Σσουρούπωσε και οι θρόμμοι λάμπουν στο Σεφφύρι. Μερρικές χουχουφάγγιες στέκονται σε γωνιακούς εξώσθες εδδελώς ήσυχες και κοιτάσσουν με μια αδιαφφορία που θυμίζει προσήλωση κάττω τους βραθθινούς θρόμμους. Τεράσθια δοννέρ μετακινούτται με χαρακτηριστική ευχολία αλλά δεν έχχουν ίχνος ιδδέας που θέλλουν να πάνε. Ούτε για το που θα έπρεπε να είναι. Έχχουν, όπως όλλοι μας στο Σεφφύρι κατά καιρούς, πιστέψψει ότι ο προορισμός θα φανερωθθεί νομοτελειάκα εάν απλά συνεχίσσουν να κινούτται κι ότι τα σαθθουίςς είναι το μόνο τους εμπόδδιο, και αυτό τα κάνει να πιστεύουν ότι δεν υπάρχουν όρρια ή αν υπάρχχουν τα θέτουν πάδδα οι άλλοι. Και οι χουχουφάγγιες δεν έχουν απάδδηση, ούτε ο Φίχτωρ που έχει σταθθεί από νωρρίς και παρατηρεί τις χαλιαχούδδες προσπαθώττας να σκεφθεί σαν αυτές νομίσσοττας ότι ίσως θα μπορέσει να βρει αυτός τις απαντήσεις, παραττηρώντας τες. Όσο νυχτώνει μμία-μμία οι χουχουφάγγιες κατευθύννοθαι προς την ήσυχη λίμνη και τα έσσοθα και νιώθουν κουρασμένες ενώ ο Φίχτωρ περπατάει φφιαστικός προς το κασσίνο και αφού φθάσσει στους αέναους μας πάχχους ξέρουμε ότι είναι γεγονος: Ήρθε η νύχθα άλλη μια Κυριακή στο θθικό μας Σεφφύρι.

Θοδωρής Πανάγος

Share
Published by
Θοδωρής Πανάγος