικό σχήμα «εμείς εναντίον αυτών», το οποίο με τη σειρά του οξύνει ακόμη περισσότερο την κατάσταση. Είναι σημαντικό να το καταλάβουμε αυτό, καθώς η ψυχολογία αποτελεί ακριβώς το σημαντικότερο όπλο της τρομοκρατίας.

Οι τρομοκράτες έχουν περιορισμένους πόρους. Μπορούν να χτυπήσουν συγκεκριμένους στόχους, το πολύ κάποιες εκατοντάδες ανθρώπους. Η βασική, οικουμενική τους επιδίωξη στοχεύει στην ψυχή των ανθρώπων. Πέρα από την απώλεια ανθρωπίνων ζωών, οι τρομοκράτες θέλουν να μας επηρεάσουν ψυχικά, επιβάλλοντάς μας μέσα από τις επιθέσεις τους έναν τρόπο σκέψης που θα αναγνωρίζει μόνο «άσπρο και μαύρο», έναν τρόπο σκέψης που θα μας καλεί να θέσουμε τον ελεύθερο τρόπο σκέψης μας απέναντι στις αξίες των «άλλων».

Ο Αμερικανός ψυχολόγος Ρόμπερτ Φάιερστοουν έχει αποκαλέσει αυτή τη δυναμική ως Fantasy Bond: «Οι συμμετέχοντες διακατέχονται από μία συλλογική ψευδαίσθηση, που επικοινωνεί ένα ψεύτικο αίσθημα ασφάλειας και αθανασίας. Διαγράφεται μία ξεκάθαρη τάση ωραιοποίησης της εσωτερικής ομάδας, οποιαδήποτε αρνητική πτυχή ή αστοχία της τελευταίας μένει στο περιθώριο. Τα μέλη της ομάδας καλλιεργούν μία εχθρική στάση στην εξωτερική ομάδα, στους άλλους».

Tο αίσθημα αλληλεγγύης και ασφάλειας για την ομάδα στην οποία ανήκουμε αναπτύσσεται και επηρεάζει αρνητικά τη σχέση μας με τους ανθρώπους άλλων εθνοτήτων, θρησκειών και πεποιθήσεων. «Το φαινόμενο αυτό αποτελεί πρόδρομο καταπιεστικών και επικίνδυνων μορφών πόλωσης αντίθετων ιδεολογικών συστημάτων», προσθέτει ο Φάιερστοουν.

Η ειρωνεία βρίσκεται στο ότι και τα μέλη του Ισλαμικού Κράτους διακατέχονται από το Fantasy Bond. Η ψυχολογική πίεση που ασκούν μέσω των τρομοκρατιών τους δράσεων «ανεγείρει τοίχους» που ανταποκρίνονται στη δική τους αντιδημοκρατική ιδεολογία. Στόχος του ISIS είναι να υιοθετήσουν οι αντίπαλοί του τη μισαλλοδοξία που το ίδιο τρέφει για τους άλλους.

Είναι σημαντικό να αντιμετωπίσουμε τον φόβο που μας προκαλεί η τρομοκρατία με τρόπο διαφορετικό από εκείνον που επιθυμεί το Ισλαμικό Κράτος. Ο Ισραηλινός ψυχίατρος Όντεντ Άρμπελ, που ειδικεύεται στις περιπτώσεις ανθρώπων που αντιμετωπίζουν το φόβο της τρομοκρατίας ως μία καθημερινή πραγματικότητα, αναφέρει σχετικά: «Ο άνθρωπος δεν μπορεί να αποφασίσει αν φοβάται ή όχι. Μπορεί μόνο να αποφασίσει, πώς θα τον αντιμετωπίσει. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος γύρω από το φόβο βρίσκεται στο ότι μπορούμε να τον αποφύγουμε. Τότε ο φόβος γίνεται κάτι σαν τον καρκίνο, αναπτύσσεται και επεκτείνεται. Για την αντιμετώπισή του απαιτείται να βρεθούν δημιουργικές λύσεις, με τις οποίες θα προσπαθήσουμε να βοηθήσουμε τους άλλους ανθρώπους».

Όπως είπε και ο συγγραφέας Τζέιμς Νέιλ Χόλινγκγορθ: «Θάρρος δεν είναι η απουσία του φόβου, αλλά η συνειδητοποίηση, ότι υπάρχει κάτι που είναι σημαντικότερο από εκείνον».

Μια φορά την εβδομάδα η Popaganda θα φιλοξενεί ένα κείμενο του Krautreporter.de, του πρώτου ανεξάρτητου Γερμανικού online περιοδικού που δημιουργήθηκε και χρηματοδοτείται αποκλειστικά από τους αναγνώστες συγκεντρώνοντας 1.2 εκατομμύρια ευρώ με την διαδικασία του crowd-funding. Αντίστοιχα το Krautreporter αναδημοσιεύει και θα αναδημοσιεύει περιεχόμενο απο την Popaganda και τη FOSPHOTOS. Το κείμενο και οι φωτογραφίες δημοσιεύτηκαν αρχικά στο krautreporter.de με τον τίτλο «Du hast Angst? Okay»
KRAUTREPORTER

Share
Published by
KRAUTREPORTER