Από πού να ξεκινήσεις και πού να τελειώσεις; Καταρχάς υπάρχει το ζήτημα της παρέλασης όπου κάθε χρόνο αυτοί που λένε ότι ευτελίζεται με το να συμμετέχουν μετανάστες ή χάνεται το νόημα της αριστείας με το να κληρώνεται ο σημαιοφόρος, στο τέλος καταλήγουν να σχολιάζουν απρεπώς τις κοντές φούστες μαθητριών και δασκάλων.
Αν δεν συμβαίνει αυτό, τότε από τον Οδυσσέα Τσενάι και έπειτα, οι παρελάσεις είναι ένα πεδίο αντιπαράθεσης συντηρητισμού και προοδευτισμού ή πιο απλά μια ακόμα ευκαιρία να επιδείξουν κάποιοι την ανωτερότητα της εθνικής φυλής απέναντι στους μετανάστες. Μπορεί να ζούμε στην ίδια γειτονιά, μπορεί να μιλάμε πια την ίδια γλώσσα αλλά εγώ είμαι απόγονος του Περικλή και εσύ της μάνας σου και του πατέρα σου. Παντού συμβαίνει αυτό, ευτυχώς οι Έλληνες δεν έχουμε την ιδιοκτησία της πατέντας.
Εκεί που έχουμε την πρωτοτυπία είναι στο πως μπορούμε να γίνουμε Μπανανία στο πιτς φιτίλι. Η κλήρωση σ’ ένα σχολείο της Δάφνης βγάζει τον Αμίρ από το Αφγανιστάν να σηκώσει τη σημαία στην παρέλαση. Ένας λαός που είναι καλά με τον εαυτό του νομίζω ότι θα το θεωρούσε τιμή να επιτρέψει σ’ ένα βασανισμένο παιδί να νιώσει για μισή ώρα όμορφα στη νέα του πατρίδα. Αν συνέβαινε αυτό ούτε τα αριστερά, ούτε τα δεξιά μίντια θα ξεκίναγαν να πουλάνε «Αμίρ» για να αυξήσουν την πελατεία τους. Επαναλαμβάνω, ένα παιδί 11 ετών, που έχει φύγει από μια χώρα όπου ο Νατοϊκός κόσμος (και εμείς μέσα) τα έχει κάνει μαντάρα. Από μια χώρα που δεν θα άντεχαν τα ελληνόπουλα ούτε εξήντα δευτερόλεπτα.
Και νά σου ο εντεκάχρονος που γλίτωσε από τους Ταλιμπάν, τη βρίσκει πρώτα από τον διευθυντή του σχολείου, ο οποίος αγνοεί την εντολή του υπουργείου και δίνει στο παιδί να κουβαλήσει το ταμπελάκι του σχολείου. Ο διευθυντής δεν είναι μόνος, έχει και το σύλλογο γονέων να συμπαραστέκεται. Είναι γνωστό και καταγεγραμμένο σε όλα τα βιβλία της ιστορίας πως οι συγκεκριμένοι γονείς κατέχουν όλα εκείνα τα διαπιστευτήρια ώστε να ορίζουν ποιος είναι άξιος και ποιος όχι να σηκώνει το σημαία. Σε λίγα χρόνια θα τους στήσουν άγαλμα σε κάποιο σημείο της Βουλιαγμένης.
Δεν φτάνει μόνο αυτό. Ο διευθυντής κάνει κάποιες δηλώσεις, το υπουργείο λέει κάτι αοριστίες και ελληνική εφημερίδα που πρόσκειται στο ΣΥΡΙΖΑ ζητά να τοποθετηθεί το εννιάχρονο παιδί για το ζήτημα. Το παιδί, καλά, λέει ότι είναι στεναχωρημένο αλλά από την άλλη είναι σε θέση αυτό και η οικογένεια του να μπουν στη μέση μιας αντιπαράθεσης ενός έθνους αμόρφωτων τραμπούκων;
Και μετά έρχεται η πέτρα στο σπίτι του. Λίγες ώρες μετά την επίθεση στη δίκη της Χρυσής Αυγής, οι γνωστοί άγνωστοι φασίστες είναι εδώ, την στιγμή που στη Βουλή συζητάνε για την ανομία.
Όταν ένα κράτος δεν μπορεί να υπερασπιστεί ένα παιδί («έχε το νου σου στο παιδί», που λέει και το τραγούδι) όχι δεν έχει ελπίδα αλλά είναι καταδικασμένο στη μαύρη μοίρα του. Και όταν λέμε κράτος, εννοούμε το Υπουργείο Παιδείας που δια της επιβολής έπρεπε να είχε ορίσει ότι ο σημαιοφόρος είναι ο Αμίρ. Αλλιώς, όταν δείχνει ότι όλα αυτά είναι δικαιωματικά πυροτεχνήματα, τον ρόλο του νομοθέτη αναλαμβάνουν από κει και πέρα οι φασίστες της κάθε γειτονιάς.