Το Pasticcio αυτήν τη βδομάδα ρίχνει γέφυρες ανάμεσα στο παρόν και το παρελθόν, τη Δύση και την Ανατολή, το σώμα και το πνεύμα, τους άντρες στη Madison Avenue και τις γυναίκες στην Teen Vogue.
Στο σάουντρακ ο Jason Molina που έφυγε από τη ζωή πριν 4 χρόνια στις 16 Μαρτίου του 2013 και ο δίσκος The Magnolia Electric Co με το σχήμα του Songs: Ohia.
Με μόνη μας πατρίδα τα ποτάδικα, το ταξίδι ξεκινάει…
– «Οι άνθρωποι εδώ έρχονται και φεύγουν χωρίς να λένε αντίο;»
– «Συγγνώμη, αλλά οι άνθρωποι είναι ελεύθεροι να πηγαινοέρχονται όποτε και όπως θέλουν εδώ», απαντάει στον Don Draper, στο τελευταίο επεισόδιο της σειράς Mad Men, η διευθύντρια του κέντρου πνευματικής αποκατάστασης που είχε καταφύγει, θέλοντας να αποσαφηνίσει τις συνθήκες διαμονής εκεί. Ή και στη ζωή γενικότερα. Δύο χρόνια μετά το αφαιρετικό, όπως εύστοχα το χαρακτήρισε τότε η Χρύσα Οικονομοπούλου, αντίο της σειράς, ο Don έρχεται πάλι πίσω στις ζωές μας. Η διαφημιστική εταιρεία που έχει τώρα πελάτη την Heinz ανακοίνωσε πριν λίγες μέρες ότι θα χρησιμοποιήσει μία ιδέα που προσπάθησε να πουλήσει σε ένα επεισόδιο της σειράς σε στελέχη της Heinz ο Don, ο πρωταγωνιστής-πρωτοπόρος διαφημιστής στην Madison Avenue στα 60s. Η ιδέα απλή: φωτογραφίες με κοντινά λαχταριστών φαγητών που συνδυάζονται ιδανικά με την κέτσαπ στο μυαλό των καταναλωτών, συνοδευόμενες μόνο από την ατάκα “Pass the Heinz”. Στη σειρά, τα στελέχη της Heinz απέρριψαν την ιδέα επειδή δε φαινόταν πουθενά το ίδιο το προϊόν, το μπουκάλι της κέτσαπ. Δεν αγόρσαν την πρόταση του Don ότι η απουσία θα καλυφθεί αποτελεσματικότερα από τη φαντασία του καταναλωτή. 50 «τηλεοπτικά» χρόνια μετά, η Heinz αποφάσισε, τελικά, στην πραγματική ζωή να επενδύσει στη φαντασία του Don Draper, ενός διαφημιστή που σε ένα άλλο επεισόδιο περιέγραψε την αγάπη ως μία έννοια που έχει εφευρεθεί από τύπους σαν αυτόν για να πουλάνε καλσόν (σε μια μέλλουσα πελάτισσα κι ερωμένη του, σε έναν ανδροκρατούμενο κόσμο). Η καμπάνια θα γεμίσει πλέον τα αμερικάνικα έντυπα με καταχωρήσεις και τις αερικάνικες πόλεις με μεγάλα billboards, άλλη μια απόδειξη για το πόσο σωστά ο δημιουργός της σειράς, Matthew Weiner, συνέλαβε πώς λειτουργούν ο κόσμος, η ζωή και οι σχέσεις διαχρονικά.
Αυτή η μικρή πραγματική ιστορία μέσα στη μεγαλύτερη φανταστική βρίσκεται εδώ.
Συνεχίζοντας με τη λιγότερο αβάσταχτη ελαφρότητα της επικαιρότητας, την προηγούμενη βδομάδα η Amal Alamuddin-Clooney, καταξιωμένη δικηγόρος με ειδίκευση στο διεθνές δίκαιο και τα ανθρώπινα δικαιώματα, έδωσε ομιλία σε μία συνάντηση των Ηνωμένων Εθνών με θέμα την επιβολή δικαιοσύνης για τις θηριωδίες που διαπράττει το Da’esh, το Ισλαμικό Κράτος γνωστό ως ISIS. Μαζί της ήταν και η Nadia Murad, ακτιβίστρια υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, επιζήσασα της γενοκτονίας των Γιαζίντι και υποψήφια για Νόμπελ Ειρήνης. Για το περιοδικό Time και τη νέα του πλατφόρμα Motto που δημιουργήθηκε για να εκφράζει στοχευμένα τις νέες γυναίκες αναγνώστριες, η είδηση μετατράπηκε στο εξής tweet: “Amal Clooney shows off her baby bump at the United Nations”. Στο κείμενο της είδησης η προσφώνηση περιορίζεται στο «η μέλλουσα μητέρα και σύζυγος του George Clooney», δίνεται έκταση στις στιλιστικές της επιλογές και το περιτύλιγμα ολοκληρώνεται με αναφορά στην Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας. Προφανώς και δεν υπάρχει τίποτα προβληματικό, ευτελές ή επιλήψιμο στο να ενδιαφέρεται μία σύγχρονη γυναίκα για τη μόδα. Newsflash: Μπορεί όμως να ενδιαφέρεται ταυτόχρονα και για τις πολιτικές και για τις στιλιστικές εξελίξεις. Δεν έχει την πρωτοκαθεδρία το αντρικό φύλο και το Playboy, στο οποίο το γυμνό βρισκόταν πάντα μερικές σελίδες μακρά από μια συνέντευξη προσωπικοτήτων όπως ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ. Το πρόβλημα έγκειται στο πώς ένα καθαρά ειδησεογραφικό περιοδικό, και μάλιστα το νεοσύστατο παράρτημά του για το γυναικείο αναγνωστικό κοινό, επιλέγει να καλύψει μία είδηση με τέτοια αφήγηση, εκπαιδεύοντας το κοινό σε συγκεκριμένς στερεοτυπικές συμβάσεις και πρότυπα. Ειδικά τη στιγμή που νεανικά περιοδικά αντίστοιχου κοινού, όπως η Teen Vogue, παραδίδουν μαθήματα δημοσιογραφίας και πολιτικού ρεπορτάζ, εξελίσσοντας το παράδειγμα που έθεσαν τα πρώτα «φεμινιστικά μπλογκ», όπως το Feministe, το Shakesville και το Jezebel, χωρίς να διστάζουν στην επόμενη σελίδα να παραδίδουν και μαθήματα μακιγιάζ. Ειδικά τη στιγμή που ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Donald Trump, συνεχίζει ακάθεκτα το μπαράζ σεξιστικών σχολίων και υπογράφει εκτελεστικές πράξεις κατά των αμβλώσεων, στερώντας από εκατομμύρια γυναίκες μέχρι και την ενημέρωση για το πώς μπορούν να αποφύγουν μία ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη.
Εύστοχος ο σχολιασμός του Atlantic κι εδώ ένα αναλυτικό άρθρο με όσα έχει καταφέρει η γυναικεία δημοσιογραφία νέας γενιάς, όσο και αν επίμονα μειώνεται ως «ανάλαφρη».
Ο καλύτερος ορισμός για τα dive bars, αυτά τα μπαρ με τις μπάρες (και τους ανθρώπους) χωρίς λούστρο, δόθηκε σε ένα τεύχος του Playboy, μιας και το έφερε πριν η κουβέντα: “A church for down-and-outers and those who romanticize them, a rare place where high and low rub elbows — bums and poets, thieves and slumming celebrities. It’s a place that wears its history proudly”. Ο Anthony Bourdain, ο σεφ/πολίτης του κόσμου, αποφάσισε να κάνει αφιέρωμα στο Σικάγο για την εκπομπή του Parts Unknown με αφορμή το μπαρ Old Town Ale House και τον ιδιοκτήτη του, Bruce Cameron Elliot. Ο Bruce δεν επιτρέπει τα σφηνάκια στο μαγαζί του. Είναι απότομος, αθυρόστομος, με νοσηρό χιούμορ, πολιτικά μη ορθός, είναι πολλά ακόμα, αλλά πάνω απ’ όλα είναι κάποιος που γουστάρει αυτό που κάνει και δεν κρίνει τους θαμώνες του. Ο Don Draper, μιας και τον έφερε κι αυτόν η κουβέντα, έλεγε ότι όταν ένας άνθρωπος μπαίνει σε έναν χώρο, φέρνει μαζί του και όλη τη ζωή του. Κι, ενώ αυτός ο άνθρωπος θα μπορούσε να είναι οπουδήποτε αλλού εκείνη τη στιγμή, αν τον «ακούσεις» προσεκτικά θα σου πει πώς έφτασε εκεί που έφτασε. Ο φατσοκόφτης (sic) Bruce τους παρατηρεί, τους ακούει, τους δίνει παρατσούκλια και τους ζωγραφίζει με τα σημάδια, εμφανή ή μη, που κουβαλάνε με το πέρασμα των χρόνων, σαν αυτά που κουβαλάει η μπάρα στο μαγαζί του.
Και καταγράφει τις ιστορίες τους, χωρίς να τις λειαίνει, στο blog του.
Από τα μπαρ στη Δύση με τάση στα λάθη και τα πάθη, ταξιδεύουμε στα μπαρ στην Ανατολή, και συγκεκριμένα στην Ιαπωνία, όπου βάσει νόμου (Fueiho law), μέχρι πρόσφατα απαγορευόταν «η ενεργός αναζήτηση της απόλαυσης» (δηλαδή και ο χορός) σε μέρη χωρίς ειδική άδεια κι αυστηρές προϋποθέσεις. Επειδή, όμως, ουδέν κακόν αμιγές καλού, τα τελευταία χρόνια σημειώθηκε άνθιση των μικρών μπαρ, εμμονικά προσηλωμένων στην ποιότητα του ήχου και της κουλτούρας για ουσιαστική απόλαυση της μουσικής όλων των ειδών. Στο JBS, ένα μικρό μπαρ με μία μεγάλη συλλογή βινυλίων και ουίσκι, ο ιδιοκτήτης επιλέγει τη μουσική, αφήνοντας κάθε φορά το εξώφυλλο του βινυλίου σε εμφανές σημείο κάτω από έναν μικρό προβολέα, για να γνωρίζουν οι θαμώνες τι παίζει ανά πάσα στιγμή και στο Nightingale μετράμε 7 σκαμπό, πολλά ηχεία, ένα πιάνο και μία μικρή οθόνη πίσω από το μπαρ που παίζει ατμοσφαιρικά φιλμ της δεκαετίας του ‘20 (στο mute). Στο DJ Bar Bridge, ο ιδιοκτήτης δημιούργησε Το Τρίτο Μέρος, μία μπάρα, άψογο ηχοσύστημα και θέα στη διάσημη διασταύρωση της Shibuya για όσους θέλουν να χαλαρώνουν μετά τη δουλειά και πριν το σπίτι, ενώ στο SHeLTeR οι λίγοι θαμώνες που χωράνε διασκεδάζουν με listening parties. Ο ιδιοκτήτης του Sei, έχοντας βιώσει τη μουσική μέσα από τον κρυστάλλινο ήχο στα πάρτυ του David Mancuso στο Loft της ΝΥ, έφτιαξε ένα μπαρ με άριστη ηχομόνωση για μέγιστη ακουστική απόλαυση και στο Grassroots οι DJs έχουν την ελευθερία να παίζουν όποιο είδος μουσικής θέλουν ανάλογα με τη διάθεσή τους, καταλήγοντας μέχρι και σε sets που διήρκησαν 20 ώρες για ανθρώπους που μπορούν να επιβληθούν στις επιταγές του σώματος και να βρουν την απόλαυση στο πνεύμα.
Στο αφιέρωμα του Resident Advisor όλα αυτά με εικόνες. Εξάλλου, Στον Πλανήτη Ιαπωνία τα Πάντα Είναι Εύκολα.