Αν δεν είσαι Καλλιθιώτης και τυχαίνει να περνάς έξω από τη σκεπαστή αγορά της Καλλιθέας ή αλλιώς «αγορά των Ποντίων», υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να την προσπεράσεις. Η κεντρική της είσοδος βρίσκεται στον αριθμό 5 της οδού Πλάτωνος, στην καρδιά του πολυπληθούς νοτίου προαστίου και η έξοδός της στην οδό Γρυπάρη. Και οι δύο δρόμοι βρίθουν από δεκάδες μικρά μαγαζάκια με είδη προικός, μπαχαρικά, βιβλιοπωλεία και σούπερ μάρκετ τα οποία αγκαλιάζουν περιμετρικά το οικοδομικό τετράγωνο που καλύπτει η αγορά, με τη βαβούρα που συνεπάγεται το εμπορικό κέντρο κάθε περιοχής. Έτσι, κάποιο μεγάλο φορτηγό που επιτελεί κάποια παράδοση ή διπλοπαρκαρισμένα αυτοκίνητα – σήμα κατατεθέν, χρόνια τώρα, της οδικής συμπεριφοράς των Καλλιθιωτών – μπορεί να κρύψουν από το βλέμμα σου τον μικρόκοσμο της, μοναδικής στο είδος της, συνοικιακής αγοράς της Αθήνας.
Μετά τη μικρασιατική καταστροφή πάνω από 20.000 πρόσφυγες έφτασαν στην περιοχή της Καλλιθέας, στην πλειονότητά τους Καππαδόκες, Κωνσταντινουπολήτες, Μικρασιάτες και Πόντιοι. Οι τελευταίοι, αγόρασαν το 1956 το οικόπεδο που σήμερα στεγάζεται η αγορά. Αφού το χώρισαν σε ισάριθμα κομμάτια, ο καθένας τους πήρε από ένα με κλήρο. Από τότε τα περισσότερα καταστήματα περνούν από γενιά σε γενιά, αλλά αρκετά έχουν ενοικιαστεί ή πουληθεί σε τρίτους. Το κτίριο της αγοράς είναι κλασικό δείγμα προσφυγικής αρχιτεκτονικής. Είναι σκεπασμένη με ελενίτ και διαθέτει δύο ορόφους. Ο πρώτος όροφος χτίστηκε το 1957 και αποτελεί τον αποθηκευτικό χώρο του κάθε καταστήματος (αν δηλαδή αγοράσεις ή νοικιάσεις ένα κατάστημα, παίρνεις μαζί και τον ακριβώς από πάνω χώρο στον πρώτο όροφο). Στον δεύτερο όροφο, που χτίστηκε μεταγενέστερα, βρίσκονται κοινόχρηστες τουαλέτες. Τα πρώτα φώτα της σκεπαστής αγοράς της Καλλιθέας ανάβουν στις 5 το πρωί και δεν κλείνουν πολύ πριν τις 8μιση το βράδυ.
Μπαίνοντας στην αγορά των Ποντίων αποκαλύπτεται ένα μωσαϊκό από χρώματα, μυρωδιές και ανθρώπους που τα επώνυμά τους τελειώνουν σε – ίδης, οι οποίοι συζητούν μεγαλόφωνα για κάθε λογής θέματα, όπως οι πολιτικές εξελίξεις ή τοπικά κουτσομπολιά. Τα περισσότερα από τα καταστήματα βρίσκονται στην αγορά για δεκαετίες και έχουν αποκτήσει φήμη που απλώνεται σε όλη την Αττική, καθώς κάτοικοι από διάφορες περιοχές του νομού, από σεφ μέχρι νοικοκυρές, «ταξιδεύουν» ως την Καλλιθέα για συγκεκριμένα προϊόντα.
Ένα από αυτά τα καταστήματα είναι και το πρατήριο αλλαντικών και τυροκομικών προϊόντων «Ακρόπολις», του κυρίου Περικλή Αντωνόπουλου, που εξάγει την περίφημη φέτα Βόνιτσας μέχρι και στο Χιούστον. Ο γιος του κυρίου Περικλή, Άρης Αντωνόπουλος έχει αναλάβει πλέον την επιχείρηση. «Ο πατέρας μου ξεκίνησε ως υπάλληλος του αλλαντοποιείου όταν ήταν 15 χρονών το ’65 ή το ’67 δε θυμάμαι καλά. Τότε το μαγαζί ανήκε στον Αναγνωστόπουλο και ο Νίκας – ο γνωστός – ήταν λογιστής του. Έπειτα πέρασε στα χέρια του πατέρα μου». Εκτός από τη διάσημη φέτα, από το κατάστημα του κυρίου Περικλή ξεχωρίζουν τα Μυκονιάτικα λουκάνικα με τη μυστική συνταγή, που γίνονται εξαιρετικά στα κάρβουνα ή σπετσοφάι.
Απέναντι ακριβώς βρίσκεται ο Ανδρέας Γκοράνης, ο επονομαζόμενος και «άνθρωπος μέλισσα». Ο μελισσοκόμος με βάση τα Καλάβρυτα διατηρεί το κατάστημα «Μελοπωλείο» στην αγορά της Καλλιθέας τα τελευταία δέκα χρόνια και στα λίγα τετραγωνικά που καλύπτει μπορείς να βρεις έναν πραγματικό μικρόκοσμο, όπως αυτόν της κυψέλης μιας μέλισσας. Σπάνιες ποικιλίες μελιού όπως ανθόμελο, καστανόμελο, άνθεων με ρείκι, κουμαριάς, πευκόμελο και τη βελούδινη κρέμα μελιού (ζήτα οπωσδήποτε να δοκιμάσεις μια κουταλιά). Θα βρεις ακόμα φρέσκο βασιλικό πολτό σε μπουκάλι ή βασιλοκύτταρα, κηρήθρες, νωπή γύρη (βόμβα ενέργειας ιδανική για γαρνιτούρα σε σαλάτες, δημητριακά ή γιαούρτι), πρόπολη ακατέργαστη ή σε βάμμα, βότανα, ξηρούς καρπούς και ένα ρακόμελο – βάλσαμο.
Συνεχίζοντας τη βόλτα θα συναντήσεις το ψαράδικο του «Γιάννη του Ρεθυμνιώτη», όπως είναι γνωστός στην αγορά, που προμηθεύεται ψάρια και θαλασσινά από τον Ατλαντικό εδώ και 30 χρόνια. Σταρ του ψυγείου του το χταπόδι από το Μαρόκο, που είναι νούμερο ένα στον κόσμο, όπως μου εξηγεί ο υπάλληλος του μαγαζιού Μιχάλης, αλλά και ο μαύρος αστακός. Πολύ γκουρμέ μου φαίνονται όλα αυτά, έτσι ρωτώ τον Μιχάλη, πόσο πάει ο αστακός που τόσο ένθερμα μου προτείνει να αγοράσω για να φτιάξω αστακομακαρονάδα με την δική του συνταγή. «46 ευρώ το κιλό, αλλά δεν είναι φιξ η τιμή του. Πέφτει το δολάριο, πέφτει και ο αστακός. Ανεβαίνει το δολάριο, αναβαίνει και ο αστακός!», χρηματιστήριο κανονικό τα θαλασσινά. Κι επειδή το ψάρι και τα μαλάκια δεν πάνε σκέτα, ακριβώς δίπλα στον πάγκο της Ιουλίας θα βρεις μεγάλη ποικιλία σε χορταρικά καλλιέργειας για να συνοδέψεις το πιάτο σου.
Από τα μεγαλύτερα μαγαζιά και από τα επίσης πιο διάσημα της αγοράς είναι το delicatessen των αδερφών Μπατανιάν, του Αρμένη με τα αξεπέραστα αλλαντικά. Ο παππούς Κασπάρ Μπατανιάν, έφερε πρώτος τον παστουρμά στην Ελλάδα από την Καισάρεια. Την παράδοση από γενιά σε γενιά συνεχίζουν σήμερα τα εγγόνια, Αράμ και Κασπάρ, τα οποία ξεκινώντας από ένα μικρό εργαστήρι στη Νίκαια έφτιαξαν μια εξελιγμένη μονάδα παραγωγής παστουρμά στη Βιομηχανική ζώνη του Κορωπίου. Αν γυρέψεις παστουρμά, σουτζούκι, καβουρμά, ατζούγιες, αλλά ακόμα και σαλιγκάρια, αυτό είναι το place to be.
Απέναντι από το Μπατανίαν βρίσκονται οι δίδυμοι, Πάνος και Μίλτος, το πιο ζωντανό μανάβικο της αγοράς, καθώς τα δύο αδέρφια δε σταματούν να συνδιαλέγονται με τα παρακείμενα σε αυτούς καταστήματα. Οι δίδυμοι κληρονόμησαν την επιχείρηση από τον πατέρα τους και βρίσκεται στα χέρια τους τα τελευταία 25 χρόνια. Την ώρα που περάσαμε εμείς από το μαγαζί πετύχαμε μονάχα τον Πάνο, περήφανο για τα σταφύλια – μέλι που εξασφάλισε και τα καρπούζια από την Ηλεία.
Δε γίνεται να φύγεις από την αγορά χωρίς κρέας και αυτό σημαίνει στάση στο κρεοπωλείο του Κυρ – Ηλία που μαζί με τους δύο γιους του προμηθεύει την Καλλιθέα με τα καθαρότερα κρέατα της Πελοποννήσου. Την ώρα που ο Ηλίας φιλετάριζε ένα κοτόπουλο, ο γιος του Κώστας μας πρότεινε να δοκιμάσουμε τα έτοιμα μπιφτέκια κοτόπουλο της βιτρίνας τους που είναι ζυμωμένα με φρέσκα υλικά από την αγορά.
Την Γρυπάρη έχει κλείσει ένα μεγάλο φορτηγό που δυσκολεύεται να διασχίσει το δρόμο καθώς το εμποδίζουν τα παρκαρισμένα αμάξια – είπαμε, στο bussy σύμπαν της Καλλιθέας, αυτό είναι καθημερινότητα. Κόρνες και φωνές φτάνουν ως το εσωτερικό της αγοράς και μερικά κεφάλια γυρνούν να δουν τι συμβαίνει. Σε δευτερόλεπτα έχουν επιστρέψει όλοι στις ασχολίες τους. Η αγορά της Καλλιθέας, σταθερή όσο λίγα πράγματα πια στο προάστιο, μοιάζει να είναι κλεισμένη σε μια τεράστια φούσκα, αλεξίσφαιρη και αδιαπέραστη σχεδόν από τα πάντα. Ακόμα και πέντε λεπτά να βρεθείς μέσα της, κόβοντας δρόμο από Πλάτωνος για Γρυπάρη ή το ανάποδο, ξεχνάς αμέσως την έννοια του χρόνου, αφήνεις τη μύτη σου να πλημμυρίσει οσμές και τα μάτια σου χρώματα.