Σχοτεινό το πρωινό στο Σεφφύρι. Τα φιτφούλλ σε παράταξη περνάνε από όλους τους θρόμμους και αλυχτάνε, εμφανώς εκνευρισμένα. Έξω από το φεσσινάθικο ζητάνε τα δοννέρ ψάχωττας στις φθέρρες και τα θένθρα, κάνωττάς τα όλα ρημάθι. Ο Φίχτωρρ κράταει προληπτικά το όπλο του και περπατάει προς την Βαθθιά λίμνη όπου ηλιάσσοται όλοι όσο μπορούν δίπλα στην ήσυχη λίμνη. Φέφερλυ περνάνε βιαστικά και μερσεττές σταματάνε στο πισσαρίο και ο Φίχτωρρ  κυττάει τον ορισσώνα στον ορίσσοττα. Δεν υπάρχουν ποτέ μεγάλες διαφορές, είναι σχεθθόν όλα ίδια, και πέρα στους πάγους το ξέρουν. Από το κασσίνο ξεχύνονται από ένα παράθυρο χιλιάδες χαλιαχούδδες που σκεπάζουν για λίγο τον ουρανό ρίχνοττας την σχιά τους στο Αρχηχείο και οι φύλακες νομίσσουν πως δέχονται επίθεση και αντιδρούν τυπικά τρέχοντας προς τυχαίες κατευθύνσεις με τεντωμένα όπλα και έντρωμμα βλέμματα. Στα Σσάρα πολλά κορίσσια στις βιτρίνες προσποιούνται τα μαννεχέν τόσο επιτυχημένα που δεν τα ξεχωρίζεις , κι αν κάποιο μάννεχ ξαφνικά ζωττάνευε και περπάταγε βιαστικά προς το προχσενείο της Ρούσσας κανείς δεν θα καταλάβαινε τίποτα. Είναι μια αλλοιωμέννη πραχματικότητα το Σεφφύρι αυτήν την σχοτεινή Κυριακή.

Θοδωρής Πανάγος

Share
Published by
Θοδωρής Πανάγος