Οι περίοδοι των γιορτών και των διακοπών γενικότερα, προσέφεραν ανέκαθεν μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία είτε για φυγή από την καθημερινότητα, είτε για οικογενειακές συναθροίσεις και συναντήσεις με φίλους, αναλόγως τις ανάγκες, τις δυνατότητες και το κέφι του καθενός. Η πρώτη περίπτωση απαντά πιο δύσκολα και πιο σπάνια τα τελευταία χρόνια, ενώ αντιθέτως τα «μαζέματα» δείχνουν να ξαναποκτούν μια συχνότητα και μια σταθερότητα, αντιστρόφως ανάλογη της αστάθειας την οποία διανύουμε, ο καθένας ίσως σε διαφορετικούς τομείς. Αυτό όμως που επίσης παραμένει σταθερό, τουλάχιστον για μένα, είναι η παρατήρηση των συνηθειών και των αλλαγών του ρυθμού της καθημερινότητας των ανθρώπων που ζουν εκτός της δικής μου πραγματικότητας, τότε και τώρα.
Σε μια σύντομη εξόρμηση το Σαββατοκύριακο που πέρασε, αρκούσαν δυο ώρες μόλις από την Αθήνα, για να συναντήσει κανείς ένα τοπίο που απέχει αρκετά από τις δικές του καθημερινές εικόνες. Προφανώς δεν ανακάλυψε και τον τροχό όποιος υποστηρίξει τη διαφορετικότητα των ρυθμών της (κοντινής έστω) επαρχίας από της πρωτεύουσας. Αυτό όμως που προκαλεί-ευχάριστη- εντύπωση είναι μια μικρή ίσως αλλά «μακράς ωρίμανσης» αλλαγή στη νοοτροπία των ανθρώπων. «Επισκεπτών» και «εγχώριων». Από το Ρωμέικο, μέχρι την κοσμοπολίτικη Αράχωβα και τους Δελφούς, προσπαθούσα να εντοπίσω στιγμιότυπα του παρελθόντος που με έκαναν να αποφεύγω οτιδήποτε μύριζε εκμετάλλευση από χιλιόμετρα, υπεραξία και νεοπλουτισμό. Όμως ούτε μια Cayenne δε βρέθηκε στο δρόμο μας, ούτε καν η αρχοντοχωριατιά και η ματαιοδοξία των.. «παλιών καλών ημερών» δε αιωρούνταν κάπου στον αέρα-και κυρίως στις τσέπες. Μονάχα λίγη αγένεια, απομεινάρι ίσως μιας άλλης εποχής, ίσως και εν είδει παραπόνου για την τωρινή.
Δεν ξέρω αν μπορεί να συγκαταλεχθεί στα…καλά της κρίσης, όμως η ελληνική επαρχία «μυρίζει Χριστούγεννα» περισσότερο από ποτέ. Ίσως επειδή έχει χτυπηθεί κάτι τι λιγότερο από το κέντρο της Πρωτεύουσας, ίσως επειδή εμείς θέλουμε να το βλέπουμε έτσι που την επισκεπτόμαστε ολιγοήμερες διακοπές, πάντως η εικόνα και το συναίσθημα δεν αλλάζει. Το συναίσθημα της ασφάλειας και της οικειότητας από κάτι που έχουμε σχεδόν ξεχάσει. Οι τυχεροί έχοντες χωριά σχετικά κοντά, ξαναθυμούνται ότι υπάρχει κι ένα σπίτι εκεί και μπορεί το Gstaad να μη βγαίνει για φέτος-για πολλούς ούτε καν η Αράχωβα-αλλά ακόμη κι έτσι, ακόμη και σχεδόν χωρίς άλλη επιλογή, η περιφέρεια παίρνει ζωή. Έστω και για λίγο, δίνεται η ευκαιρία να επιβεβαιώσουμε κάτι που ανέκαθεν το θεωρούσαμε αυταπόδεικτο και αδιαμφισβήτητο. Την ανάγκη κάποιος να μας φροντίσει και αυτό να μην είναι στα πλαίσια δακρύβρεχτων ιστοριών ή μελοδραματικών εξάρσεων. Των ανθρώπων που συνήθως έχουμε αφήσει ή έχουν επιλέξει να περαμείνουν εκεί. Την σπάνια δυνατότητα να κοιτάξουμε γύρω και να είναι μια εικόνα διαφορετική από αυτή που αντικρίζουμε κάθε μέρα.
Κανείς δε μπορεί να πει με βεβαιότητα αν είναι οι τωρινές συνθήκες που μπορεί να μας φέρνουν πιο κοντά, είναι πάντως σίγουρα μια καλη αφορμή να μας φέρουν πιο κοντά με ό,τι είχαμε απωλέσει και ίσως πραγματικά άξιζε. Κυρίως τα Χριστούγεννα.