Η ρητορική μίσους ορίζεται με ξεκάθαρο τρόπο. Και υποκινεί τις βίαιες ρατσιστικές δράσεις μιας κοινωνίας. Η ρητορική μίσους στοχοποιεί τον πυρήνα της κάθε ανθρώπινης ύπαρξης. Την ταυτότητα της. Είναι τελείως ανεδαφική γιατί βρίσκει αδυναμίες εκεί που εμείς βλέπουμε λόγους να σεβόμαστε τον άλλο. Αυτή η ρητορική βρίσκει χώρο και θρασομανά στους κόλπους της εκκλησίας και των ακροδεξιών κομμάτων και ομάδων. Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος που μόνο τέτοιος δεν ήταν- πιο πολύ ρατσιστής, στα κείμενα του για την γυναίκα γράφει μεταξύ άλλων τα εξής «θεόπνευστα»: «Γενικά όμως η γυναίκα είναι ένα σκουλήκι που σέρνεται, η κόρη του ψεύδους, ο εχθρός της ειρήνης. Ο κατάλογος των αμαρτημάτων και των αδυναμιών της είναι ατελείωτος. Είναι ελαφρόμυαλη, φλύαρη και ακόλαστη.
Πάνω απ’ όλα είναι παθιασμένη με την πολυτέλεια και τις δαπάνες. Φορτώνεται με κοσμήματα, πουδράρει το πρόσωπό της, βάφει τα μάγουλά της με κοκκινάδια, βάζει μυρωδικά στα ρούχα της, και έτσι γίνεται θανάσιμη παγίδα για τον εκμαυλισμό των νέων μέσω όλων των αισθήσεων. Όσος και αν είναι ο πλούτος, δεν επαρκεί για να ικανοποιήσει την γυναικεία επιθυμία. Μέρα και νύχτα η γυναίκα δεν σκέφτεται τίποτε άλλο παρά το χρυσάφι και τα πολύτιμα πετράδια, τα υφάσματα και τα κεντήματα, τις κρέμες και τα αρώματα. Αν δεν υπήρχε η σεξουαλική επιθυμία, κανένας άντρας με τα σωστά του δεν θα ήθελε να μοιράζεται το σπίτι του με μια γυναίκα και να υφίσταται τις επακόλουθες ζημιές, παρά τις οικιακές εργασίες που εκτελεί. Γι’ αυτό το λόγο ο Θεός, γνωρίζοντας την ελεεινή της φύση, την προίκισε με το όπλο της σεξουαλικότητας».
Εναντίον τώρα των ομοφυλόφιλων κινήθηκαν σε πολλές περιπτώσεις οι αρχαίοι Έλληνες, οι Βυζαντινοί αυτοκράτορες όπως ο Ιουστινιανός, η Ιερά Εξέταση. Οι ομοφυλόφιλοι ήταν ο αποδιοπομπαίος τράγος όλων των αρχόντων. Η «διαστροφή» τους συσχετιζόταν ανέκαθεν με την ακατάπαυστη ηδονοθηρία. Μια ηδονοθηρία που για τους ενάντιους αυτής της αδύναμης κοινωνικής ομάδας ήταν τυφλή σε ιδανικά. Λες και δεν υπάρχουν πατριώτες gay, συντηρητικοί, δεσμώτες των στερεοτύπων μιας κοινωνίας σε οποιαδήποτε χρονική συγκυρία. Λες και δεν υπάρχουν ομοφοβικοί ή ακροδεξιοί ομοφυλόφιλοι.
Πάντα η ύπαρξη τους ήταν συνδεδεμένη με την αυτομόληση σε οποιοδήποτε ιδεολογικό και εθνικό σύνολο ανθρώπων γιατί το μόνο με το οποίο ευαρεστούνταν ήταν το διεισδυτικό σεξ σε πρωκτό και στόμα. Έτσι η θρησκεία ένιωθε να απειλείται απ’ αυτούς λόγω της διάρρηξης του θεσμού του γάμου, η πατρίδα ένιωθε να χάνει σε αναλώσιμο δυναμικό στρατιωτών και η οικογένεια του ασυγκράτητου ηθικισμού ένιωθε την απειλή του μιάσματος και προστάτευε τα παιδιά της με όλα τα γνωστά δραματικά γεγονότα που ακόμη εκτυλίσσονται στους τοξικούς θύλακες της πυρηνικής οικογένειας.
Η αλήθεια διαστρεβλώνεται. Χρειάζεσαι πάντα ένα εχθρό σαν εξουσιαστής. Μονάχα έτσι κρατάς το ποίμνιο σου συσπειρωμένο γύρω σου και φοβισμένο από τις εξαντλητικές σκιαμαχίες με τον ανύπαρκτο τρόμο. Νομίζω πως διαχρονικά οι ομοφυλόφιλοι υπήρξαν η προσωποποίηση αυτού του τρόμου προς το ξένο, το αψηλάφητο, το αγνώστων προθέσεων. Η ομοφυλοφιλία γεννούσε πάντα στην καλύτερη των περιπτώσεων την επιφυλακτικότητα και στη χειρότερη την απορριπτική διάθεση που μεταλλασσόταν στον αντίστοιχο λόγο και την έμπρακτη βία. Επέσυρε πάντα την χλεύη και την υποτίμηση, την ασφυξία, την περιθωριοποίηση των ομοφυλόφιλων, μέχρι και την δολοφονία αυτών. Πράγματα που στις μέρες μας θάλλουν περισσότερο από ποτέ στην σύγχρονη ιστορία των κοινωνιών.
Αφορμή για το κείμενο αυτό για την ρητορική μίσους στάθηκε μια δήλωση του Αλέξη Κούγια σε εκπομπή του Νίκου Χατζηνικολάου για σχολιασμό της νίκης του Κυριάκου Μητσοτάκη επί του Αλέξη Τσίπρα στις κυβερνητικές εκλογές της 7ης Ιουλίου του 2019. Ο Κούγιας είπε πως «το 26% ή 27% που φαίνεται να παίρνει ο ΣΥΡΙΖΑ είναι σημαντικό ποσοστό, αλλά βεβαίως είναι σημαντικό το τί παίρνει κι ο αντίπαλος. Όμως πρέπει να σας ανησυχεί ποιά είναι η σύνθεση των ανθρώπων που σας ψήφισαν.
Αν είναι ρομά, λαθρομετανάστες που πήραν διαβατήρια, άνθρωποι με ιδιαιτερότητες ή οι ταλαιπωρημένοι των φυλακών τότε μειώνεται η προσδοκία της επανόδου» και στην δευτερολογία του χειροτέρεψε ακόμη τα πράγματα, μοιάζοντας σαν να ξεσαλώνει μετά από χρόνια στέρησης της άρθρωσης ελεύθερου και άνετου φασιστικού λόγου. Είπε πιο συγκεκριμένα, «φυσικά και πρέπει να έχουν δικαίωμα ψήφου αυτοί που προανέφερα, απλά είναι μειωμένης ανεξαρτησίας όσον αφορά την ψήφο τους γιατί ψηφίζουν διαφορετικά απ’ ότι ο ελεύθερος επαγγελματίας τον οποίο έλιωσε η κυβέρνηση. Κι αν η αισθητική της αριστεράς είναι η αισθητική των ρομά, των ανθρώπων με ιδιαιτερότητες και των ταλαιπωρημένων των φυλακών, εμένα δε με εκφράζει».
«Ανθρώπους με ιδιαιτερότητες» διευκρίνισε πως ονόμαζε τους gay. Και έτσι κάπως τα μέλη της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας βρεθήκαμε από πολίτες δεύτερης κατηγορίας και ανάλογοι ψηφοφόροι. Εδώ το μίσος είχε σαν βασικό αποδέκτη του τούς ρομά. Ο Κούγιας ανάμεσα και σ’ άλλα που είπε συνέδεσε την παραβατικότητα των τσιγγάνων με την άποψη του να τους κηρύξει έκπτωτους ψηφοφόρους και κατά συνέπεια ανθρώπους. Η ταυτότητα του ρομά δεν έχει ανέκφραστες συνδηλώσεις. Η επίκληση της έννοιας «ρομά» δεν μπορεί με τίποτα να δημιουργήσει -από μόνη της- αναίτιους συσχετισμούς με οτιδήποτε άλλο. Το να είσαι «ρομά» δεν είναι ταυτόσημο με άλλες ιδιότητες πέρα από τις εθνικές καταβολές και την κυρίαρχη κουλτούρα του εν λόγω λαού. Η παθογένεια των ρομά δεν έχει για εφαλτήριο της κατώτερα ένστικτα αυτού του λαού. Είναι μια παθογένεια συνυφασμένη με την αδιαφορία της εκάστοτε κυβέρνησης να δώσει δραστικά κίνητρα σ’ αυτές τις φυλές να υπάρξουν και να γιορτάσουν για την επανάκτηση του απολεσθέντος δικαιώματός τους στη χαρούμενη πλευρά της ζωής. Η παιδεία πρέπει να είναι υποχρεωτική. Η παρακολούθηση της σχολικής διαπαιδαγώγησης να επιβάλλεται σαν νόμος που παραβίαση του θα επισείει σοβαρή ποινή για τους γονείς που θα παραμένουν αμετανόητοι μπροστά στο συμμάζεμα της ζωής τους. Η ρητορική μίσους είναι η θλιβερή κατάληξη της αμέλειας τόσων και τόσων χρόνων να ασχοληθούμε με τους συνανθρώπους μας. Μπορούμε μέσα από προληπτικές αναμορφώσεις να σπάσουμε ό,τι πριν συνιστούσε προκατάληψη απέναντι σε άνθρωπο, ομάδα ή λαό.
Για ‘μένα το σημαντικότερο με την ρητορική μίσους είναι να μοιραστούν τις ευθύνες τους οι άνθρωποι που την εκφέρουν και να μην γίνει μετάθεση των ευθυνών σε νομοθετικά κενά περί ποινικοποίησης της. Δεν υπάρχουν τέτοια κενά. Υπάρχει, όπως σημειώνεται και στην πιο πάνω παράγραφο, έλλειψη προληπτικών μέτρων για την εξάλειψη του εξεταζόμενου φαινομένου. Είναι παράξενο για μια δημοκρατία να καθιστά κολάσιμη την ελευθερία στην έκφραση. Πρέπει να σκεφτεί κανείς πολύ λογικά και να καταλάβει ότι η ελευθερία στην έκφραση χάνει τα πάντα όταν οι μειονοτικές ομάδες ζουν ευάλωτες και περιθωριοποιημένες σε συνθήκες αορατότητας.
Όταν δεν μπορούν να έχουν πρόσβαση στην φωνή. Από τη λογική προτάσσεται πάντα η προστασία αυτών των ομάδων. Η ανάδειξη των ιδιαιτεροτήτων τους είναι καλό να επισυμβαίνει και εν μέσω των πυρών εναντίον τους. Αυτές οι ιδιαιτερότητες όποτε αξιοποιούνται δημιουργικά οδηγούν σε πολιτισμικά θαύματα και δίνουν ένα πολυπολιτισμικό δυναμικό που ενώ προϋπάρχει δεν έχει στιλβωθεί ποτέ ως πλούτος της παράδοσης ενός τόπου.
Οι δημοκρατίες μπορούν πάντα να δώσουν πολιτικό λόγο για να μην φτάνει κανείς στη ρητορική μίσους. Πάντα ένας άνθρωπος καλοβλέπει τον κανιβαλισμό, εθίζεται σ’ αυτόν αλλά πρέπει να ξέρει πως απείρως πιο εθιστικά είναι η καλοσύνη, η αποδοχή, η συζήτηση, η αμεροληψία, η απροκατάληπτη γνωριμία με τον ξένο και το μυστήριο του.