Categories: HOUSE OF PANTS

Christian Löffler & Parra for Cuva στο Fuzz Club: Η πρώτη μου συναυλία σε κλειστό χώρο, στην μετα-covid εποχή

Έχω πάει θέατρο. Και σε ανοιχτό και σε κλειστό χώρο. Τα ‘χω πιει σε bar. Και σε ανοιχτό με τη φεγγαράδα να πέφτει στο κεφάλι μου, και σε κλειστό με το ταβάνι και τον κόσμο να οριοθετούν τις αντοχές μου. Έχω δει τους The Irrepressibles σε ανοιχτό, έξω από την Λυρική Σκηνή, πάνω σε μια σκηνή, μέσα στο κανάλι. Καλή συναυλία δεν ήταν, αλλά έζησα το αυτονόητο. Στρατιωτάκια με «φακελωμένα» πρόσωπα, παραταγμένα με τις πρέπουσες αποστάσεις. Σε club δεν έχω μπει. Ούτε σε ανοιχτό, ούτε σε κλειστό. Οπότε είπα να γίνει η μεγάλη επαναφορά και να τα συνδυάσω. Το κλειστό της συναυλίας και την αίσθηση του κουνήσου ποδαράκι μου, “πες τώρα πως κλαμπάρεις”.

Ο συνθέτης και εικαστικός Christian Löffler, όπως θυμούνται καλά οι κλαίοντες στο όνομα του, είχε έρθει παλαιά, λίγο πριν την μεγάλη πανδημία. Αγαπημένο το λες. Κατσικοπόδαρο επίσης! Στον ίδιο χώρο. Δεν είχα πάει. Αλλά αναγνώρισα το καρμικό του πράγματος. Ένας κύκλος ανοίγει και ένας κύκλος κλείνει. Ήταν 7 Μαρτίου του ’20. Τώρα 3 Νοεμβρίου του ’21. Μπουμ! Σαν ξόρκι για να αποδαιμονοποιήσεις όλα αυτά που πέρασες. Φτου, να φύγει το κακό. Σαν μια ευχή στην καλή σου νεράιδα αν υποθέσουμε πως πιστεύεις σε αυτή και κυρίως, πως διαθέτεις τέτοια. Ποια ευχή; Να γυρίσει πίσω ο χρόνος σε όλα αυτά που ζούσαμε και αγαπούσαμε και να ξεχάσουμε όλα αυτά που μεσολάβησαν. Αμ δε…

Τα βάζω λίγο στη σειρά. Πιστοποιητικά για τους εμβολιασμένους, μάσκες που κρύβουν τα χαμόγελα, απορία στα μάτια για τη μεγάλη επιστροφή (κι άλλα πρωτάκια σαν και μένα!). Τράβα τώρα από πίσω, η ουρά ξεκινά από την Πειραιώς (σουξεδάκι ο κατσικοπόδαρος). Υπομονή  μέχρι να ανοίξουν οι πόρτες. Και μετά  ξέρεις. Το πιστοποιητικό μπαίνει στη τσέπη, η μάσκα κατηφορίζει διακριτικά προς το μπράτσο και η απορία της επιστροφής μεταμορφώνεται σε ένα επικό «δεν παν όλα να… ». Πάνε, δεν πάνε, θα δείξει αργότερα, τώρα δεν είναι της ώρας.

Δύο χρόνια μετά, κι ακόμη να θυμηθώ ποια ήταν η τελευταία μου κλειστή συναυλία. Πριν σκάσει η χαρούμενη αυτή πανδημία (λες και εχω ζήσει κι άλλη). Δύο χρόνια μετά και νοιώθω πως όλα τελικά είναι σαν το ποδήλατο (και το άλλο που το συσχετίζουν πάντα-κλείνω ματάκι). Νομίζεις πως το ξεχνάς αλλά είναι πάντα εκεί. Ένα, δύο, τρια… πάμε. Που; Εκεί μπροστά. Με τη μπύρα στο χέρι. Και τις πρώτες νότες να σε αγκαλιάζουν. Με τα φώτα να τρεμοπαίζουν. Την καρδούλα να χτυπά από τα beat (και την ανατριχίλα στο σβέρκο- κλείνω ξανά ματάκι). Και το ρυθμό να κατεβαίνει από το κεφάλι στα πόδια. Χορεύεις. Σιγα μη δε χόρευες. Μήνες το περίμενες. Σε σκουντάνε. Δεν σε νοιάζει. Τους σκουντάς και συ. Δεν τους νοιάζει. Ελπίζεις. Σαν να μη πέρασε μια ώρα, ένα λεπτό, από την προηγούμενη φορά. Κι ας ξενίζουν για δύο νανοεκατοστά του δευτερολέπτου, οι αγκαλιές, τα φιλιά κι αυτό το στριμωξίδι. Όπως και αυτή η άνεση στα «ανοιχτά» πρόσωπα (ο “φορμπίντεν” καρπός ενός άστατου “επιδημικού” κώδικα). Δύο νανοεκατοστά του δευτερολέπτου μετά και αυτά τα δύο χρόνια που μεσολάβησαν, γίνονται dust in the wind (όπου the wind το λέιζερ του καλλιτέχνη) και εξαφανίζονται. Για να μείνουν τα ανοιχτά κινητά. Να φυλακίζουν τις στιγμές. Από πάντα για πάντα. Στον αιώνα των αιώνων. Αμήν. 

Η συναυλία ή το djing, όπως θες πες το, των δύο Γερμανών, είχε όλα τα παραπάνω, όπως κι άλλα τόσα.

Είχε τον Para of Cuva να «ζεσταίνει» έξυπνα τον φίλο (και ίσως μέντορα του), έτσι ώστε αυτός να βγει μετά αρκούντως μελαγχολικός αλλά μακροπρόθεσμα χορευταρούδικος. Είχε ένα γουόλ με βίντεο γεμάτα περιβαλλοντικά σύμβολα (βιζουαλ σύμφωνα με την Μισέλ, κόρη της Μαρίζας, που χόρευε υπνωτισμένα μπροστά μου). Δύο δέντρα, τρία δέντρα, τέσσερα δέντρα, μια θάλασσα πίσω από τα δέντρα. Ωραία περάσαμε και με αυτό.

Είχε κυρίως αυτό που λέμε, «μια πολύ ωραία ατμόσφαιρα». Συνηγόρησαν σε αυτό το έτοιμο από καιρό κοινό, αλλά και οι έτοιμοι από καιρό καλλιτέχνες που είναι και πάλι στο δρόμο, επικοινωνώντας τα session τους με τον κόσμο. Γιατί μη νομίζεις αυτή η ανάγκη είναι αμφίδρομη. Στο οποίο μάλλον και χρωστάμε την ανέλπιστη χορευτική εκφραστικότητα τους, τόσο μακριά από το ξερό ακούνητο γηπεδικό feeling –«σας έχω»- των συναδέλφων μεγαθηρίων. Αν είχα  βεβαίως χοροθεατρική ομάδα o Para de Cuva θα ήταν η επιλογή μου. Τα πόδια του ήταν σαφώς σε καλύτερη αρμονία με αυτά που άκουγε, σε σχέση με τον σταρ της βραδιάς Löffler και τα δικά του πόδια (που πήγαιναν, ξεκάθαρα, όπου δεν ήθελε).  Επειδή όμως έσκισαν με τις μουσικές τους τους περνάω και τους δύο, ούτως η άλλως ο χορός ήταν δική μας υπόθεση.

Συνοψίζω: Ωραία βραδιά και ωραίες μουσικές για να χορεύεις και να σκέφτεσαι ταυτόχρονα. Σαν να κάνεις ψυχοθεραπεία, εσύ στον εαυτό σου, μια Τετάρτη βράδυ, σε ένα κλαμπ. Μια κουκίδα ανάμεσα στις τόσες. Μια κουκίδα που για πρώτη φορά μετά από καιρό, δεν την νοιάζει που αισθάνεται τέτοια.  

Παίζουμε Trivia

Christian Löffler

Ο μουσικός, συνθέτης αλλά και εικαστικός Christian Löffler πειραματίζεται συχνά με νέες τεχνικές και νέους ήχους. Είναι αυτοδίδακτος και ξεκίνησε την αναζήτησή του στο χώρο της μουσικής σε ηλικία 14 ετών. Δημιούργησε μια  σειρά από άλμπουμ στα οποία συγκεντρώνει στοιχεία από deep house, minimal techno και ambient. Συνδυάζει αρμονικά, με φυσικό τρόπο, δύο αντιφατικούς κόσμους, τους μελαγχολικούς τόνους και τη χορευτική μουσική. Στο φημισμένο του ντεμπούτο “A Forest” είχε συνεργαστεί με τις τραγουδίστριες Gry Bagøien (από τη Δανία) και Mohna (από τη Γερμανία), το συγκρότημα Me Feels και τον ποιητή Marcus Roloff.  Ακολούθησαν κι άλλοι πολλοί, κύρως στα φεστιβάλς του κόσμου, όπως οι Alt-J, Bonobo, The Glitch Mob, Jungle, Noisia, Chet Faker, Son Lux, Axwell ∆ Ingrosso, Hardwell και ZHU. Μεταξύ άλλων, διατηρεί τη δική του δισκογραφική εταιρεία, Ki Records. Γεννήθηκε το 1985. Είναι Κριός!

Website – www.christian-loeffler.net
Instagram – www.instagram.com/christianloeffler
YouTube – www.youtube.com/user/medikit2

Parra for Cuva

Ο Nicolas Demuth, κατά κόσμον Parra for Cuva, έχει δημιουργήσει μία καλλιτεχνική και μουσική ταυτότητα κάπως ασυνήθιστη, στο ευρύτερο πεδίο της ηλεκτρονικής μουσικής σκηνής. Γεννημένος στην Κολωνία, ξεκίνησε την αναζήτησή του σε πολύ μικρή ηλικία, με το κλασικό πιάνο, ενώ στη συνέχεια ασχολήθηκε με ένα ευρύ φάσμα διαφόρων μουσικών ειδών, όπως η Jazz, η Pop και η Indie. Πριν το Parra for Cuva είχε βρει για τον εαυτό του, ένα επίσης αλλόκοτο ψευδώνυμο,  το Natur-Klang. Zει πλέον στο ατμοσφαιρικό Βερολίνο. Με τη βοήθεια μουσικών οργάνων, συνθεσάιζερ και ψηφιακής επεξεργασίας, δημιουργεί έξυπνα, ταιριαστά μεταξύ τους μουσικά κομμάτια από εθιστικές μελωδίες, απαλούς ρυθμούς και ήχους που καταγράφει στην καθημερινή ζωή. Ο (πολύς) κόσμος τον έμαθε το 2014 όταν κυκλοφόρησε η διασκευή του στο Wicked Games του Chris Isaak). Γεννήθηκε το 1991. Ζώδιο άγνωστο.

Website – www.parraforcuva.de
Instagram – www.instagram.com/parra_for_cuva
YouTube – www.youtube.com/user/ParraforCuva

Δημήτρης Πάντσος

Share
Published by
Δημήτρης Πάντσος