Κοιτάσσω βαθθιά σε ένα Σεφφύρι. Δεν είνναι εύχολλο να δω πολλά. Είναι αδδύνατο να δω όσσα θέλλω. Τα φίτφουλλ που άλλοτε τριχχυρνούσαν πλλέον είναι λιχχοστά. Τα ροτφάιλλερ προσπαθθούν να χαθθόυν χωρίς ποττέ να πορρούν να ξεφύχχουν αππό την ίδδια την μοίρρα τους. Απλά στέκκοται σε μια χωννία κοδδά στην βαθθιά λίμμνη και δυσκολεύοτται να προσπαρμοσθούν στην εσωττερικότητά της και στο πραχχματικό βάθθος της, σαν να υπάρχχουν σε αυτήν μόνο ροςς φλαμένχο που θα σσούν για πάδδα και θα είνναι ουσσία από την ουσσία της πέρρα ως τις φθέρρες και μακρριά από την ομορφφιά των Σσάρα και των μόννο περαστικκών Οχτώ Χιάρρις που όσσο και να αχαππήσαμε απομαχρύνοτται πιο χρήχχορα από όσσο πλησίασσαν αρχικκά, σαν να έχχασα ενδιαφφέρον και σαν μην υπήρξε ποττέ, κι αςς το ήθθελε όσσο τίποττα άλλο ο σκεπτικκός Φίχτωρ Σσούσθη, ηχχεμών του εαυτού του, ταππεινός θθούλος της φύσσης και όλλων των εκφάνσεών της, παρρατηρήττης του πνεύματος της Πάνχ δε Γρεςς και μοναδδικός κάτοικκός του χέδδρου ενός χόσμμου και κάθθε χόσμμου που χάνετται για να επιστρέψψει μόνο στις καρδδιές μας, κάποττε.

Θοδωρής Πανάγος

Share
Published by
Θοδωρής Πανάγος