ΠΡΟΣΩΠΑ

Vangelis: Ο παγκόσμιος Έλληνας

Υπάρχει αυτή η μελωδία που όταν την ακούς σε κάνει να νιώσεις έτοιμος να κατακτήσεις τον κόσμο. Αυτή η μελωδία που δίνει ώθηση στα όνειρα. Αναφέρομαι φυσικά στο “Chariots of Fire” του Vangelis, του δικού μας Βαγγέλη Παπαθανασίου. Τη σύνθεση που έφερε τον ίδιο στην κορυφή του κόσμου και ας μην το περίμενε.

Ελάχιστοι καλλιτέχνες είναι τόσο πιστοί στο έργο και την ταυτότητά τους όσο ήταν εκείνος. Ζούσε και εργαζόταν σχεδόν σαν ερημίτης, αφοσιωμένος στις δικές του στιγμές, μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας παρά τη μεγάλη επιτυχία του. Άλλωστε όπως έχει ο ίδιος δηλώσει, δεν έγραφε για την επιτυχία. Ακόμα και όταν έγραφε τη μουσική για την ταινία Chariots of Fire, αυτό που του έδινε κίνητρο για να δημιουργήσει κάτι όμορφο, ήταν οι καλοί συνεργάτες του. 

Και παρ’ ότι τελικά κέρδισε Όσκαρ για το soundtrack της ταινίας, το 1981, δεν πήγε να το πάρει γιατί κοιμόταν από νωρίς και το έμαθε την επόμενη μέρα. Ακόμα και τότε, όμως, ενώ θα μπορούσε να εκμεταλλευτεί αυτή τη δημοσιότητα δίνοντας παντού στην Αμερική συναυλίες και συνεντεύξεις, γύρισε την πλάτη του σε όλα αυτά. Οι εμφανίσεις του ήταν μετρημένες και τελικά μια από τις μεγαλύτερες επιτυχίες του ήταν ότι κατάφερε μέχρι το τέλος να διατηρεί χαμηλό προφίλ. 

Όχι πως δεν απολάμβανε την αγάπη του κόσμου, ποιος καλλιτέχνης μπορεί να αρνηθεί κάτι τέτοιο άλλωστε; Ένας λόγος που “εξαφάνισε” το επίθετό του στα ‘70s και έμεινε στη συνείδηση του παγκόσμιου κοινού ως Vangelis, ήταν ακριβώς επειδή ήθελε να τον θυμούνται πιο εύκολα έξω από την Ελλάδα.

Μπορεί η ταινία αυτή, η οποία ήταν χαμηλού προϋπολογισμού και με μικρές προσδοκίες, να απογείωσε τελικά την καριέρα του, πριν και μετά από αυτή όμως, είναι πολλοί οι δρόμοι, οι κινήσεις και τα επιτεύγματά του που τον έκαναν σπουδαίο. Γεννήθηκε το 1943 στην Αγριά του Βόλου και ήταν παιδάκι ακόμα, μόλις στην πρώτη τάξη του δημοτικού σχολείου, όταν τον άκουσε ο συγγραφέας Στρατής Μυριβήλης να παίζει πιάνο και τα έχασε με τον τρόπο που έκανε τη μουσική δική του. Στα 21 του βρέθηκε στο συγκρότημα Forminx και το 1967 μαζί με τον Ντέμη Ρούσσο, τον Λουκά Σιδερά και τον Αργύρη Κουλούρη δημιούργησε ένα από τα πιο επιδραστικά ελληνικά γκρουπ, τους Aphrodite’s Child. Κατάφεραν όχι μόνο να γίνουν διεθνώς γνωστοί αλλά ακόμα και σήμερα η μουσική τους σε συνδυασμό με τη μοναδική περσόνα του Ρούσσου, είναι σπουδή για αμέτρητους μουσικούς της psych rock ανά τον κόσμο. 

Όταν αργότερα ακολούθησε σόλο καριέρα, αφοσιώθηκε στη σύνθεση ηλεκτρονικών, new age, cosmic ήχων που κατάφεραν να χαραχθούν επάξια στο μυαλό μας ως “επική μουσική”. Συνήθως όταν αναφερόμαστε σε κάτι ως επικό είναι για να δώσουμε έναν τόνο υπερβολής και θριάμβου. Η μουσική του Βαγγέλη Παπαθανασίου ήταν από μόνη της ένας θρίαμβος χωρίς κανέναν τόνο υπερβολής.

Συνθέτης νέων, διαφορετικών ήχων αφού δεν στεκόταν ποτέ σε ένα στυλ και του άρεσε διαρκώς να εξερευνά, με μια εμμονική αγάπη για τα synths, περνούσε μέσα από τη ροκ, την κλασική και την ηλεκτρονική, ακόμα και την έθνικ μουσική και κάπως με έναν τρόπο μαγικό κατάφερνε όλα αυτά να τα κάνει να συνδέονται. Κατάφερνε να δημιουργεί πολλά μουσικά επίπεδα, σε ηλεκτρονικές αλλά και σε ακουστικές φόρμες και πάντα γέμιζε με εικόνες το μυαλό του ακροατή του. Σε μια παλαιότερη συνέντευξή του είχε πει: ««Η μουσική για μένα είναι ζωή. Μένω στο στούντιό μου μέχρι τις 10 ή 11 το βράδυ και ηχογραφώ κάθε μέρα. Όχι για χρήματα ή για άλμπουμ, απλώς συνθέτω μουσική».

Μέχρι και το 2021 κυκλοφορούσε άλμπουμ που απλώς αναδείκνυαν διαρκώς τη μουσική του ιδιοφυία. Μέσα στο πέρασμα των χρόνων συνεργάστηκε με την Ειρήνη Παπά, τον σκηνοθέτη Frederic Rossif, έγραψε και την αυθεντική μουσική και σε άλλες ταινίες, όπως οι: “1492: Χριστόφορος Κολόμβος” (από τις πιο αναγνωρίσιμες συνθέσεις παγκοσμίως μαζί με το “Chariots of Fire”), “Ελ Γκρέκο”, “Αλέξανδρος” του Όλιβερ Στόουν αλλά και το “Blade Runner”. Κανείς δεν μπορεί να σκεφτεί την ταινία του 1982 χωρίς να φέρει στο μυαλό του τη μουσική που τη συνοδεύει. Και κανείς δεν μπορεί να μην ανατριχιάζει ακούγοντάς την.

Το απόκοσμο, το διάστημα, το άγνωστο, ήταν στοιχεία της έμπνευσής του και γι’ αυτό και η συνεργασία του με τη NASA. H σύνθεση του έργου «Μυθωδία» έγινε το 1993, η δισκογραφική του Βαγγέλη Παπαθανασίου όμως έκανε τη σύνδεση με τη διαστημική αποστολή της NASA «2001: Οδύσσεια στον Άρη» και έτσι η «Μυθωδία» κυκλοφόρησε το 2001.

Έγραψε μουσική για την αποστολή Juno, το σκάφος της οποίας βρίσκεται στον Δία από το καλοκαίρι του 2016. Το τελευταίο άλμπουμ του, είναι το “Juno to Jupiter”. Το άλμπουμ “Rosetta” είναι αφιερωμένο στο ομώνυμο διαστημόπλοιο της ESA που εκτοξεύτηκε το 2004 με αποστολή να εξερευνήσει τον κομήτη 67P/Churyumov-Gerasimenko. Για την προσφορά του στο Διάστημα, η Διεθνής Αστρονομική Ένωση τον τίμησε το 1995, δίνοντας το όνομά του στον Αστεροειδή 6354 που βρίσκεται στην κύρια ζώνη αστεροειδών του ηλιακού συστήματος ανάμεσα στον Άρη και τον Δία. Πλέον ονομάζεται 6354 Vangelis. Η NASA σήμερα έδωσε και το δικό της αποχαιρετιστήριο μήνυμα.

Δεν έχει νόημα να γράφει κανείς πολλά γι’ αυτόν τον σπουδαίο, αυτοδίδακτο μουσικό που άφησε τη συνεχή αναζήτηση και την προσήλωση στις δημιουργίες του να του ανοίξουν τον δρόμο για εμβληματικά, καλλιτεχνικά επιτεύγματα, νόημα έχει να κλείνεις τον θόρυβο απ’ έξω και να αφήνεις τη μαγεία του να σε παρασύρει. Πρόσφατα, με μία παρέα στη Βαρκελώνη, ένα βράδυ χαλαρώνοντας στο σπίτι βάλαμε να ακούσουμε το άλμπουμ “666” των Aphrodite’s Child. Το ένα μέλος της παρέας που ήταν από άλλη χώρα άκουγε το συγκρότημα για πρώτη φορά. Οι κουβέντες σταμάτησαν και το μυαλό μας ταξίδεψε. Ακούσαμε τη μουσική όπως κάναμε κάποτε, όπως αξίζει σε μεγάλους δημιουργούς. Αφήσαμε τον θόρυβο απ’ έξω.

Αντιγόνη Πάντα-Χαρβά

Share
Published by
Αντιγόνη Πάντα-Χαρβά