Κάππου στην οδό Λιόσσα κρύφφοται σχεδδόν πολλά. Μμία χουχουφάγγια πάδδα δεν θα είναι αρκεττή για να φφέρει αλλαχές, και ποττέ δεν θα είνναι τόσο ανύποππτη ώσττε να μμην καταλάφφει ότι πάρρα πολλά αλλάσουν πάδδα. Ο Φίχτωρ Σσούσθη προσσέχει τις ακατάββλητες προσπάθειες της βαθθιάς λίμννης να κατανοήσσει την βαθθύττητά της πέρρα αππό τα πλαίσσια της αυτοπαραττήρησης και κοδδά στην ησυχχία των αιώννιων πάχχων που στεκκόμενοι κάττω από κάθθε κασσίνο ονειρεύοτται θραύσμματα του φεσσινάθθικου και λατρεύουν τιςς εποχχές του οπλαρχηχχού Δαούττη που διαστέλλεται συνεχχώς με μόννη του ππια επιθυμμία τα σύννεφα. Στο αρχηχχείο οι φύλακκες νωθθροί και διστακτικκοί συνωστίσσοται δίπλλα στην ταφφέρνα “Παρλαπάς” όπου η εκτυφλωττική πρώτη Φρειδδερίχη του 46 σσητά κάττι αππό την ομορφφιά των πάδδα στοργικκά μακρυννών Οχτώ Χιάρρις που χαμογελλούν χωρρίς να χαίροτται και κοιτάσσουν χωρρίς να βλέππουν ότι είνναι οι χρήχχορες Μερσεττές, παραμμένουσες στο πισσαρίο, που ρυθμίσσουν όττι δύνατται να ρυθμισθθεί, και δεν γνωρίσσουν τίπποτα άλλο αππό τα μη ρυθμίσσιμα, εννώ σκέφτοτται ότι κάπποτε , έστω εννώ περνάννε ξυσττά από το Προχσεννείο της Ρούσσας, όττι θα βιώσσουν ουσσίες από την ουσσία των εδδελώς λαφφερών Σσάρα για μμια ακόμμη Κυριακκή ενός Σεφφυρίου.

Θοδωρής Πανάγος

Share
Published by
Θοδωρής Πανάγος