Νικόλα, θα μας λείψεις ρε φίλε

σ.σ. «Τα βράδια στη Λιοσίων, αν κάνεις ησυχία, θα ακούσεις το Gagarin να αναπνέει». Αυτός ήταν ο τίτλος της συνέντευξης όταν δημοσιεύτηκε στις αρχές Δεκεμβρίου του 2014. Τώρα πια ξέρω ότι η βαριά ανάσα που θα ακούω θα ανήκει σε εκείνον. Εις το επανιδείν, ρε Νίκο.

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΡΩΤΗΣ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗΣ: 06.12.2014

Το έχω ζήσει γεμάτο, ασφυκτικά γεμάτο, σε αυτά τα εγχώριας κοπής sold out που δεν μας λείπουν καθόλου όταν κάνουμε συναυλιακό τουρισμό εκτός συνόρων. Το έχω ζήσει από την ανάποδη, με δυο χούφτες «συνένοχους» ακροβολισμένους στη σκοτεινή περίμετρο με τις πλάτες ακουμπισμένες στον τοίχο δίπλα στη μεγάλη πόρτα που όταν την ανοίγεις μπαίνοντας, παίρνεις κάθε μα κάθε φορά το ίδιο ρίσκο, να ρίξεις τη μπύρα κάποιου ανυποψίαστου θεατή (δεν θα σου πει τίποτα, κι αυτός το ίδιο θα έχει κάνει). To έχω ζήσει από τα μετώπισθεν, στο φουαγιέ που έχει τη δική του μπάρα με το σκούρο κόκκινο (ή μήπως ανοιχτό καφέ;) μαξιλάρι, θέλγητρο για όσους δε ντρέπονται να παραδεχτούν ότι τελικά ένα ποτό υπό σωστές συνθήκες ίσως και να είναι καλύτερο από μία ολόκληρη συναυλία. Το έχω ζήσει και από μέσα, σκαρφαλώνοντας τη στενή σκάλα του γλυκού τρόμου που οδηγεί στα καμαρίνια με τους ιδρωμένους τοίχους, εκεί ψηλά, με την ευφορικά αφόρητη ατμοσφαιρική πίεση (κυριολεκτικά). 

Είμαι κι εγώ ένας από τους πολλούς που για αυτό το «άσυλο ανιάτων στο σύγχρονο αθηναϊκό πολιτισμό», όπως αρέσει στο Νίκο Τριανταφυλλίδη να αποκαλεί το Gagarin, νιώθουν μία περίεργη και στα όρια της μονομανίας οικειότητα, που αρκετές φορές αποτελεί από μόνη της ικανή και αναγκαία συνθήκη για να οδηγήσω μέχρι το 205 της Λιοσίων, ακόμη και αν δεν έχω την παραμικρή αγωνία να δω την εκάστοτε συναυλία. Όλο αυτό νομίζω ότι κατά βάση έχει να κάνει με τον ίδιο τον Τριανταφυλλίδη και όχι μόνο γιατί μας αρέσει να τσουγκρίζουμε τα ποτήρια μας και έχουμε δει συναυλίες μαζί και έχουμε ξενυχτήσει παρέα ξανά και ξανά και ξανά, αλλά γιατί όπως συνέβαινε παλιότερα με το Ρόδον και με το ΑΝ, το Gagarin δεν είναι απλώς άλλος ένας συναυλιακός χώρος, αλλά η «σωματική προέκταση» του «εγκεφάλου» του, που ως τέτοια μπορεί να έχει τα κουσούρια του, αλλά τι να το κάνεις το rock όταν είναι αποστειρωμένο και άψυχο και αψεγάδιαστο και προβλέψιμο και βαρετό;

«Κάτι ακούγεται εδώ μέσα», μου λέει ο Νίκος λίγο πριν αρχίσουμε το γύρισμα, ένα βράδυ που το Gagarin είναι εντελώς άδειο (ναι, τώρα μπορώ να λέω ότι το έχω ζήσει κι έτσι), λίγες μέρες πριν βγουν επιτέλους στις αίθουσες οι Αισθηματίες του, και πριν προβληθεί το πρώτο από τα νέα Στέκια του (για το Ρόδον!) και μόνο τότε προσέχω τον υπόκωφο βόμβο που όντως ακούγεται – ενστικτωδώς νομίζω ότι είναι από τον εξαερισμό αλλά ελπίζω να είναι από τα ψυγεία, γιατί και οι δύο θέλουμε πάγο στα γεμάτα ποτήρια μας. «Το ακούς; Αυτό το πράγμα ακούγεται συνέχεια εδώ μέσα, ακόμη και όταν τα πάντα είναι κλειστά. Είναι ζωντανό αυτό το μέρος».

Θα μπορούσε, βέβαια, να πηγάζει και από την κίνηση στη Λιοσίων. Δεν χρειάζεται όμως να είμαστε πάντα τόσο πεζοί σε αυτή τη ζωή.

Θεοδόσης Μίχος

Ο Θεοδόσης Μίχος γεννήθηκε στον Βόλο το 1979. Ζει στο κέντρο της Αθήνας από το 1998. Εργάζεται ως δημοσιογράφος (είναι συνιδρυτής της Popaganda) και ραδιοφωνικός παραγωγός (καθημερινά 8-10πμ στον Best 92.6). Είναι συγγραφέας των βιβλίων Κράτα το σόου (2016) και Η Αλκμήνη και οι άλλοι (2020).

Share
Published by
Θεοδόσης Μίχος