Στην αρχή του έκοψαν τα δάχτυλα, μετά το κεφάλι. Στη συνέχεια δήλωσαν ότι το έκαναν κατά λάθος. Συμβαίνουν αυτά στις ανακρίσεις.
Θύμα, ο Τζαμάλ Κασόγκι (ή Χασόγκι, αν και τα περισσότερα ελληνικά μέσα τον γράφουν με «Κ», οπότε θα κρατήσουμε αυτή την εκδοχή) . Θύτες, οι αρχές της Σαουδικής Αραβίας και ο διάδοχος του θρόνου, ο 33χρονος πρίγκιπας Μοχάμαντ Μπιν Σαλμάν Αλ Σαούντ. Τόπος, το προξενείο της Σαουδικής Αραβίας στην Κωνσταντινούπολη όπου ο Κασόγκι εθεάθη για τελευταία φορά. Ήθελε να βγάλει χαρτιά για να παντρευτεί την τουρκάλα σύντροφό του. Ήταν 2 Οκτωβρίου του 2018, έντεκα μέρες πριν ο Κασόγκι κλείσει το εξηκοστό έτος της ηλικίας του.
Όταν ήταν σε νεαρή ηλικία είχε την τύχη να σταλεί από τη βασιλική οικογένεια της Σαουδικής Αραβίας να σπουδάσει στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Είναι δύσκολο στη χώρα με τους χίλιους και ένα πρίγκιπες να μην έχεις κάποιο αξίωμα.
Επέστρεψε σαν δημοσιογράφος και εργάστηκε σε αρκετά Μέσα. Σιγά σιγά άρχισε να ριζοσπαστικοποιείται, ειδικά μετά την εισβολή της ΕΣΣΔ τότε στο Αφγανιστάν. Γνωρίζει τον Οσάμα Μπιν Λάντεν στον οποίο έχει κάνει αρκετές συνεντεύξεις. Συνεργάζεται με Μέσα του εξωτερικού όπου διαπιστώνει τι σημαίνει να υπάρχει κάποια ελευθερία του Τύπου. Αρχίζει να νιώθει προοδευτικός σε μια χώρα που δεν έχει περάσει διαφωτισμό, συνεχίζει όμως να διατηρεί καλές σχέσεις με το «παλάτι» και τις πανίσχυρες μυστικές υπηρεσίες. Φήμες θέλουν να έχει στρατολογηθεί και από τη CIA για την εκδίωξη των Σοβιετικών από την Καμπούλ.
Στη Σαουδική Αραβία τα τελευταία χρόνια ο ένας βασιλιάς πεθαίνει πίσω από τον άλλον. Η ανάπτυξη της τεχνολογίας και των κοινωνικών δικτύων κάνει σε όλο τον κόσμο γνωστά τα αίσχη που γίνονται στη Μόρντορ της Μέσης Ανατολής. Η τραγική θέση της γυναίκας, το καθεστώς τρομοκρατίας και οι περίεργες εξαφανίσεις όσων τολμούσαν να σκεφτούν κάτι εναντίον της βασιλικής οικογένειας.
Η 11η Σεπτεμβρίου μπορεί να αποτελεί μακρινό παρελθόν αλλά στην Αμερική ένα κομμάτι του πληθυσμού, που είτε έχει θρηνήσει θύματα είτε έχει λίγο μυαλό, αναζητά ακόμα τις ευθύνες της Σαουδικής Αραβίας όσον αφορά την χρηματοδότηση τρομοκρατικών οργανώσεων όπως η Αλ Κάιντα. Το 2017 μάλιστα το Κογκρέσο επέτρεψε στους άμεσα εμπλεκόμενους ύστερα από ψηφοφορία να καταθέσουν μήνυση κατά του βασιλείου της Σαουδικής Αραβίας. Και γράφονται πολλά τα άρθρα που καλούν όλους τους πολίτες να το κάνουν. Αυτό ξεσήκωσε μεγάλες αντιδράσεις από την άλλη πλευρά, με απειλές για νέου τύπου πετρελαϊκή κρίση, ξεσηκωμό στη Μέση Ανατολή, χρησιμοποιώντας ακόμα και το ποσοστό του αμερικανικού χρέους που κατέχει η Σ. Α. ως μοχλό πίεσης ώστε να παρθεί πίσω αυτή απόφαση.
Δεν είναι τυχαίο ότι την ίδια περίοδο ο Κασόγκι μετακομίζει στις ΗΠΑ, ζητώντας άσυλο. Εγκαθίσταται εκεί και αμέσως πιάνει δουλειά ως αρθρογράφος στην Washington Post, μια από τις μεγαλύτερες εφημερίδες του κόσμου, ένα συνώνυμο της εγκυρότητας και της δημοσιογραφίας των Πούλιτζερ. Από εκεί επιτίθεται στη βασιλική οικογένεια και ιδιαίτερα στον διάδοχο Μοχάμαντ Μπιν Σαλμάν Αλ Σαούντ.
Η απάντηση ήταν άμεση. Αναγκάζουν τη γυναίκα του να τον εγκαταλείψει, φυλακίζουν φίλους και συγγενείς, ζητούν την έκδοσή του. Τα άρθρα του συνεχίζουν να είναι πύρινα, τόσο ώστε να κινητοποιήσουν τη μυστική υπηρεσία και να μετατρέψουν τον Κασόγκι σε υπ΄αριθμόν ένα στόχο. Ώσπου αυτός κάνει το λάθος, επισκέπτεται την Τουρκία και περνάει την πόρτα του προξενείου για να πάρει το χαρτί που αποδεικνύει ότι είναι χωρισμένος.
Δεκαεφτά άντρες τον ανακρίνουν και ένας γιατρός τον τεμαχίζει κυριολεκτικά. Ούτε ο Τζον Λε Καρέ δεν θα μπορούσε να φανταστεί αυτή την εξέλιξη.
Η Αμερική, η Μεγάλη Βρετανία, η Ε.Ε. κάνουν χοντρές μπίζνες με τους ναζί με τις κελεμπίες. Όσο και αν ο Τύπος επιμένει, δεν πρόκειται να ιδρώσει στο τέλος το αυτί τους για έναν δημοσιογράφο που χάθηκε. Ο Τραμπ ήδη χρησιμοποιεί τα κόλπα της μετα- αλήθειας, ώστε να μπερδέψει την κατάσταση και να μη τα βάλει με τον πρίγκηπα φίλο του. Τι θα μπορούσαν να κάνουν όμως; Δεν είναι η Σαουδική Αραβία σαν τη Συρία να την κάνουν φύλλο και φτερό.
Σε σημείωμά της που προλογίζει το άρθρο του, η Κάρεν Ατάια, επιμελήτρια του τμήματος Global Opinions της Washigton Post, εξηγεί ότι καθυστέρησε η δημοσίευσή του καθώς ήλπιζαν ότι ο Σαουδάραβας δημοσιογράφος θα γύριζε πίσω στις ΗΠΑ σώος και αβλαβής.
«Έλαβα αυτό το άρθρο από τον μεταφραστή και βοηθό του Τζαμάλ Κασόγκι την επομένη της δήλωσης της εξαφάνισής του στην Κωνσταντινούπολη. Η Post καθυστέρησε τη δημοσίευσή του επειδή ήλπιζε ότι ο Τζαμάλ θα γυρίσει σε μας ώστε αυτός και εγώ να μπορέσουμε να το επεξεργαστούμε μαζί. Τώρα πρέπει να το δεχτώ: Αυτό δεν θα γίνει. Αυτό είναι το τελευταίο άρθρο του που θα βγάλω στη δημοσιότητα για την The Post», σημείωσε η Ατάια.
Στο άρθρο του που δημοσιεύεται υπό τον τίτλο «Τζαμάλ Κασόγκι: Αυτό που χρειάζεται περισσότερο ο αραβικός κόσμος είναι ελευθερία της έκφρασης», ο δημοσιογράφος ασκεί σκληρή κριτική στην κατάσταση της ελευθερίας του Τύπου στον αραβικό κόσμο.
«Ο αραβικός κόσμος αντιμετωπίζει τη δική του εκδοχή ενός Σιδηρού Παραπετάσματος, το οποίο δεν επιβλήθηκε από εξωτερικούς παράγοντες, αλλά μέσω εσωτερικών δυνάμεων που δίνουν μάχη για την εξουσία», γράφει ο Κασόγκι.
«Ο αραβικός κόσμος χρειάζεται μια σύγχρονη εκδοχή των παλαιών υπερεθνικών μέσων ώστε οι πολίτες να μπορούν να ενημερώνονται για τα διεθνή γεγονότα. Σημαντικότερο ακόμη είναι ότι χρειάζεται να προσφέρουμε μια πλατφόρμα για τη φωνή των Αράβων».
Ο Κασόγκι αναφέρεται επίσης στο άρθρο του στην περίπτωση του Σαουδάραβα συναδέλφου του Σάλεχ αλ Σέχι. «Ο αγαπημένος μου φίλος, ο εξέχων Σαουδάραβας συγγραφέας Σάλεχ αλ Σέχι, έγραψε ένα από τα πιο διάσημα άρθρα που δημοσιεύτηκαν ποτέ στον σαουδαραβικό Τύπο. Αυτός δυστυχώς εκτίει τώρα μια αδικαιολόγητη ποινή κάθειρξης πέντε ετών για υποτιθέμενα σχόλια που αντιβαίνουν στο σαουδαραβικό κατεστημένο. Οι ενέργειες αυτού του είδους δεν έχουν πλέον ως συνέπεια μια οξεία αντίδραση από τη διεθνή κοινότητα», προσθέτει για να σημειώσει: «Αντιθέτως, οι ενέργειες αυτές ενδέχεται να πυροδοτήσουν μια καταδίκη η οποία ακολουθείται γρήγορα από σιωπή».
«Ως αποτέλεσμα επιτρέπεται στις αραβικές κυβερνήσεις να συνεχίσουν να φιμώνουν τα μέσα ενημέρωσης σε αυξανόμενο βαθμό. Κάποτε οι δημοσιογράφοι πίστευαν ότι το Ίντερνετ θα απαλλάξει την πληροφόρηση από την λογοκρισία και τον έλεγχο που συνδέεται με τα έντυπα μέσα. Όμως αυτές οι κυβερνήσεις, των οποίων η ίδια η ύπαρξη στηρίζεται στον έλεγχο της πληροφόρησης, έχουν μπλοκάρει υπερβολικά το Ίντερνετ. Έχουν επίσης συλλάβει ντόπιους δημοσιογράφους και έχουν πιέσει διαφημιστές να μειώσουν τα έσοδα συγκεκριμένων εκδόσεων.»