Θεσσαλονίκη τῇ 29η 8βρίου 1912
Σεβαστέ μοι πατέρα μέχρι τῆς στιγμῆς εἶμαι καλά ὃπερ και δι’ ὑμᾶς ἐπιθυμώ.
Εἰς ἄλλην μου ἐπιστολήν ἔχω γράψη τῆς Kατίνας
ἄν εἶχες καιρόν χωρίς να παρέβλεπες τήν δουλιά σου
νά ἔπερνες τήν Kατίνα και νά ἤρχεσο ἕνα ταξειδάκη ἕως ἐδῶ
ὃπερ θά εἶνε εὐχάριστον διά νά σάς εἰδῶ σᾶς ἤθελα ὃλους
ἀλλ’ ἐπειδή δέν εἶνε δυνατόν δέν ἐπιμένω. καλήν ἀντάμωσιν.
Ἀναμένω ἀπάντησιν ταχεῖαν.
Σᾶς ἀσπάζωμαι ὃλους
ὁ γυιός σου Δημήτριος
Το δελτάριο γράφτηκε τρεις ημέρες μετά την είσοδο του Ελληνικού Στρατού (εισήλθε ανήμερα του Αγίου Δημητρίου, σαν σήμερα πριν έναν αιώνα και ένα χρόνο από την δυτική πλευρά της Θεσσαλονίκης). Ο αποστολέας δεν αποκλείεται να ήταν αξιωματικός παρ’ όλο που δεν σημειώνει κάτι για ένα ένα τόσο σημαντικό και ιστορικό γεγονός, (εντούτοις η έγκλιση στην μπροστινή πλευρά «Ανάμνησις των κόπων μου» μας υποψιάζει για το ότι συμμετείχε σε κάτι κοπιαστικό το τελευταίο καιρό πριν την αποστολή).
Απευθύνεται στον πατέρα του χρησιμοποιώντας πληθυντικό ευγενείας (και σεβασμού), χαρακτηριστικό της εποχής για ανθρώπους με ανατροφή και καλλιέργεια, εξωφρενικά σπάνιο στη μικρή, φτωχή και σπαρασόμενη (σύνηθες και διαχρονικό φαινόμενο) ελλαδική επικράτεια (η μισή απο τη σημερινή). Έκπληξη δημιουργεί το θέμα της κάρτας που επιλέγει να στείλει (recto: Ἂποψις Mεβλεανέ ἐν Θεσσαλονίκῃ / Vue de Mevliané à Salonique! ). Παρατηρούμε:
Πρόκειται για τον τεκέ (αραβ. khanqah, τουρκ. tekke) των Μεβλεβήδων, (Mevlevîhâne=Μεβλεβί-χανέ), ακριβώς δίπλα από την εξωτερική πλευρά στα βορειοδυτικά (βυζαντινά) τείχη της πόλης. Αποτελούσε το κέντρο μοναχισμού των περιστρεφόμενων δερβίσηδων, του ενός εκ των δύο ταγμάτων (μυστικιστική-αιρετική αδελφότητα) Σουφισμού, των μεβλεβί, ένας είδος με «χίπικα» για την εποχή στοιχεία – λόγω κοινοβιακού πνεύματος και χρήσης ουσιών – αλλά και ενδεχομένως μακρινές συγγένειες με βουδιστικές ομάδες τύπου Κρίσνα. Ουσιαστικά πρόκειται για την κύρια και μοναδική Μονή τους στην ευρύτερη περιοχή της νοτιοανατολικής Βαλκανικής την περίοδο εκείνη. Περιελάμβανε τζαμί, μεντρεσέ (εκπαιδευτήριο), κοιτώνες, μια καταπληκτική κρήνη και κοιμητήριο. Το κάρο στέκει στη σημερινή οδό της Παναγίας Φανερωμένης (όνομα και για την περιοχή). Με την Ανταλλαγή (Πληθυσμών Ελλάδας-Τουρκίας, 1923-1296) εγκατάσταθηκαν σε όλο το συγκρότημα πρόσφυγες, η περιοχή λεγόταν Καλλιθέα και κατεδαφίστηκε ολοσχερώς με την ανέγερση σχολικών κτιρίων στα 1925-27. Παράλληλα οι Νεότουρκοι κήρυξαν το τάγμα «αντιπαραγωγικό» και οδήγησαν τους τεκέδες τους στο κλείσιμο. Στις μέρες μας είναι γνωστοί ως μια τουριστική ατραξιόν στο Σταμπούλι και οι κατά καιρούς περιοδείες αποτελούν μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία για γνωριμία της εξωτικοποίησης που έχουν υποστεί. Σήμερα το σημείο, ανατολικά της μεγάλης οδού του Λαγκαδά, μόλις 500 μέτρα πιο πάνω από το Βαρδάρι (όπου και το άγαλμα του έφιππου Κωνσταντίνου) και 200 μέτρα βορειότερα της Αγ. Δημητρίου ονομάζεται Υδραγωγείο και εδράζονται τα 59(ο) και 61(ο) Δημοτικά Σχολεία Θεσσαλονίκης.
Καμμία εμφανής ένδειξη δεν εντοπίστηκε για την ύπαρξη του Τεκέ. Στο χαμηλότερο κομμάτι του οικοπέδου, στο τμήμα του κοιμητηρίου, προστέθηκαν αντικρυστά στο κτίριο του Μεσοπολέμου δύο λυόμενες εγκαταστάσεις μετά το σεισμό του 1978 και ο χώρος είναι επιστρωμένος με άσφαλτο οδοποιίας. Παραμένει ένα μικρό εκκλησάκι στον ενδιάμεσο χώρο (δεν γνωρίζω υπέρ ποίου Αγίου). Μια φουντωτή λεύκα στέκει δίπλα του και μερικές ψωραλέες ακακίες στη πλευρά του κάθετου προς τα τείχη δρόμου. Τις Πέμπτες έχει λαϊκή αγορά, ο φύλακας μού εκμυστηρεύθηκε ότι πράγματι είναι κρίμα, ειδικά που τώρα με την Εγνατία έρχονται πολλοί Τούρκοι από την Κων/πολη και ρωτάνε και δεν υπάρχει τίποτα που να υπενθυμίζει την ύπαρξη του «μοναστηριού». Στο τέλος (και στα βιαστικά) με οδήγησε στο παλιό σχολείο και μου έδειξε πίσω από την κεντρική πόρτα (που έπρεπε να ξανακλείσεις μπαίνοντας) μια κορνιζαρισμένη φωτοτυπία από ένα σύντομο ιστορικό του χώρου, κάτι σαν σχολική εργασία ενός δασκάλου.
[ Χρωμολιθόγραφη ταχυδρομική κάρτα, έκδοση D. Sonides, Θεσσαλονίκη, αρχές 20ού αι., Συλλογή Γ. Καρλόπουλου]