Τις τελευταίες ημέρες βλέπω το ίδιο όνειρο. Είμαι πάνω σε μια ανοιχτή νταλίκα και έχω ένα μικρόφωνο στο χέρι. Με περιφέρουν σαν σπάνια εικόνα της Παναγίας της Πονολύτριας από καφέ σε καφέ, και από εστιατόριο σε εστιατόριο, σε όλες της γειτονιές της πόλης. Δεν θέλουν να πιστέψουν. Θέλουν να γιατρευτούν. Ένα χέρι μαγεμένο, ένα χέρι χνουδωτό, κατέστρεψε την ακοή τους και εξαφάνισε τις νότες. Στριφογυρίζω ιδρωμένος. Νοιώθω υπεύθυνος, νοιώθω πως τραγουδώ. Τι και πως, μάλλον, δεν έχει σημασία. Δίπλα μου, πάνω στην ανοιχτή νταλίκα, διακρίνω τον Μανώλη Χιώτη στο μπουζούκι, τον πιο εκνευριστικό από τα αδέρφια των Oasis στην κιθάρα και τον τύπο από το Sound of Metal στα ντραμς. Υποθέτω πως είναι από αυτά τα όνειρα που κάνεις ότι θέλεις και κανείς δεν σου φωνάζει, «ε, δεν γίνονται αυτά». Τραγουδώ και ο κόσμος μου πετάει νομίσματα και με φωνάζει στο τραπέζι του. Πάλι καλά. Σε άλλα όνειρα έχω περάσει χειρότερα. Αλλάζω εικόνες με φοβερή ταχύτητα. Αλλάζω τραπέζια με ακόμη μεγαλύτερη. Αλλάζω γειτονιές όπως σε άλλα όνειρα αλλάζω πλανήτες. Συνεχίζω να τραγουδώ και επαναφέρω τη χαμένη ακοή στους ανθρώπους. Τα καφέ γεμίζουν με ήχους, μουσική, τραγούδι, ο κόσμος χαμόγελα, ο Χιώτης μου κλείνει το μάτι, το μισό των Oasis μου πετάει μια μπύρα, αυτή προσγειώνεται σε ένα καθρέπτη, δεν σπάει, ρίχνω ματιά, και βλέπω τον Χαρδαλιά να με κοιτάει.
Ξυπνάω ουρλιάζοντας. Σύμφωνα με τον ονειροκρίτη στον οποίο και έτρεξα όσο το θυμόμουν, όποιος ονειρευτεί ότι τραγουδά, θα ακούσει ευχάριστες ειδήσεις και θα έχει επιτυχίες. Αν πάλι δεν ακούει τι τραγουδά, και τον ακούν οι άλλοι, τότε μπάι μπάι χάπινες, η επιτυχία του γίνεται δική τους επιτυχία, γι’ αυτό και την επόμενη φορά, καλό θα ήταν να ξεβουλώσει το αυτί και να ακούει καλύτερα. Αν πάλι, όλο αυτό, συνδυάζεται και με μία λανθασμένη «αντανάκλαση» σε καθρέφτη, βράστα Χαράλαμπε. Ξανακοιμήσου και έλπιζε για μεγαλύτερη επιείκεια στο επόμενο.
Τις τελευταίες μέρες, βλέπεις δεν βλέπεις όνειρα, έχει αποκαλυφθεί μια παράξενη, αδιανόητη, αποτρόπαια είδηση. Η μουσική σκοτώνει. Αν την πλησιάσεις στο ένα μέτρο σε ρίχνει κάτω ξερό, αν κάποιες νότες εισχωρήσουν στο μέσο ους, πηγαίνεις άκλαυτος, αν νιώσεις το πόδι σου να φεύγει από μόνο του λόγω αναγνώρισης παλιού αγαπημένου χορευτικού, γράψε τη διαθήκη σου, λίγα τα ψωμιά σου προβλέπονται.
Τις τελευταίες ημέρες οι (Έλληνες) ειδικοί, το έψαξαν από εδώ, το έψαξαν από εκεί, σκούπισαν τα ιδρωμένα από την ένταση γυαλάκια τους, κοίταξαν με θάρρος τους κυβερνόντες και είπαν: «Οκ ανοίξτε τα, ανάθεμα τα, αλλά τουλάχιστον κάντε το στα μουγκά. Στα σιγανά. Η μουσική επιβάλει μεγαλύτερη ένταση φωνής και προσπάθεια και αυτό αναγκάζει τους ανθρώπους να φτύνουν ο ένας τον άλλον, να έρχονται κοντά για να ακουστούν κι αυτό είναι σαλαμάκι στο ψωμάκι του ιού. Τι νομίζεις ότι θέλει ε;» Εντάξει το είπαν πιο επιστημονικά, μεταφορές περί σαλαμακίου δεν ειπώθηκαν. Αλλά η κεντρική ιδέα παραμένει ως έχει. Αν έχουν μουσική, ακόμη κι από αυτή που ισοδυναμεί με θρόισμα, ο θάνατος θα πλησιάσει και θα γίνει αυτός το κεντρικό πιάτο στο μενού.
Τα είπε και εντελώς ξεκάθαρα ο πρόεδρος του Πανελληνίου Ιατρικού Συλλόγου, Αθανάσιος Εξαδάκτυλος, στο Open: «Χωρίς μουσική δεν θα καταβάλλετε την επιπλέον προσπάθεια για να μιλήσετε σε ένα χώρο με δυνατή μουσική. Η οποία στέλνει τα σταγονίδια σας και τον ιό πιο μακριά από εκεί που τα στέλνει η φυσιολογική ομιλία». Να συμπληρώσω μια πρόταση; Μια ομάδα της αστυνομίας να κυκλοφορεί και να μετράει. Όχι τα ντεσιμπέλ της μουσικής. Αλλά αυτά της συνομιλίας μεταξύ των ανθρώπων. Όσο πιο σιγά, τόσο πιο καλά (Όλα εγώ πια!).
Πως το έλεγε η Σοφία στο Golden Girls, σε εκείνη τη σειρά που εξανθρώπισε με γέλια πολλά, τα 80’ς; «Let me tell you a story. Picture it! Sicily 1920…». Το τροποποιώ. «Φαντάσου αυτό! Ελλάδα 2021. Ανοίγουν καφέ και εστιατόρια μετά από μισό χρόνο κλεισούρας. Χωρίς μουσική. Μπορείς να πας σε αυτά μόνο αν στείλεις μήνυμα sms στο κράτος, στην αστυνομία. Μπορείς να είσαι απίκο μόνο ως τις 11. Αυστηρά. Το πολύ σε μισή ώρα θα πρέπει να είσαι σπίτι». Γύρνα το χρόνο τώρα, ενάμισι χρόνο πίσω. Ξαναδιάβαστο. Πόσο κανονικά νιώθεις;
Καφές και φαγητό στα μουγκά λοιπόν. Έξι μήνες μετά και κάποιοι σκέφτηκαν, να ένα βασικό μέτρο για να ανοίξει η εστίαση. Ορίστε το μεγάλο κόλπο για το μεγάλο άνοιγμα. Καλημέρα κόζμε. Ας καλωσορίσουμε τη νέα τάση. Καφέ άνευ μουσικής. Το «μετά», ας το να πάει σε άλλο τσιτάτο. Παγκόσμια πατέντα. Σκέψου κάτι αντίστοιχο με το «Σινεμά χωρίς εικόνα». Τόσο δυνατό. Τόσο έξτρα ορντινέρ. Έλα κόζμε, αντέγραψε μας. Μη διστάζεις. Μπορείς. Η μουσική σκοτώνει. Και τo #bluetooth ακουστικών στους πελάτες σώζει. Ή στα εν ζωή κρυφά laptop και κινητά ακόμη καλύτερα (α.κ.α το κρυφό σχολείο του νέου ’21 που αλλάζει ποζισιόν).
‘Έλα τώρα, πες μου πως δεν το σκέφτηκες, πες μου πως δεν το αποφάσισες, πες μου πως δεν έχεις ετοιμάσει ήδη τρίωρη (πόσα ποτά χωρούν;) λίστα στο stoptify; Έτοιμη να κανακέψει τα πάθη και να λιώσει τα όποια (εικονικά;) φιλιά.
Πες το δυνατά. Χωρίς μουσική δεν γίνεται. Και σκέψου. Τα (πληγωμένα από την απουσία) τραγούδια. Την άδεια κονσόλα. Το βουβό shazam. Τα ακούνητα ποδαράκια. Τους ανθρώπους της μουσικής που κοιτούν αποσβολωμένοι (κανείς δεν τους ακούει). Άχρωμοι, άυλοι, αόρατοι. Φίλοι, γνωστοί, (εγώ;), στέλνουν μηνύματα στην σοσιαλ/μιντιακή/δημοκρατία. Έτσι όπως νοιώθουν, είναι η μόνη που τους έμεινε. «Πότε θα ζήσουμε ξανά»; Πες το ακόμη πιο δυνατά. Χωρίς μουσική δεν γίνεται. Γιατί ναι, αυτή είναι η απάντηση. Σε όλα!
Υ.Γ. Άσχετο; Το 13033 που συνοδεύει ως sms, τα νέα δεδομένα της εστίασης, σύμφωνα με τον υπουργό Επικρατείας, Γιώργο Γεραπετρίτη: «έχει υψηλό συμβολισμό και μια λειτουργία, αν μου επιτρέπετε να πω, παιδαγωγική». Όχι δεν σας επιτρέπουμε!