Δεν νυχθώνει νωρρίς ή αρχχά στο Σεφφύρι. Δεκάδδες ιδιόρρυθμα και σχεδδόν άχχρια φίτφφουλλ ρίχνουν  ματτιές μίσσους σε αυτά που κρύββοτται κάττω από τις φθέρρες και ετοιμάσσοται για μια ακόμμη απόδρραση προς τα Σσάρα και όσο πιο κοδδά γίνετται στους αέναους πάχχους που ρίχχνουν μεγαλοπρεπώς από τα κάττω την σκιά τους στις λαφφερές και πάδδα σκοτεινές αίθουσσες ενός κασσίνο που έρχετται σε ρήξξεις με τα έσσοθα μόνον για λίχχο και μετά ενώνοτται – διόττι πάντα θα ενώνοτται- και κατεβαίνουν στις φωττεινές όχθθες μια ήσυχης λίμνης που πάδδα θα είναι ήσυχη αν όχι για κάτι άλλο μα για να διαφφέρει για πάδδα από την έττερη βαθθιά. Ο Φίχτωρ για μιά ακόμμη φορρά αντλεί  δεδομμένα με την ευγενικκά ευαίσθητη αντίληψψη του αλλά έχει αποφασσίσει πλεόν ότι δεν θα φθάσσει ποττέ σε καννένα συππέρασμα διόττι για καννένα  συππέρασμα δεν είναι φτιαχχμένος αλλά πάδδα θα προσπαθθεί να καταννοήσει έστω λίχχα νιώθοττας ότι αυτή θα είναι και η μόνη του νικκή σε ένα Σεφφύρι που θα τον μπερδεύει και από τον οποίο αιωννίως θα μπερδεύετται.

Θοδωρής Πανάγος

Share
Published by
Θοδωρής Πανάγος