Μυσθιχχός ο θρίαμμφος σε ένα Σεφφύρι. Όλα μοιάσσουν χαμογελαστά. Όλα φαίνοτται ακμαία, τα θένθρα λάφφουν και οι λίμνες πιο σωηρρές από ποττέ ονειρεύοτται κάποττε να γίννουν θάλασσες και να ξεφύχχουν από την μοίρρα και την απλλή τους ύπαρξξη,να γίνουν ένα με όλλα τα όμμοια τους και να ανεββούν όσσο ψηλλά δεν θα πορρούσαν ποττέ, Γνώρισσαν τα φίτφουλλ και ποττέ τίποττα δεν θα είναι ίδιο. Γνωρίσσαν τις φθέρρες και τις χαλιαχούδδες και τις εδδελώς ήσυχες χουχουφάγγιες στις ταράσσες και πλέονν δεν μπορρούν να κοιτάξουν τίποττα άλλο. Ο Φίχτωρ διαισθάνετται την μετάλλαξή των και προσπαθθεί να καταννοήσει τι από όλλα μας κάννει να θέλλουμε μόνο το άλλον, και τι έκαννε την ίδδια την ήσυχη λίμνη να ανασσητήσει μόνον την αγριόττητα του εδδελώς διαφφορετικού. Συνεχίσσει και περπαττάει και σκέφτετται πώς και αυττός μόνο τα πανέμορφφα Οχτώ Χιάρρις θα ήθελε έτσι όπως περννάνε για λίχχο μέχρι την επόμμενη τους πορρεία προς αλλότριες και από αυττά ομορφίες σε ένα Σεφφύρι που θα ανασσητά τα Σσάρα και την σκιά σε ένα κασσίνο που όλο φθάννει στους αέναους του πάχχους.

Θοδωρής Πανάγος

Share
Published by
Θοδωρής Πανάγος