Το 1982 εκδόθηκε για πρώτη φορά το βιβλίο «Φιλενάδα, φουντουκιά μου» της Αγγελικής Βαρελά. Η φουντουκιά αυτή, μέσα στην τσιμεντούπολη και τα σχέδια ανάπλασης, κινδύνεψε από μια μπουλντόζα. Ολόκληρη η γειτονιά ξεσηκώθηκε και προσπάθησε με πάθος να σώσει αυτό το ένα δέντρο. Κάπως έτσι, ένα παιδικό βιβλίο έγινε οικολογική συνείδηση στις νέες γενιές και η Φουντουκιά έγινε σύμβολο ελπίδας, συνεργασίας για έναν κοινό σκοπό και αγάπης για τη φύση, μέσα σε μια ατμόσφαιρα ανθρωπιάς και συγκίνησης.
Θα έλεγε κανείς ότι αυτή η ιστορία έρχεται σε πλήρη αντιδιαστολή με τον τρόπο που αντιμετωπίζουμε το δέντρο και το δάσος σήμερα και κατ’ επέκταση τις δασικές πυρκαγιές. Δεν υπάρχει μόνο πλήρης έλλειψη πρόληψης και σχεδίου, αλλά και μια παγερή αδιαφορία για τα πιο πολύτιμα δάση και οικολογικά συστήματα αυτής της χώρας που φιλοξενούν ζώα, μερικά εκ των οποίων δεν υπάρχουν πουθενά αλλού στον κόσμο.
Στο WWF Ελλάς κάνουν λόγο για το δεύτερο χειρότερο καλοκαίρι της νεότερης ιστορίας της χώρας μας, μετά από αυτό του 2007.
«Ως οργάνωση, αλλά και ως πολίτες αυτού του τόπου, είμαστε θλιμμένοι και εξοργισμένοι με αυτό που ζήσαμε με τις πυρκαγιές», δήλωσε ο Δημήτρης Καραβέλλας, γενικός διευθυντής του WWF Ελλάς στην πρόσφατη συνέντευξη τύπου της οργάνωσης και, αναφερόμενος στο δάσος της Δαδιάς, πρόσθεσε: «Με την απίστευτη πυρκαγιά στον Έβρο, κατέχουμε πλέον την πανευρωπαϊκή πρωτιά για τη μεγαλύτερη mega-πυρκαγιά, η οποία δεν συνέβη σε μια οποιαδήποτε τυχαία περιοχή, αλλά έχει κάψει ένα μοναδικό κομμάτι της ελληνικής και της ευρωπαϊκής φυσικής κληρονομιάς».
Ο Δημήτρης Καραβέλλας διακρίνει μια σειρά από παθογένειες και προβλήματα, τα ίδια κάθε φορά:
«Πριν την πυρκαγιά, εντοπίζουμε ως βασικότερο πρόβλημα την έλλειψη της πρόληψης. Είναι η μεγάλη μας αδυναμία, η αχίλλειος πτέρνα μας. Πόσοι δήμοι έχουν ένα ξεκάθαρο και εγκεκριμένο σχέδιο πρόληψης για τις πυρκαγιές, το οποίο εμείς ως πολίτες το γνωρίζουμε και ξέρουμε που μπορούμε να βοηθήσουμε, αλλά και στο τέλος μπορούμε να το αξιολογήσουμε;
Κατά τη διάρκεια της πυρκαγιάς, οι εμπειρίες του Έβρου, της Πάρνηθας, της Ρόδου, όλες συγκλίνουν λίγο πολύ στα ίδια: σημαντικά κενά οργάνωσης, συγχρονισμού, εκπαίδευσης της πυροσβεστικής, υπερβολική εξάρτηση από εναέρια μέσα, λανθασμένη κουλτούρα κατάσβεσης (σβήνουμε από τον δρόμο, δεν μπαίνουμε μέσα στο δάσος), ανεπαρκής αξιοποίηση των πιστοποιημένων και θεωρητικών ομάδων πολιτικής προστασίας. Κι άλλα πολλά, τα οποία δεν θίγουμε πρώτη φορά».
Ο γενικός διευθυντής του WWF τόνισε την ανάγκη διαχείρισης και αποτελεσματικής προστασίας του περιβάλλοντος: «Να πούμε για άλλη μια φορά για την εκτός σχεδίου δόμηση, για τα χιλιάδες αυθαίρετα μέσα στα δάση που νομοποιούμε, για τις προστατευόμενες περιοχές, οι οποίες δεν έχουν πολιτικά διατάγματα και δεν έχουν ακόμα σαφείς κανόνες διαχείρισης».
Για το WWF Ελλάς, το δάσος της Δαδιάς είναι μια πολύ ιδιαίτερη περιοχή: «Έχουμε συνδέσει τη δράση και την ταυτότητά μας με αυτήν την περιοχή εδώ και πάνω από τρεις δεκαετίες και νιώθουμε μια πολύ βαθιά απώλεια και οργή για αυτό που έχει συμβεί. Ως WWF, βοηθήσαμε κι εμείς όσο μπορούσαμε αυτά τα χρόνια να μπει η Δαδιά στον χάρτη, να προστατευτεί, να αναγνωριστεί και να προβληθεί σε όλο τον κόσμο για αυτό που είναι, για την αξία και τη μοναδικότητά της. Άνθρωποι από όλο τον κόσμο στέλνουν μηνύματα γιατί δεν πιστεύουν την έκταση που πήρε όλο αυτό, έκταση και χρονική και χωρική», σημείωσε ο γενικός διευθυντής.
«Δεν είναι μια οποιαδήποτε πυρκαγιά, ούτε έγινε σε ένα απλό μέρος. Είναι η μεγαλύτερη πυρκαγιά που έχει καταγραφεί στα χρονικά της ηπείρου μας και είναι σίγουρα μία από τις σημαντικότερες πυρκαγιές στην Ευρώπη από οικολογικής άποψης», τόνισε ο Νίκος Γεωργιάδης, υπεύθυνος χερσαίου προγράμματος στο WWF.
«Πρόκειται για ένα πάρα πολύ σημαντικό οικοσύστημα, το οποίο φιλοξενούσε πληθώρα ειδών, ανάμεσά τους 36 από τα 39 αρπακτικά. Κάηκαν αρχέγονα δάση, επηρεάστηκαν δηλαδή δάση μαύρης πεύκης, οξιάς και δρυός, τα οποία είχαν αποκτήσει -μέσα σε εκατομμύρια χρόνια, όχι χιλιάδες, όπως άλλα δάση στην Ευρώπη- γενετικά χαρακτηριστικά που όμοιά τους δεν υπάρχουν και θα είναι χρήσιμα για όλη την ήπειρο στο μέλλον, στην περίοδο κλιματικής κρίσης που διανύουμε».
Τη φετινή προσπάθεια διαχείρισης των δασικών πυρκαγιών περιέγραψε με μία λέξη μόνο: αποτυχία. «Το λέμε αυτό με βαθύ σεβασμό και εκτίμηση για τους εκατοντάδες πυροσβέστες, εθελοντές και κατοίκους που έδωσαν και δίνουν ακόμα τη μάχη στο πεδίο. Όμως είναι μια μάχη άδικη και άνιση, γιατί το σημερινό σύστημα διαχείρισης δασικών πυρκαγιών είναι ξεπερασμένο, είναι αποτυχημένο και πρέπει οπωσδήποτε, επιτέλους, να αλλάξει».
Οι φωτιές που ξέσπασαν από τον Ιούλιο του 2023 μέχρι και σήμερα έχουν μεγαλύτερη γεωγραφική διασπορά σε σχέση με τις καταστροφικές φωτιές που είχαμε ζήσει το 2007 και το 2021. Για πρώτη φορά έχουν επηρεάσει τόσο μαζικά αρχέγονα δασικά οικοσυστήματα στα βόρεια της χώρας, πολλά από τα οποία παρουσιάζουν δυσκολίες στη φυσική τους αποκατάσταση. Όπως επίσης είναι πρωτοφανές το γεγονός ότι έχουν επηρεαστεί τόσες πολλές προστατευόμενες περιοχές. Κάποιες εξ αυτών έχουν διεθνή σημασία με σημαντικότατα ενδιαιτήματα για την πανίδα και με δασικά οικοσυστήματα, που είτε δεν έχουν φυσικούς μηχανισμούς αναγέννησης (π.χ. μαύρη πεύκη στον Έβρο), είτε τους έχουν εξαντλήσει μετά από απανωτές πυρκαγιές (π.χ. Ρόδος, Πάρνηθα, Έβρος, Κέρκυρα, Αιγιαλεία).
«Όσον αφορά στην πανίδα, υπάρχουν δυο-τρεις κατηγορίες ζώων. Όσα δεν έχουν ιδιαίτερες ικανότητες διαφυγής, όπως η χελώνα, τα ψάρια και τα βατράχια. Μπορεί να αναρωτηθεί κανείς αν μπορούν να πληγούν από την πυρκαγιά, όμως αυτά τα είδη είναι ενδημικά. Συγκεκριμένα, το γκιζάνι είναι ψάρι ενδημικό της Ρόδου, δηλαδή βρίσκεται μόνο εκεί και πουθενά αλλού στον κόσμο και είναι πρωταθλητής επιβίωσης το καλοκαίρι, καθώς περιμένει τον χειμώνα για να ρέει ξανά το νερό και να ευδοκιμήσει. Αυτά τα ζώα, αν βρεθούν στην δίνη μιας πυρκαγιάς, είναι πολύ εύκολο να εξολοθρευτούν. Δεν ξέρουμε ακριβώς τι έχει συμβεί, χρειάζεται περισσότερη εκτίμηση», δήλωσε ο Νίκος Γεωργιάδης, υπεύθυνος χερσαίου προγράμματος στο WWF.
Υπάρχουν τα ζώα που μπορούν να διαφύγουν και εκείνα που «προσαρμόζονται σε αντίξοες συνθήκες, διαβιούν στο έδαφος και φαίνονται ασήμαντα σε πολλούς, αλλά είναι πολύ σημαντικά για το οικοσύστημα. Στα σημαντικά είδη που επλήγησαν στις φετινές πυρκαγιές βρίσκονται ο μαυρόγυπας και ο ασπροπάρης, δύο από τους τρεις γύπες που διαβιούν στην περιοχή της Δαδιάς. Ο μαυρόγυπας χτίζει τις φωλιές του στη μαύρη πεύκη, η οποία έχει καταστραφεί, ενώ ο ασπροπάρης διατηρεί στη χώρα μας μόλις πέντε ζευγάρια. Θα μεταναστεύσουν τα πουλιά και θα δούμε του χρόνου αν θα έρθουν ξανά. Το πλατώνι της Ρόδου είναι ο μοναδικός φυσικός πληθυσμός στη χώρα, και πρέπει να μελετηθεί το αντίκτυπο της πυρκαγιάς σε αυτόν, αλλά και η επίδραση στην αποκατάσταση και αναγέννηση. Γιατί υπάρχει η τάση να κυνηγείται το συγκεκριμένο είδος.
Λίγες μέρες πριν την έναρξη της φωτιάς στην Πάρνηθα, φωτογραφήθηκε και ανακοινώθηκε η ύπαρξη αγριόγιδου εκεί. «Αυτό έκανε αυτομάτως την περιοχή το μοναδικό μέρος στην Ελλάδα, όπου κανείς μπορεί να παρατηρήσει όλα τα οπληφόρα της χώρας. Σαφώς η φωτιά έπληξε το κόκκινο ελάφι για ακόμη μια φορά. Είδαμε πολλά ελάφια να μετακινούνται δεξιά κι αριστερά, σε κατοικημένες περιοχές, σε αναζήτηση τροφής», συμπλήρωσε, προσθέτοντας στην λίστα των ζώων που επηρεάζονται από τις φωτιές και το αγριοκάτσικο.
Ο Κωνσταντίνος Λιαρίκος, επικεφαλής τμήματος ανάπτυξης του WWF, μας πήγε πίσω στον χρόνο, αναφέροντας ότι στην Ελλάδα έχουμε τρία πορίσματα διακομματικής αποδοχής: το πόρισμα διακομματικής επιτροπής του 1993, αυτό του 2008 και το πιο πρόσφατο του 2019. «Μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια, υπήρχαν πάρα πολλές προτάσεις φορέων. Μια από αυτές είναι και του WWF το 2008, καθώς και αμέτρητες γνωμοδοτήσεις εμπειρογνωμόνων και επιστημόνων. Όλα έλεγαν τα ίδια πράγματα πάνω-κάτω. 30 χρόνια έχουν περάσει κι ο ελέφαντας δεν έφυγε κι έτσι ζούμε όσα ζήσαμε φέτος, με τα πολύ χειρότερα να έπονται, αν δεν αλλάξει κάτι σήμερα», δήλωσε.
Τι θα πρέπει να αλλάξει αύριο κιόλας; Ο Κωνσταντίνος Λιαρίκος ανέφερε 5 προτάσεις:
«Ως στοιχειώδης δέσμευση ζητάμε από την Πολιτεία να κάνει το 80/20 όσον αφορά την καταστολή και την πρόληψη σε 60/40. Σχεδιασμός για τις πυρκαγιές σε αυτήν την χώρα δεν συμβαίνει. Το μόνο που συμβαίνει είναι το Σχέδιο Ιόλαος, σε επίπεδο δήμων και περιφερειών, όπου μαζευόμαστε και μετράμε τις αντλίες μας, τα πυροσβεστικά μας, τους κρουνούς μας, κάνουμε μια λίστα τηλεφώνων για να μιλήσουμε μεταξύ μας όταν συμβεί η πυρκαγιά, λέμε τι ρόλο θα έχει ο καθένας μας. Ωστόσο, σχέδιο δεν υπάρχει που να δείχνει που είμαστε τρωτοί κι ευάλωτοι, που μπορεί να ξεκινήσει μια πυρκαγιά, πώς θα την αντιμετωπίσουμε, τι μέτρα πρόληψης πρέπει να πάρουμε. Βεβαίως, δεν υπάρχει καμία έγνοια για την αναζήτηση των αιτιών των πυρκαγιών. Συζητάμε κάθε χρόνο για σχέδια εχθρών της χώρας κι εμπρηστών. Οι περισσότερες πυρκαγιές ξέρουμε από τι ξεκινάνε, από την καύση ξερών χόρτων, από αμέλειες πολιτών και τον μεγαλύτερο εμπρηστή της χώρας, αν αναλογιστεί κανείς πόσες φωτιές έχει προκαλέσει ως μια οντότητα: το δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας. Δεν τα παραδέχεται κανείς και δεν ασχολείται κανείς», συνέχισε.
Δεν μπορούμε να αντιμετωπίζουμε πλέον τις πυρκαγιές σαν έναν εγκληματία που πρέπει να αστυνομεύσουμε.
Ένας μακροχρόνιος σχεδιασμός, ο οποίος θα ακολουθείται από έναν ετήσιο, και θα δείχνουν που πηγαίνουν τα λεφτά και τι γίνεται, κρίνεται απαραίτητος. Σε συνδυασμό με τοπικά σχέδια πρόληψης και επικαιροποίηση της επικινδυνότητας των περιοχών της χώρας. «Δουλεύουμε με βάσει χαρτών επικινδυνότητας του 1980, σήμερα, ενώ περνάμε συνθήκες κλιματικής κρίσης. Επίσης, ίσως το πιο απλό, είναι να σκύψουμε λίγο πάνω στις πιο σημαντικές περιοχές αυτής της χώρας. Θα περίμενε κάποιος ότι θα υπάρχει ξεχωριστή μέριμνα για το δάσος της Δαδιάς, για την Πάρνηθα κλπ. Δεν υπάρχει όμως. Υπάρχει μόνο μεγάλη στενοχώρια όταν καταστρέφονται», είπε ο Κωνσταντίνος Λιαρίκος.
«Πριν 13 χρόνια, η Επιτροπή Περιβάλλοντος επισκέφτηκε τον Έβρο. Στην εισήγησή του ο Μητσοτάκης, στην ολομέλεια της Βουλής για τα πεπραγμένα της Επιτροπής, γράφει: “Πρέπει να ενισχυθεί με προσωπικό και πόρους ο φορέας διαχείρισης του Εθνικού Πάρκου Δαδιάς για τις ανάγκες πυροπροστασίας” και είδαμε τι έγινε» πρόσθεσε.
«Το Πυροσβεστικό Σώμα είναι ένα σώμα με τεράστια κοινωνική προσφορά, τρομερό ηρωισμό, βοηθάει και είναι δίπλα στον πολίτη σε κάθε πτυχή της ζωής του. Δεν έχει όμως την ικανότητα να αντιμετωπίσει δασικές πυρκαγιές. Η επίκληση στον ηρωισμό του σώματος που ακούσαμε στην έντονη συζήτηση των πολιτικών αρχηγών δεν μπορεί να είναι το πρόσχωμα στο να κάνουμε τις αλλαγές που πρέπει. Χρειάζεται ένα σώμα με εξειδίκευση, μια διακριτή οντότητα, με διακριτούς στόχους και ιεραρχία, η οποία να ασχολείται με το θέμα των δασικών πυρκαγιών, με εκπαίδευση και επιστημονικά στελέχη στην διοίκησή του, με καταρτισμένους δασοπυροσβέστες. Φυσικά, χρειαζόμαστε ένα σώμα να έχει κεντρικό ρόλο σε όλες τις φάσεις, τον χειμώνα να δουλεύει για την πρόληψη, μαζί με τις δασικές υπηρεσίες και τους άλλους φορείς, να συμμετέχει στην εκπαίδευση του κόσμου και να συντονίζει όλους τους εμπλεκόμενους, όταν έχουμε συμβάντα. Αυτό απαιτεί μια συλλογικότερη αλλαγή της φιλοσοφίας του Πυροσβεστικού Σώματος. Αν δεν αλλάξει αυτός ο βασικός πυλώνας, τίποτα άλλο δεν πρόκειται να αλλάξει», υπογράμμισε ο ο Κωνσταντίνος Λιαρίκος.
Μετά την τραγωδία στο Μάτι, πλέον στις δασικές πυρκαγιές κινούμαστε με εκκενώσεις. «Είναι όμως η κορυφή ενός παγόβουνου που προσπαθεί να κρατήσει την κοινωνία έξω από το ζήτημα των δασικών πυρκαγιών. Αντιμετωπίζουμε πλέον τις δασικές πυρκαγιές σαν κάποιος να λέει “υπάρχει εκρηκτικός μηχανισμός, εκκενώστε τα σπίτια”, τακτική που δεν δουλεύει στα δάση. Οι δασικές πυρκαγιές δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν χωρίς τη συμμετοχή της κοινωνίας, στο να μειώσουμε τα αίτια και τις ενάρξεις πυρκαγιών, στο να εφαρμόζουμε μέτρα πρόληψης, στο να είμαστε εθελοντές στην κατάσβεση αν είμαστε εκπαιδευμένοι, στο να είμαστε στην περιφρούρηση των αναζωπυρώσεων ή να χρησιμοποιήσουμε τα μηχανήματά μας. Όλα αυτά που συνέβαιναν πριν από δεκαετίες και γνωρίζουμε πολύ καλά. Δεν μπορούμε να αντιμετωπίζουμε πλέον τις πυρκαγιές σαν έναν εγκληματία που πρέπει να αστυνομεύσουμε. Πρέπει να το αντιμετωπίζουμε σαν ένα ζήτημα κοινωνικό που όλοι μαζί, σαν κοινωνία, πρέπει να επιλύσουμε. Ζητάμε λοιπόν την ουσιαστική, όχι προσχηματική, συμμετοχή των πολιτών στον σχεδιασμό, να κλείσει επιτέλους το θέμα των μητρώων πολιτικής προστασίας, εδώ και 3 χρόνια, είναι στον αέρα όσοι θέλουν να συνεισφέρουν. Να εκπαιδευτούν τα παιδιά και οι νέοι στα σχολεία, όπως εκπαιδεύονται και για τους σεισμούς και ξέρουν ακριβώς τι να κάνουν. Να μπορούν να προστατευτούν, αν μη τι άλλο». Χρειάζεται και μια συνεχόμενη εκστρατεία ενημέρωσης προς τον κόσμο», συνέχισε ο Κωνσταντίνος Λιαρίκος.
Το Bloomberg δημοσίευσε μια πρώτη εκτίμηση του κόστους των φετινών πυρκαγιών για την Ελλάδα το οποίο υπολογίζει σε περίπου 1,7 δισεκ ευρώ, χωρίς βεβαίως να υπολογίζει την (ανεκτίμητη ούτως ή άλλως) αξία των οικοσυστημάτων και των ρυθμιστικών οικοσυστημικών υπηρεσιών που αυτά παρέχουν.
Σύμφωνα με πληροφορίες από την έκθεση έργου EC PESETA II και το Ευρωπαϊκό Σύστημα Πληροφοριών Δασικών Πυρκαγιών, επί του παρόντος, οι πυρκαγιές αντιπροσωπεύουν απώλειες περίπου 3 δισεκατομμυρίων ευρώ ετησίως, για ολόκληρη την ήπειρο. Υπολογίζεται ότι για το 2070-2100, σε σενάριο αύξησης εκπομπές αερίων θερμοκηπίου, οι οικονομικές επιπτώσεις των πυρκαγιών σε Ελλάδα, Ισπανία, Γαλλία, Ιταλία και η Πορτογαλία μπορεί να φτάσει τα 5 δισ. ευρώ ετησίως.
Οι δασικές πυρκαγιές αποτελούν σοβαρή και αυξανόμενη απειλή για την Ευρώπη, ειδικά για τις χώρες της Μεσογείου. Κάθε χρόνο, το 80% της συνολικής έκτασης που καίγεται στην ήπειρο οφείλεται σε πυρκαγιές στην Πορτογαλία, την Ισπανία, τη Γαλλία, την Ιταλία, την Ελλάδα και την Τουρκία.
Τα δάση όμως δεν αντιπροσωπεύουν (μόνο) οικονομικές απολαβές. Τα δάση μας κυρίως επιδρούν θετικά στην ψυχοσύνθεση των ανθρώπων που έρχονται έστω και σε οπτική επαφή με αυτά. Όπως λέει η ομάδα του WWF, «αποτελούν μέρος της λαογραφίας και των παραδόσεων του τόπου μας. Αναφέρονται στους μύθους και χρησιμεύουν ως τοπόσημα για τις μελλοντικές γενεές. Περισσότερο από οτιδήποτε, οι φετινές πυρκαγιές επηρεάζουν την ψυχική υγεία και την καθημερινότητα των τοπικών κοινοτήτων, με τους ανθρώπους να ξυπνούν και να αλληλεπιδρούν με ένα τοπίο ξένο πλέον γι’ αυτούς».
Από τις καταστροφικές πυρκαγιές του 2007, το WWF Ελλάς είχε διαμορφώσει μια ολοκληρωμένη πρόταση για το τι πρέπει να γίνει. «Δεκαέξι χρόνια μετά, αυτό το πακέτο προτάσεων παραμένει εξαιρετικά επίκαιρο. Παρότι πολλά έχουν γραφτεί και ειπωθεί για το θέμα των πυρκαγιών, τελευταία έχει προκύψει η κλιματική κρίση, η οποία προφανώς δεν πρέπει να αγνοηθεί, ως αφήγημα των πολλών. Η κλιματική κρίση δεν προκαλεί τις πυρκαγιές. Η κλιματική κρίση δεν είναι δικαιολογία για το αποτυχημένο αποτέλεσμα, ούτε είναι κάτι που δεν γνωρίζαμε εδώ και πολλά χρόνια. Η κλιματική κρίση καθιστά τα δάση μας πιο ευάλωτα και πιο πολύτιμα. Η κλιματική κρίση φανερώνει με τον πιο σκληρό τρόπο τις αδυναμίες και ανεπάρκειες του σημερινού συστήματος και μας δίνει ξεκάθαρα το μήνυμα για την ανάγκη ριζικών αλλαγών. Η κλιματική κρίση μας καλεί να ακούσουμε όλοι -και όχι να αμφισβητήσουμε την επιστήμη- και να κάνουμε ό,τι χρειάζεται, προκειμένου να γίνουν τα οικοσυστήματα και οι οικισμοί πολύ πιο ανθεκτικοί. Μια συνεκτική πολιτική για τις δασικές πυρκαγιές δεν μπορεί παρά να δίνει λύσεις και για την κλιματική κρίση», τόνισε ο διευθυντής του WWF Ελλάς.