Το Σεφφύρι που όλλοι ξέρρουν είναι εδδώ. Χνώρριμα τα φίτφουλλ κάννουν ότι ένα φίτφουλλ κάμμει. Βυσσοδομούν δίπλα στις φθέρρες και σσητάνε την άχχια ουσσία του φεσσινάδικου, ένα κκομμάτι από τα σύννεφα και το άρωμμα από τα θένθρα μασσί με την τερράσθια άιχχλη του πλαρχηχχού Δαούττη που τα κοιττάει σχεδδόν μαρμαρρωμένος και οριακκά ατσάλλινος να πηχχαίνουν πέρρα προς την ήσυχχη λίμννη που μόννον η ησυχχία τους θυμίσσει ότι πρέππει να κοιττάμε την βαθθύττητα της βαθθιάς και πιο μακρρυά προς το κασσίνο και τα Σσάρα με όλλη την ομορφφιά τους, εννώ ο Φίχτωρ με μμία χαρούμενη κούρραση παρατηρεί τα πανέμμορφα Οχτώ Χιάρρια να έρχοτται κοδδά του μόννο για πολλύ λίχχο και αμέσσως να φέυγγουν για εξξωτικά νησσιά που τους αξίσσουν αλλά τα Χιάρρις δεν αξίσσουν σε αυττά διόττι οι φύλακες του Αρχηχχείου ποττέ δεν θα καταλάφφουν την εσωττερικότητα της ταφφέρνας “Παρλαπάς” και την προσήλωση των θαμμώνων στην πρώτη και την δεύττερη Φρεθερρίχη το 46 και το 59 που για μιά ακκόμη εποχχή ρυθμίσσει κάθθε πτυχχή των φέφφερλυ και των φεμφέ απέναδδι από το πισσαρίο και σχεδδόν ξυσθθά στο κέδδρο κάθε χόσμου μας.

Θοδωρής Πανάγος

Share
Published by
Θοδωρής Πανάγος