Πολύ πρωί σχετικά, με τον ήλιο ακόμα να είναι σχεδόν άκακος, ήπιος και ξεδοντιασμένος και με τον ουρανό να είναι καθαρός όπως πρέπει να είναι σχεδόν πάντα κάτι τέτοια πρωινά στο κατάστημα πριν τον τρίτο καφέ που όμως είναι πρώτος του καταστήματος και συνοδεύεται συνήθως με Αυστριακά ψωμοειδή και πενταγάργαρο νερά από άγιες πηγές κάπου στην Βιρμανία, και στο κατάστημα μπαίνει σχεδόν φουριόζος ένας τύπος μέτριου αναστήματος, με κλειδί προχωρημένης Μερσέντες, με άψογο κοστούμι και μεταξωτό πουκάμισο, γυαλί ηλίου τελευταίας τεχνολογίας που σκανάρει και την παραμικρή πρόθεση του αντιπάλου, και αρχίζει να περνάει από έναν έναν τους υπολογιστές και να κάνει υποδείξεις που περιέργως είναι σωστότατες, να τσεκάρει τα φωτοτυπικά και τους εκτυπωτές και να βρίσκει ορθογραφικά λάθη και αστοχίες, να διορθώνει την Ιταλίδα δακτυλογράφο και τον Ισλανδό ωκεανογράφο, να χαμογελάει με τον Γερμανό μηχανολόγο και γενικά να δείχνει ότι θα ήταν το τέλειο αφεντικό άμα η μοίρα δεν μας είχε ρίξει στον φιλοχρήματο και δαιμόνιο αλλά πολύ σκληρό Αφρικανό που άμα ήταν στην αίθουσα δεν θα δεχόταν καν την παρουσία του τύπου που είχε περίεργη τρικαλινή προφορά και εντελώς μάγκικο περπάτημα. Η ώρα πέρναγε και το κατάστημα έδειχνε να περνάει καλές στιγμές και το εναλλακτικό αφεντικό έβγαλε τελικά το πραγματικά μοδάτο γυαλί και όλες οι απορίες όλων λύθηκαν αμέσως. Ήταν ο Γιώργος Μαργαρίτης, δεν θα μπορούσε να είναι άλλος. Ο πιο κουλ Έλληνας των τελευταίων 100 χρόνων λογικό να μπορούσε να βάλει τάξη στο υπερεθνικό μπάχαλο, και μάλιστα με χαμόγελο. Λίγο πριν φύγει του ζητήσαμε να μείνει για πάντα ή να είναι ο νέος Πρόεδρος της Δημοκρατίας αλλά φαίνεται τελικά να ασχολείται μόνο με σοβαρά πράγματα, όπως το τραγούδι, τουλάχιστον όταν τραγουδάει αυτός.