Categories: ΔΙΕΘΝΗ

Από την «Ματωμένη Κυριακή» στην «Μεγάλη Παρασκευή»

«Θέλεις γάλα;», ρώτησε κάποιος. Με το τσάι να σερβίρεται, τέσσερις βετεράνοι του Βρετανικού Στρατού και τέσσερα πρώην μέλη του Ιρλανδικού Δημοκρατικού Στρατού (IRA) συναντήθηκαν, σε μία προσπάθεια να συμφιλιωθούν όσοι μέχρι πρότινος ήταν άσπονδοι εχθροί.Με χειραψίες, χαμόγελα και δύο τρεις καθημερινές κουβέντες, αυτή η μικρή ομάδα ανθρώπων συναντήθηκε στη Βόρεια Ιρλανδία, σε μία προσπάθεια να υπερκεράσουν ένα ανυπέρβλητο «τείχος» που χωρίζει ακόμα Βρετανούς και Ιρλανδούς. Η συνάντηση δεν ήταν δραματική, είχε όμως ιδιαίτερη σημασία. Οι οκτώ πρώην στρατιώτες συζήτησαν για τους λόγους που σήκωσαν τα όπλα, τις συνέπειες των αποφάσεών τους και τις ελπίδες τους για μία μακροχρόνια ειρήνη. Πρόκειται για μία από τις λίγες συναντήσεις μεταξύ Ιρλανδών και Βρετανών στρατιωτών από τη συμφωνία της «Μεγάλης Παρασκευής» του 1998, η οποία έθεσε τέλος σε τριάντα χρόνια βίας και ωμοτήτων που κόστισε τη ζωή σε περισσότερους από 3700.

Ο Τόνι Μπλερ υπογράφει τη συμφωνία της Μεγάλης Παρασκευής.

Η συνάντηση έγινε στην πόλη Ντέρι, όπου στις 30.01.1972, την ημέρα της «Ματωμένης Κυριακής», Βρετανοί στρατιώτες πυροβόλησαν 26 άοπλους Ιρλανδούς διαδηλωτές, με τους 14 από αυτούς να χάνουν τη ζωή τους. Τα πρώην μέλη του IRA που συμμετείχαν στη συνάντηση δε θέλησαν να αποκαλύψουν τα ονόματα τους, καθώς αυτό θα προκαλούσε σφοδρή κριτική από πρώην συντρόφους τους που θεωρούν εσφαλμένη οποιαδήποτε προσέγγιση με τους Βρετανούς.

Από την πλευρά τους, οι Βρετανοί έδειχναν ανήσυχοι και τρακαρισμένοι όταν επισκέφθηκαν τα φρούρια του IRA. Για πολλούς από αυτούς ήταν η πρώτη φορά που μετέβαιναν στην Βόρεια Ιρλανδία από την από τις μέρες απόλυσης τους από το στρατό.

Και οι δύο πλευρές συμφώνησαν πως οι συναντήσεις μεταξύ μελών των κάποτε αντίπαλων στρατοπέδων διαδραματίζουν κομβικό ρόλο στις προσπάθειες για την παγίωση της ειρήνης στην περιοχή. «Ποτέ δεν ήταν προσωπικό: πάντα στοχεύαμε τον στρατιώτη που βρισκόταν μέσα στην στολή, για να στείλουμε ένα μήνυμα στο Whitehall», λέει ένα πρώην μέλος του IRA στη βρετανική Guardian. Ο συγκεκριμένος στρατιώτης βρισκόταν στο Ντέρι, την ώρα που μέλη της βρετανικής ομάδας αλεξιπτωτιστών έβαλαν κατά άοπλων διαδηλωτών, οδηγώντας στο θάνατο 14 άντρες και εφήβους. Ωστόσο, παρά τη σοκαριστική του εμπειρία, δεν φέρει πλέον αισθήματα εχθρότητας προς τους Βρετανούς στρατιώτες, «ακόμη και προς αυτούς που διέπραξαν κτηνωδίες».

Ο ίδιος προσθέτει: « Είναι πολύ σημαντικό αυτό που κάνουμε. Πρέπει να προσπαθήσουμε να μάθουμε από ο,τι συνέβη εδώ, ώστε να διαμορφώσουμε στο μέλλον ένα κλίμα ειρήνης». Ένας άλλος πρώην μαχητής του IRA υπογραμμίζει: «Κάποιες φορές είναι σημαντικό να ερχόμαστε στη θέση του άλλου για να συμφιλιωθούμε με αυτόν. Νομίζω πως μπορούμε να πάρουμε μαθήματα από τις συγκρούσεις που συνέβησαν στην Ιρλανδία με το να μιλάμε ανοιχτά και με ειλικρίνεια, μαθήματα που ίσως είναι χρήσιμα και για άλλα μέρη του κόσμου».

Η συνάντηση οργανώθηκε από την ειρηνιστική οργάνωση Veterans for Peace UK και την ιρλανδική οργάνωση Coiste na n-Iarchimì, που στηρίζει πρώην φυλακισμένα μέλη του IRA. Οι οκτώ πρώην στρατιώτες παρουσιάζουν αρκετά κοινά σημεία. Είναι όλοι λευκοί άντρες μεταξύ 40-50 ετών, ανήκουν κοινωνικά στην εργατική τάξη και έχουν περάσει πολλά χρόνια στο πλαίσιο στρατιωτικών δομών που έλαβαν μέρους σε στρατιωτικές επιχειρήσεις.

Οι διαφορές τους ωστόσο είναι επίσης ξεκάθαρες. Ενώ οι πρώην Βρετανοί στρατιώτες είναι τώρα ειρηνιστές, έχοντας μετανιώσει για τον τρόπο με τον οποίο πολλές φορές έφεραν σε πέρας τα καθήκοντά τους στη Βόρειο Ιρλανδία, μόνο ένας Ιρλανδός δείχνει μετανιωμένος για ό τι έπραξε ο IRA. Διαφορετικός είναι ακόμη ο δρόμος που οδήγησε κάθε στρατιώτη στο να συμμετέχει στις συγκρούσεις μεταξύ IRA και Βρετανικού στρατού. Ο Μπεν Γκρίφιν, που υπηρέτησε για επτά χρόνια στο σώμα αλεξιπτωτιστών, αναφέρει πως ιδεολογικοί λόγοι τον έκανα να καταταγεί στο στρατό. «Πίστευα ότι ήταν ο καλύτερος θεσμός στον κόσμο».

Αντίθετα ο Λι Λέιβις στρατολογήθηκε για οικονομικούς λόγους, έχοντας μεγαλώσει σε μία περιοχή με πολλά ανθρακορυχεία τα οποία έκλεισαν όταν εκείνος άφηνε το σχολείο. O Κίεραν Ντέβλιν πείστηκε από τον πατέρα του να καταταγεί στο στρατό, αφού του έλεγε συνέχεια πως θα περνούσε τέλεια εκεί. Όμως τα πράγματα δεν ήταν ακριβώς έτσι και ο Κίεραν εγκατέλειψε το στρατό μετά τη συμμετοχή του στον Πόλεμο του Κόλπου το 1991 και μία περίοδο αλκοολισμού, διαδοχικών φυλακίσεων και εμπλοκής σε ακροδεξιές ομάδες. Ο Μάικλ Πάικ στρατολογήθηκε για να γλιτώσει από τα ναρκωτικά και τις μικροκλοπές. «Οι επιλογές ήταν δύο, η ηρωίνη και ο στρατός. Ο Βρετανικός στρατός με έσωσε».

Από την άλλη πλευρά, κανένας από τους Ιρλανδούς στρατιώτες δεν θεωρεί ότι πήγε στον πόλεμο. Αντίθετα, όλοι πιστεύουν ότι ο πόλεμος πήγε σε αυτούς. Όλοι περιγράφουν τη «Ματωμένη Κυριακή» ως μία κομβική εμπειρία για τη συνείδησή τους. Ένας από αυτούς αναφέρει πως εντάχθηκε στις γραμμές της νεολαίας του IRA στις αρχές της δεκαετίας του 1970 «και μετά, όταν ήσουν 16, πήγαινες στο στρατό». Όλοι τους πέρασαν χρόνο στη φυλακή, ενώ τώρα συμμετέχουν στην οργάνωση Tar Abhaile, η οποία στηρίζει τους αποφυλακισμένους πρώην στρατιώτες του IRA.

Στιγμιότυπο από τη διαδήλωση στο Ντέριν για τα ατομικά δικαιώματα στο οποίο έχασαν τη ζωή τους 14 Ιρλανδοί

Ο Σέανα Γουαλς, πρώην μέλος του IRA που οργάνωσε αυτή τη συνάντηση, ανέφερε πως «μπορούμε να δούμε πέρα από τις στολές, τα όπλα, τα κράνη και τα στρατιωτικά οχήματα. Τότε θα δούμε τους πραγματικούς ανθρώπους». Ο Γουάλς πιστεύει πως, μέσα από αυτές τις συναντήσεις, μπορούν δημιουργηθούν φιλίες μεταξύ παλιών εχθρών. Κλείνει λέγοντας πως όσοι συμμετείχαν στις πολεμικές επιχειρήσεις «έχουν την ευθύνη να χτίσουν μία νέα κοινωνία, να εξασφαλίσουν ότι το μέλλον των παιδιών μας δεν είναι το δικό μας παρελθόν».

 Δείτε το βίντεο της Guardian, στο οποίο οι βετεράνοι του Βρετανικού Στρατού μιλούν για τη συνάντησή τους με πρώην μαχητές του IRA.

Θοδωρής Χονδρόγιαννος

Share
Published by
Θοδωρής Χονδρόγιαννος