Categories: PoV

Η Σπηλιά που Χώρεσε έναν Πλανήτη

Η είδηση έκανε το γύρο του κόσμου σχεδόν ακαριαία. Έπειτα από δεκαοχτώ ημέρες εγκλωβισμού, τα παιδιά ήταν σώα, ελεύθερα και ασφαλή. Δισεκατομμύρια ψυχές ένοιωσαν ταυτόχρονα μια ανείπωτη ανακούφιση.

Η διεθνής επιχείρηση διάσωσης, στην οποία συμμετείχαν σπηλαιολόγοι, πεπειραμένοι δύτες, μηχανικοί και εθελοντές διαφόρων ειδικοτήτων από όλο τον κόσμο, είχε πετύχει το ακατόρθωτο. «Δεν ξέρουμε πως, αλλά δούλεψε», ανέφερε ο Δανός επικεφαλής της ομάδας των δυτών. «Όλος ο κόσμος παρακολουθούσε τις προσπάθειές μας, έπρεπε να πετύχουμε, δεν είχαμε άλλη επιλογή», δήλωσε ένας από τους Ταϊλανδούς δύτες.

Πράγματι η παγκόσμια κοινότητα παρακολουθούσε εμβρόντητη. Δισεκατομμύρια άνθρωποι από άκρη σε άκρη της γης, ανεξαρτήτως ηλικίας, μόρφωσης, τάξης ή φύλου, είχαν στραμμένη την προσοχή τους στο πλημμυρισμένο Ταμ Λουάνγκ. Αναμετέδιδαν τα νέα, κοινοποιούσαν απόψεις, ανέβαζαν άρθρα και φωτογραφίες, μοιράζονταν την αγωνία και τη λύπη τους, εύχονταν να πάνε όλα καλά, προσεύχονταν. Νόμιζες πως η σπηλιά είχε χωρέσει έναν ολόκληρο πλανήτη.

Η σπηλιά στην Ταϊλάνδη, το εκ διαμέτρου αντίθετο της 11ης Σεπτεμβρίου

Θυμήθηκα τους Δίδυμους Πύργους. Και τότε όλος ο κόσμος παρακολουθούσε έκπληκτος και τρομαγμένος. Αισθανόταν τον παροξυσμό της απόγνωσης, την παράνοια του θανάτου. Τότε, εξίσου ξαφνικά κi αναπάντεχα, η ανθρωπότητα έμοιαζε έτοιμη να βουτήξει σε μια άβυσσο φόβου, ανασφάλειας, απελπισίας και βαρβαρότητας. Και βούτηξε: Ιράκ, Αφγανιστάν, Ταλιμπάν, Ισις, τρομοκρατία, ρατσισμός, πρόσφυγες, άνοδος ακροδεξιών κομμάτων, Συρία. Βούτηξε βαθιά. Σχεδόν χάθηκε.

Προσπάθησα να κάνω τη σύγκριση. Η διάσωση στο υγρό και σκοτεινό Ταμ Λουάνγκ βρισκόταν στους αντίποδες των Πύργων. Τα δύο γεγονότα διέθεταν μια σχέση διαμετρικής αντίθεσης. Ήταν η ανάδυση έναντι του βυθίσματος. Τα σπλάχνα της γης έναντι του ουράνιου ύψους των πύργων. Το άνοιγμα έναντι του κλεισίματος, το φως αντί του σκοταδιού, το μαζί απέναντι στο χώρια. Η σπηλιά, υπό αυτούς τους όρους, ήταν η ανάκτηση της ελπίδας, του σθένους και της ανθρωπιάς απέναντι στη βαρβαρότητα.

Υπήρχε κάτι εδώ που με έκανε να αναθαρρήσω. Για κάποιες, λίγες, ημέρες, η μισαλλοδοξία, ο φανατισμός και η βαρβαρότητα έδειχναν να χάνουν το παιχνίδι. Έστω στιγμιαία, η συμπόνια, η συνοδύνη, η συμπάθεια και η φιλευσπλαχνία ήταν κυρίαρχα. Νικούσαν, σε ένα επίπεδο οικουμενικό, παγκόσμιο.

Η διάσωση στο υγρό και σκοτεινό Ταμ Λουάνγκ βρισκόταν στους αντίποδες των Πύργων.  Ήταν η ανάδυση έναντι του βυθίσματος. Το άνοιγμα έναντι του κλεισίματος, το φως αντί του σκοταδιού, το μαζί απέναντι στο χώρια. 

Θα μπορούσε κανείς εδώ να θαυμάσει την ανθρωπιά της ανθρωπότητας. Να αντιληφθεί τη δύναμη που διαθέτει αυτός ο προαιώνιος και θεμελιώδης κοινωνικός δεσμός. Δισεκατομμύρια άνθρωποι είχαν γίνει ένα. Μοιράζονταν τους ίδιους φόβους, αγωνίες, όνειρα, απαντοχές και επιθυμίες. Αισθάνονταν ότι ανήκουν σε ένα κοινό ανθρώπινο γένος. Καταλάβαιναν ότι συμπάσχουν, συμπονούν, αλλά και ότι μπορούν να συνελπίζουν.

Ίσως εκείνο που μας κάνει ανθρώπους να είναι αυτή η κοινή μας ικανότητα για συμπόνοια. Ίσως είμαστε άνθρωποι επειδή μπορούμε να νοιώσουμε τον φόβο, την αγωνία και τον αλάλητο στεναγμό ενός παιδιού που βρίσκεται χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά μας. Να μοιραστούμε τα βάσανα και τις οδύνες του, ανεξαρτήτως φυλής, πατρίδας ή θρησκείας. Θα μπορούσε κανείς εδώ να βρει μια ηθική του συναισθήματος, μια ηθική της ανθρωπιάς, αλλά και μια ανεπίγνωστη προσδοκία του καλού. Φυσική (όχι από σύμβαση).

Την ίδια στιγμή, θα μπορούσε κανείς εδώ να αναδείξει την εκδήλωση ενός ενστικτώδους και ακατέργαστου κοσμοπολιτισμού.  Όχι ως φαντασιοκόπημα, αλλά ως απτή πραγματικότητα. Καθότι αυτή η τυχαία υπερέκταση του πεδίου της συμπόνοιας ανασυστήνει και μας υπενθυμίζει την κοινή μας πατρίδα. Την πατρίδα που εμπεριέχει όλες τις άλλες. Την πόλη που χωρά όλους τους ανθρώπους.

Ίσως εκείνο που μας κάνει ανθρώπους να είναι αυτή η κοινή μας ικανότητα για συμπόνοια. Ίσως είμαστε άνθρωποι επειδή μπορούμε να νοιώσουμε τον φόβο, την αγωνία και τον αλάλητο στεναγμό ενός παιδιού που βρίσκεται χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά μας. 

Ίσως αυτή η κοινή ανθρώπινη φύση να αποτελεί την ελπίδα για έναν κόσμο καλύτερο. Σε μια εποχή κυνισμού και κλεισίματος. Σε καιρούς δύστροπους και μισάνθρωπους, όπου τα παιδιά χωρίζονται από τους γονείς τους, τα σύνορα γίνονται ανυπέρβλητα ηλεκτροφόρα τείχη και τα λιμάνια δεν είναι καταφύγιο σε όσους θαλασσοδέρνονται, αναζητώντας μια καλύτερη ζωή ή απλά την ίδια τη ζωή. Ίσως αυτά τα ηθικά συναισθήματα να είναι η μόνη πηγή αντίστασης στο «αβγό του φιδιού» που εκκολάπτεται βήμα βήμα, σιγαλά, ανυποψίαστα.

Αρκετοί, εδώ, θα αντιτείνουν την παθητικότητα και τη στρέβλωση που προκαλεί η συναισθηματική υπερβολή. Θα υποστηρίξουν την επιδερμικότητα της, το ότι δεν παράγει δράση. Θα κατηγορήσουν τον «συναισθηματισμό». Θα κάνουν λόγο για ένα ακόμη θέαμα.

Είναι αλήθεια ότι για πολλούς θεωρητικούς και φιλοσόφους το συναίσθημα δεν υπήρξε ποτέ καλός σύμβουλος στα κοινά. Το συναίσθημα, υποστήριζαν και υποστηρίζουν, συνιστά παράγοντα διάλυσης, καταστρέφει τη συλλογικότητα, σκλαβώνει τον ορθό λόγο, καταλύει την αυτονομία της πολιτικής πράξης. Γι’ αυτό και πρέπει να του αντιστεκόμαστε σθεναρά.

Κι όμως τα όσα συνέβησαν επιβεβαιώνουν το αντίθετο. Η έγνοια για εκείνους που είναι ανήμποροι, αδύναμοι και εγκλωβισμένοι συγκροτεί και νοηματοδοτεί εκ νέου τους όρους της συμβίωσης. Μας αναπροσανατολίζει ηθικά.

Συνέχιζα να αναρωτιέμαι για το νόημα των όσων είχαν συμβεί, κοιτώντας τις φωτογραφίες με τα παιδιά, καθώς οδηγούνταν με ασφάλεια έξω από τη σπηλιά. Τα παιδιά των ανθρώπων είχαν σωθεί. Και μαζί τους – ίσως – η ελπίδα και η ανθρωπιά μας. Τα μόνα πιθανά πεδία και πηγές αντίστασης.

Βασίλης Μουρδουκούτας

Share
Published by
Βασίλης Μουρδουκούτας