Όπως συνήθως συμβαίνει στην εποχή των non papers τα πρώτα συμπεράσματα για τον ανασχηματισμό που μας επιφύλασσε η πρώτη εργάσιμη του 2021 είχαν ήδη βγει από τις διαρροές των προηγούμενων 24ωρων (ίσως κι εβδομάδων)…
– Το κυβερνητικό σήμα παραμένει βαρύ, αφού εξακολουθούν να το απαρτίζουν σχεδόν 60 άτομα. Η έλλειψη ευελιξίας κι (επικοινωνιακού) συντονισμού πάντως κλονίζει καθημερινά την αξιοπιστία της κυβέρνησης μεγαλώνοντας τη σύγχυση όσον αφορά τη διαχείριση της πανδημίας. Πολύ ενδεικτικά θυμόμαστε τον τέως κυβερνητικό εκπρόσωπο Στέλιο Πέτσα να διαψεύδει το lockdown της 7ης Νοεμβρίου λίγες ώρες πριν το ανακοινώσει ο πρωθυπουργός, ενώ μόλις το Σαββατοκύριακο που μας πέρασε είχαμε τον υπουργό Ανάπτυξης, Άδωνι Γεωργιάδη, να εξηγεί πως θα ξανανοίξει σε ζώνες το λιανεμπόριο επίσης λίγες ώρες πριν ανακοινωθεί ακόμα σκληρότερο lockdown. Για το δε άνοιγμα των σχολείων είναι σχεδόν αδύνατον να παρακολουθήσεις τη συζήτηση, χωρίς να κάψεις τον εγκέφαλό σου. Ο καθένας λέει ό,τι θέλει με κυβερνητικούς εκπροσώπους, υφυπουργούς παρά τω πρωθυπουργώ και μέλη της επιτροπής λοιμωξιολόγων να αλληλοδιαψεύδονται σχεδόν 24/7…
– 5 στα 6 μέλη της νέας κυβέρνησης παραμένουν άνδρες (παρόμοιο ποστοστό είχαν και τα τρία κυβερνητικά σχήματα της περιόδου ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ). Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν κατάφερε ούτε τώρα να βρει «γυναίκες που θα ενδιαφέρονταν να μπουν στην κυβέρνηση», όπως είχε δηλώσει στο BBC τον Ιούλιο του 2019 λίγες μέρες αφότου είχε εκλεγεί.
– Στο πεδίο της εκπροσώπησης πάντως έγινε ένα σημαντικό βήμα. Ο Νικόλας Γιατρομανωλάκης είναι ο πρώτος ανοιχτά gay υφυπουργός (αρμόδιος για θέματα πολιτισμού). Στα σόσιαλ μίντια ήδη έχουν στήσει χαρακώματα: από τη μία υποστηρίζουν τη δύναμη του συμβολισμού (και μάλιστα από μία, το λιγότερο, συντηρητική κυβέρνηση), από την άλλη μιλάνε για pinkwashing (την υπερπροβολή δηλαδή της επιλογής ως αντιπερισπασμού μιας κυβέρνησης με ιστορικά χαμηλές δικαιωματικές προτεραιότητες). Και οι δύο αναγνώσεις, παρότι δεν ακυρώνει απαραίτητα η μία την άλλη, είναι προϊόντα ενός σαφούς κοινωνικού και πολιτικού συντηρητισμού. Και μάλλον αδικούν το πρόσωπο.
– Από τους υπουργούς που έχουν δεχθεί τα περισσότερα (όχι και πολλά δηλαδή για τους γνωστούς λόγους μιντιακού πλουραλισμού) πυρά αυτού του 1.5 χρόνου διακυβέρνησης της ΝΔ, ο μοναδικός που έχασε το χαρτοφυλάκιό του ήταν ο Γιάννης Βρούτσης. Αντικαταστάθηκε από τον Κωστή Χατζηδάκη, έμπειρο στο να ξεφλουδίζει καυτές πατάτες είτε είναι η συμφωνία Aegean-Ολυμπιακής, είτε το περσινό αμφιλεγόμενο περιβαλλοντικό νομοσχέδιο, με το ασφαλιστικό να βρίσκεται πια μπροστά του. Κι αν είναι προφανές ότι η κυβέρνηση θα αναιρούσε τον εαυτό της (κι ένα από τα βασικά αφηγήματά της) αντικαθιστώντας τον Μιχάλη Χρυσοχοϊδη στο Προστασίας του Πολίτη, κι αν μια αντικατάσταση του Βασίλη Κικίλια θα ήταν (πέρα από επιβεβλημένη) και παραδοχή προβληματικής διαχείρισης της πανδημίας, αναρωτιέται κανείς με ποια ακριβώς κριτήρια ο Κυριάκος Μητσοτάκης δίνει ψήφο εμπιστοσύνης στη Νίκη Κεραμέως της μόνο αρνητικά συζητημένης θητείας στο υπουργείο Παιδείας ή στον Κώστα Καραμανλή του (απόντος στην πανδημία) υπουργείου Μεταφορών και Υποδομών. Ο Νότης Μηταράκης επιβραβεύεται στο υπουργείο Μετανάστευσης κι Ασύλου, έκανε άλλωστε πράξη την κυβερνητική στρατηγική «να τους κάνουμε τη ζωή δύσκολη» στο προσφυγικό, ενώ ο Χάρης Θεοχάρης θα ήταν μάλλον άδικο να χάσει το Τουρισμού ως Ιφιγένεια για την αλήστου μνήμης πρωθυπουργική φιέστα στη Σαντορίνη του περασμένου καλοκαιριού.
– Το τελευταίο, λοιπόν, συμπέρασμα είναι ότι ο ανασχηματισμός δεν έχει καμία λειτουργική ουσία. Έγινε αποκλειστικά για την τήρηση ισορροπιών εσωκομματικής συνοχής. Το ρεπορτάζ των τελευταίων εβδομάδων έκανε λόγο για «κομματικό ανασχηματισμό» χωρίς πολλούς «εξωκοινοβουλευτικούς» ή, αν προτιμάτε τους αγαπημένους ευφημισμούς της ΝΔ, «άριστους»/«τεχνοκράτες». Επιβεβαιώθηκε. Στην πιο δύσκολη καμπή της θητείας της, η κυβέρνηση στράφηκε και πάλι στη μεγάλη δεξαμένη της λαϊκής δεξιάς και των ανθρώπων του Αντώνη Σαμαρά (ο Κωνσταντινός Μπογδάνος ίσως αισθάνεται λίγο απογοητευμένος στην τοποθεσία «στην απέξω»). Η αναβάθμιση του Μάκη Βορίδη στο Εσωτερικών και η τοποθέτηση της Σοφίας Βούλτεψη ως υφυπουργού στο Μετανάστευσης κι Ασύλου δεν είναι μόνο άβολες λόγω της συσχέτισης της πολιτικής καταγωγής/πολιτικού λόγου τους με το αντικείμενο των υπουργείων. Έρχονται να συνδυαστούν με την τοποθέτηση του Άγγελου Συρίγου (του Δικτύου 21) στο Παιδείας και του Γιώργου Στύλιου στο Ψηφιακής Διακυβέρνησης (εκεί που ο ανασχηματισμός έφερε in full accordance… και διαγραφές στο Instagram). Μαρτυρώντας ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης χρειάζεται στήριξη εκ των έσω. Ναι, μεν δεν έχει να διαχειριστεί κάποιο μιντιακό σφυροκόπημα, τα νούμερα όμως είναι αμείλικτα.
Η κυβέρνηση απέτυχε στο δεύτερο κύμα αφού οι νεκροί ξεπέρασαν τους 5000, ακροβατεί θεσμικά με τις απαγορεύσεις του μαινόμενου Χρυσοχοϊδη, ενώ η χώρα είναι ουραγός σε λίστες διαχείρισης της πανδημίας και το παρατεταμένο lockdown τρώει τις σάρκες της οικονομίας, Καθημερινα βλέπουμε υπουργούς να μη σέβονται παρά μόνο να εργαλειοποιούν τον επιστημονικό λόγο, επιδιδόμενοι σε έναν εντελώς αντιπαραγωγικό επικοινωνιακό βομβαρδισμό που μοιραία προκαλεί ευτράπελα σαν τις μακέτες του Κικίλια ή την υποδοχή των εμβολίων από τον Χαρδαλιά. Ο δε, έστω μικρής κλίμακας, προνομιακός εμβολιασμός κυβερνητικών στελεχών όπως π.χ. ο υφυπουργός Απόδημου Ελληνισμού πριν λίγες μέρες με όσες «προσωπικές παρεμβάσεις Μητσοτάκη» κι αν αποδοκιμαστεί, έχει απλώσει κι άλλο βούτυρο στο ψωμί των συνωμοσιολόγων.
Παρότι δεν (θα έλεγε κανείς ότι) πιέζεται κι ασφυκτικά από την αντιπολίτευση του εντυπωσιακά αμήχανου ΣΥΡΙΖΑ, ο ανασχηματισμός είναι μια κίνηση αμυντικής τακτικής από την κυβέρνηση. Ίσως και κλείσιμο του ματιού για εκλογές το τελευταίο τρίμηνο της χρονιάς, αν την ευνοούν τα επιδημιολογικά δεδομένα. Τίποτα παράξενο ή πρωτόγνωρο σε όλα αυτά. Η πολιτική άλλωστε δεν είναι μόνο η τεχνή του εφικτού, αλλά και του διαρκούς ελιγμού. Μόνο που στην περίπτωση της παρούσας κυβέρνησης, τελικά, ο ελιγμός δεν είναι και τόσο μεγάλος. Καλό το κεντροδεξιό προφίλ με το οποίο γοήτευσε προεκλογικά μέρος του φιλελεύθερου κέντρου ο Κυριάκος Μητσοτάκης, αλλά εδώ κι 1.5 χρόνο στρίβει μόνο προς τα δεξιά. Λες και Πρωθυπουργός της χώρας είναι ακόμα ο «σκληρός» Αντώνης Σαμαράς (που φροντίζει να υπενθυμίζει διαρκώς την παρουσία του π.χ. με την στάση του στην επικύρωση των επιμέρους της Συμφωνίας των Πρεσπών που…δε θα γίνουν ποτέ, αφού η κυβέρνηση δεν τις φέρνει στη Βουλή καθώς φοβάται κοινοβουλευτικό φιάσκο).
Υπάρχει όμως μια (όχι και τόσο) μικρή λεπτομέρεια.
Η χώρα, όπως κι όλος ο πλανήτης, δεν έχει ξεμπερδέψει με την πανδημία. Κανείς λογικός πολίτης, κανείς δηλαδή από αυτούς που δεν ξόδεψαν ούτε μισό κύτταρο φαιάς ουσίας στο φαιδρό debate Αντετοκούνμπο-Τσιτσιπά, δεν περίμενε από την κυβέρνηση να μην κάνει λάθη ή να μην πέφτει στις αντιφάσεις που έχουν πέσει όλες οι κυβερνήσεις σε όλον τον πλανήτη μπροστά στο πρωτοφανές του κορωνοϊού. Η ελάχιστη απαίτηση από τα μέλη της, όμως, είναι λιγότερο σόου και περισσότερο σχέδιο, και, παρότι το ξέρουμε ότι δεν αισθάνονται ίσοι με μας τους υπόλοιπους, να μη μας το δείχνουν κιόλας.
Κι ο μεγάλος φόβος είναι πόσο (και ποτε) αυτό το «ολοταχώς δεξιά» θα συναντήσει τον Τραμπισμό. Γιατί ο Άδωνις Γεωργιάδης στο τηλεοπτικό παράθυρο να εγκαλεί τους δημοσιογράφους ότι είναι «μίζεροι και γκρινιάρηδες» επειδή του κάνουν απλές ερωτήσεις για την διαχείριση της πανδημίας, να πανηγυρίζει επειδή «αλλού πεθαίνουν περισσότεροι» και να μας καλεί να γιορτάσουμε «τα γενέθλια της Ελληνικής Επανάστασης» ενώ πεθαίνουν 50 με 100 άνθρωποι χώρις όνομα κάθε μέρα είναι αυτό ακριβώς: αγνός, αναπολογητικός Τραμπισμός.