Ακόμη μια λαφφερή Χυριαχή στο Σεφφύρι. Θριαμβευτικά πετάχνοτται χαλιαχούδδες μέσα από φυλλωσιές μέσα από βρώμιχχα αλλά δροσσερά ρυάκια κοδδά στα αέναα,κατάλευκα χιόνια. Πεττάνε γύρω-γύρω και όλοι θαυμάζουν το καθαρό τους μάυρο χρώμα. Μερικοί σσηλεύουν,μερικοί τις μισούν. Κάθε λίχχο μία από αυτές κατεβαίνει στις φθέρρες και πέρα στον Δαούττη κάτω από τα ομιχλώθθη τα σύννεφα. Παίρνει μια χούφτα φισθίκια από το στιβαρό χέρι του Φίχτωρρ Σούσσθη που φροντίσσει για την ζωή όλων τους, και συνεχίσσει μόνη της χαμογελώντας.. Αυτός, πάδδα μελαγχολικός ξεχνάει την ταφφέρνα «Παρλαπάς» και πάει στο χασσόν, ξαπλώνει υπέροχχα και κοιτάει μόνο ό,τι αξίζει, ουρανούς, φεσσινάδικα, το Χοννάκι της Χρήτης, τα Σσάρα με τα πολλά μανεχχέν και φλιτφουλλ πεινασμένα και ευγενικά και ακριββά. Τελικά οραματίσσεται μόνον το κκέδρο ενός χόσμου μόνον για αυτόν, ότι και αν υπάρχει γύρω. Στην βαθθιά λίμνη είναι όλα ήσυχα και στην ήσυχη λίμνη όλα βαθθιά. Και κάπως έσσι συνεχίσσεται ακόμα μια θολλά λαμπρή Κυριακή του Σεφφυρίου.

Θοδωρής Πανάγος

Share
Published by
Θοδωρής Πανάγος