Categories: POP ID

Η Μαρία Παπαϊωάννου αποφάσισε να δει το «Μωρό της Ρόζμαρι» όταν ήταν έγκυος

ΜΟΥΣΙΚΗ: Επειδή μεγάλωσα με δύο γονείς οι οποίοι άκουγαν κυριολεκτικά τα πάντα και το πρωί ξυπνούσαν με τον «Ελλάδα» στα fm που μες στο άγριο χάραμα έπαιζε νησιώτικα, έχω εκπαιδευτεί να ακούω ό,τι με «φτιάχνει» και με ανεβάζει. Ο πατέρας μου μου έκανε δώρο όταν ήμουν οκτώ χρονών ένα cd με όλα τα σπουδαία κομμάτια των Bach, Chopin, Mozart, Tchaikovsky και Brahms. Από τον ενθουσιασμό κοιμόμουν και ξυπνούσα με τις μελωδίες τους στα αυτιά μου. Όταν μπήκα στην πρώτη εφηβεία μου σύστησε τους Doors και τον παντοτινά αγαπημένο μου Jim Morrison. Έχω ακόμη εκείνο το βινύλιο των Strange Days. Η μάνα μου, πιο ρομαντική, με μύησε στον μαγικό κόσμο του Χατζιδάκι. Αντί να μας διαβάζει, σε εμένα και τα αδέρφια μου, παραμύθια, μας έβαζε την Παρθένα της Γειτονιάς μου από το Χαμόγελο της Τζοκόντα και εμείς ονειρευόμασταν με τα μάτια ανοιχτά. Ανάμεσα σε όλα αυτά, τους θυμάμαι να ακούνε στη διαπασών την Μπιρίμπα της Πωλίνας σε ένα μικρό Peugeot που είχαμε και να φωνάζουμε όλοι μαζί «αρίμπα». Εννοείται ότι τους απογοήτευσα οικτρά όταν στην εφηβεία χτυπιόμουν με Prodigy και χόρευα στα πάρτι Spice Girls.

Ακούω διαρκώς μουσική. Έχω ρυθμίσει το ξυπνητήρι μου και χτυπάει με το Daydream των Wallace Collection. Τις καθημερινές το πρωί στο ντους ακούω Florence & The Machine για να ξυπνήσω χωρίς να χρειαστεί να πιώ καφέ. Το βράδυ πριν κοιμηθώ παίρνω όλες τις κακές μου σκέψεις και τις παραδίδω στη φωνή του Φοίβου Δεληβοριά για να τις ξορκίσει. Τα πρωινά των Σαββατοκύριακων συνήθως τα περνάω στην κουζίνα μαγειρεύοντας και αυτό είναι το καλύτερό μου γιατί φοράω την ποδιά μου, βάζω Μοσχολιού ή Μαρινέλλα (τα ερωτικά της, τα ανεβαστικά, όχι τα πολύ πορωμένα) το σπάω και με λίγο Γιώργο Νταλάρα στο ενδιάμεσο και την βρίσκω όσο ποτέ. Όταν πετύχω στο ραδιόφωνο Λίτσα Διαμάντη και Αλέκα Κανελλίδου δεν αλλάζω με τίποτα  σταθμό και, μάλιστα, ξέρω όλα τα τραγούδια τους απέξω.

ΒΙΒΛΙΑ: Το άγχος μου είναι ότι θα πεθάνω μια μέρα ξαφνικά και δεν θα έχω προλάβει να διαβάσω όλα τα βιβλία που θέλω. Διαβάζω πολύ και έμαθα να διαβάζω από μικρή για να κρύβομαι από τον κόσμο. Έχω πάντα ένα βιβλίο στην τσάντα μου, για ώρα ανάγκης, όπως άλλοι έχουν καραμέλες για την αναπνοή. Στα τραπέζια που με καλούν και δεν θέλω να παρευρίσκομαι διαβάζω το πίσω μέρος από τα μπουκάλια των κρασιών και τα συστατικά της μαγιονέζας. Βιρτζίνια Γουλφ, Αλμπερ Καμί, Φραντς Κάφκα, Χένρυ Τζέημς. Νομίζω πως είναι οι ήλιοι του σύμπαντός μου. Την Κυρία Νταλογουέη την έχω πάντα στο κομοδίνο μου για να μπορώ να ανατρέχω στον αγαπημένο μου λογοτεχνικό ήρωα Σέπτιμους Γουόρεν Σμιθ, όταν χρειαστεί. Την Μεταμόρφωση την έχω σε τουλάχιστον τέσσερις διαφορετικές εκδόσεις για να είμαι σίγουρη ότι την έχω αντιληφθεί σωστά. Το Στρίψιμο της βίδας με κράτησε ξάγρυπνη για μία ολόκληρη εβδομάδα. Ο Ξένος είναι όλα τα βιβλία του κόσμου σε ένα.

Επειδή είμαι εμμονικός άνθρωπος συνήθως όταν ξεκινώ να διαβάζω έναν συγγραφέα θέλω να διαβάσω όλα τα έργα του. Έτσι, έχω περάσει έναν ολόκληρο χειμώνα κυριολεκτικά αγκαλιά με τα έργα της Μαργαρίτας Καραπάνου. Το Ναι με κάνει να ανατριχιάζω σύγκορμη και μόνο στη σκέψη και η Κασσάνδρα και ο Λύκος να ζηλεύω φριχτά το συγγραφικό της στυλ. Πρόσφατα διάβασα τον Στόουνερ του Williams John και έπαθα πλάκα. Τελείωσα το βιβλίο και συνέχισα να το κρατάω αγκαλιά και να κλαίω. Και όλα αυτά γιατί στο σπίτι είχα από πολύ νωρίς ελεύθερη πρόσβαση σε όποιο βιβλίο ήθελα. Πράγμα που έκανε την δασκάλα μου στην Πέμπτη δημοτικού να μορφάζει με τρόμο όταν της είπα ότι μόλις τελείωσα το Επάγγελμα Πόρνη της Λιλής Ζωγράφου και το Ο Γέρος και η Θάλασσα του Έρνεστ Χέμινγουέι.

ΤΑΙΝΙΕΣ: Αγαπώ τις ταινίες που είναι σαν να κάνουν παιχνίδι με τους φόβους και το μυαλό μου. Δεν μου αρέσει η βία και σιχαίνομαι τις κωμωδίες. Θυμάμαι ήμουν έγκυος στον γιο μου όταν αποφάσισα να δω για πρώτη φορά στην ζωή μου το Μωρό της Ροζμαρί και έμεινα ξάγρυπνη από τρομερό ενθουσιασμό εκείνη τη νύχτα για την διαπίστωση ότι ο Πολάνσκι, τελικά, είναι ο μόνος σκηνοθέτης έως σήμερα που κατάφερε να αποτυπώσει με τόση ακρίβεια την άγρια μοναξιά που βιώνει μια εγκυμονούσα. Τη Μεγάλη Εβδομάδα βλέπω πάντα τις Ανθισμένες Μανόλιες και κλαίω πολύ. Κάποτε με μια παρέα μπήκαμε σε ένα θερινό σινεμά για να περάσουμε απλά ένα απόγευμα και το έργο ήταν το Δαμάζοντας τα Κύματα του Lars Von Trier. Νομίζω πως άκουγα τον εγκέφαλό μου να σκάει μικρά πυροτεχνήματα μέσα στο κεφάλι μου καθ’ όλη την διάρκεια της προβολής. Την λάτρεψα αυτή την ωδή στην αγάπη, όσο καμία άλλη ταινία! Φέτος έπαθα κάτι παρόμοιο και με το Cold War του Pawel Pawlikowski. Βαριέμαι να επιλέγω ταινίες και σειρές και μου έχει συμβεί να φάω μια ολόκληρη σακούλα πατατάκια όσο ψάχνουμε στο Netflix τι θα δούμε. Προτιμώ να βρίσκω τυχαία κάτι και να το παρακολουθώ ή να ξαναβλέπω κάτι που μου αρέσει και μάλιστα επειδή είμαι φανατική καπνίστρια αλλά έχω την παραξενιά να μην μπορώ να καπνίσω όσο βλέπω ταινία, θέλω να κάνει διάλειμμα για να πάρω ανάσα νικοτίνης.

ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ: Σώπα καλέ! Η τηλεόραση έσβησε στο σπίτι οριστικά μετά το τελευταίο επεισόδιο του Ντόλτσε Βίτα στο MEGA. Δεν βλέπω τηλεόραση, και προς Θεού, όχι επειδή είμαι καμιά κουλτουριάρα, απλά με θλίβει πολύ να παρακολουθώ ανάμεσα σε πρόχειρα και άτσαλα στημένες εκπομπές, μισή ώρα διαφήμιση για ένα φίλτρο νερού βρύσης. Η τηλεόραση στο σπίτι ανοίγει για να συνδεθεί με το youtube και να παίξει το Wannabe των Spice Girls που σε μια κρίση ειλικρίνειας αποκάλυψα στα παιδιά μου ότι μου άρεσε κάποτε και έκτοτε μου το ζητάνε διαρκώς για να το χορέψουν ξυπόλυτα χοροπηδώντας στο σαλόνι.

ΙΝΤΕΡΝΕΤ: Πολύ. Πάρα πολύ! Από το πρωί που θα ξυπνήσω θα ανοίξω τα μειλ μου, θα τσεκάρω τα notifications σε facebook και Instagram, θα βρω τον προορισμό μου χάρη στους χάρτες της google, θα διαβάσω άρθρα που με ενδιαφέρουν αλλά και άρθρα που απλώς είναι viral, θα ανακαλύψω νέα μέρη, νέες συνταγές, νέες τάσεις, θα λύσω απορίες που απλώς θα σκαλώσουν στο κεφάλι μου και θα με φάει η περιέργεια αν δεν το κάνω όσο περιμένω το λεωφορείο ας πούμε, θα γνωρίσω ανθρώπους που έχουν κάτι να πουν, και εννοείται θα καώ σε ατέρμονο σκρολάρισμα κάνα βράδυ στον καναπέ μέχρι να με πάρει ο ύπνος και να πέσει το κινητό στη μούρη μου.  

ΣΠΟΡ: Υπάρχει μια φράση που δεν χρησιμοποιώ συχνά αλλά εδώ ταιριάζει γάντι: ούτε καν! Αυτό. Ούτε καν! Το πιο κοντινό σε σπορ είναι η ηλεκτρική σκούπα που βάζω στο σπίτι ενώ την τελευταία φορά που θυμάμαι να κάνω κάτι δραστήριο ήταν όταν πήγαινα κατασκήνωση στο δημοτικό και παίζαμε «γερμανικό». Νομίζω πως είμαι ακόμη λαχανιασμένη από τότε.

ΤΑΞΙΔΙΑ: Πονεμένο θέμα! Έχω τρομερή φοβία σε όλα τα μεταφορικά μέσα. Στο αεροπλάνο, ειδικά, μπαίνω πάντα με ηρεμιστικά. Στο τρένο παθαίνω κλειστοφοβία (έχω διαβάσει και πολύ Αγκάθα Κρίστυ, και καταλαβαίνετε). Στο πλοίο παθαίνω ναυτία και μουδιάζω επομένως για εμένα ο κάθε προορισμός έχει ιδιαίτερη σημασία γιατί μέχρι να φτάσω έχω δαπανήσει απίστευτη ενέργεια στο ταξίδι. Ωστόσο, επειδή οι φόβοι μας είναι κατά βάθος οι ηδονές μας, φροντίζω να ταξιδεύω συχνά και να με δοκιμάζω. Όταν ερωτεύομαι πάω πάντα στο Παρίσι. Ψέματα. Ερωτεύομαι πάντα όταν πάω στο Παρίσι – το ίδιο το Παρίσι. Η αγαπημένη μου πόλη είναι το Βερολίνο και έχω όνειρο ζωής να ζήσω κάποτε μόνιμα εκεί. Το ταξίδι ζωής που έχω κάνει είναι στην Ιερουσαλήμ. Εκεί έφαγα και το πιο νόστιμο φαλάφελ του κόσμου. Σε μια τριήμερη κρουαζιέρα προς την Βενετία νομίζω πως γέλασα για τρείς ζωές. Όταν απογοητεύομαι από τον κόσμο φέρνω στο μυαλό μου τους γλάρους στην Κωνσταντινούπολη. Στον Καθεδρικό του Αγίου Πέτρου στο Βατικανό έφυγα στα μισά της ξενάγησης γιατί η ξεναγός φλερτάριζε το αγόρι μου. Έχω γυρίσει από την Ύδρα με ένα σανδάλι και νομίζω ότι είμαι ο μοναδικός άνθρωπος στη γη που δεν του αρέσει η Σαντορίνη. Όταν κάτι μυρίζει «εξωτικά» όπως κάρι ή ρύζι τηγανητό με ανανά, λέω πάντα: «εδώ μυρίζει Λονδίνο». Στις Καβουρότρυπες Χαλκιδικής και στα όμορφα Ιωάννινα μου έχουν κάνει πρόταση γάμου. Δέχτηκα και τις δύο φορές.

ΓΕΙΤΟΝΙΑ: Γεννήθηκα και μεγάλωσα στα Εξάρχεια και για τη ακρίβεια, στη οδό Μετσόβου πίσω από το Πολυτεχνείο. Γειτονιά παλιά, κλασική, με στενούς δρόμους και σκοτεινές μαρμάρινες εισόδους πολυκατοικιών που το καλοκαίρι μύριζαν υγρασία και κλεισούρα. Με την ΕΒΓΑ μας, τον φούρνο μας που αν δεν είχαμε λεφτά μας τα έγραφε και «βερεσέ», με το μίνι μάρκετ και το ψαράδικο που εκεί συναντούσες από την Αρλέτα μέχρι τον Άσιμο. Και φυσικά με τις φασαρίες που ήταν πια αναμενόμενες σε κάθε επέτειο της 17ης Νοεμβρίου, και όχι μόνο. Θυμάμαι έναν συμμαθητή μου από τα αγγλικά να με συνοδεύει στο σπίτι μετά το μάθημα και όπως μιλούσαμε να βγάζει ένα σπρέι και να γράφει επί τόπου με αυτό στον τοίχο. Άλλοτε πάλι όπως ψωνίζαμε με την μαμά μου πουλόβερ σε ένα συνοικιακό κατάστημα, η ιδιοκτήτρια έκλεισε απότομα τα στόρια γιατί έξω άρχισαν να πέφτουν αιφνιδίως μολότοφ και αφού μας καθησύχασε ότι δεν θα περάσουν τα χημικά μέσα, εγώ και η μαμά μου συνεχίσαμε να διαλέγουμε πουλόβερ. Πλέον μένω στους Αμπελόκηπους, καθώς είμαι ερωτική μετανάστρια, και πάντα αναστενάζω όταν περνώντας από την Λεωφόρο Αλεξάνδρας, στο ύψος του Πεδίου του Άρεως, συναντώ την ταμπέλα που δείχνει προς τα αριστερά και γράφει «Εξάρχεια».

ΤΩΡΑ: Αυτόν τον καιρό δουλεύω πάνω στην έκδοση της δεύτερης συλλογής διηγημάτων μου με τίτλο που δεν μπορώ να πω ακόμη, γράφω συνεχώς και αδιαλείπτως σε πείσμα του ελάχιστου ελεύθερου χρόνου που έχω, τελειοποιώ την συνταγή για το ξακουστό (στον κύκλο μου) γαλακτομπούρεκό μου, χορεύω κάθε απόγευμα ξυπόλυτη στο σαλόνι με τα δύο μικρά μου το Wannabe των Spice Girls και φυσικά βρίσκομαι στα βιβλιοπωλεία δια μέσω του πρώτου μου βιβλίου με τίτλο “Rebound” που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Ιωλκός.

Λίνα Ρόκου

Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Κέρκυρα. Το 1998 ήρθε στην Αθήνα για να σπουδάσει στο τμήμα Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού. Από το 2001 εργάζεται ως δημοσιογράφος.

Share
Published by
Λίνα Ρόκου