ΠΡΟΣΩΠΑ

Οι Mavile γεμίζουν με μουσικές τους δρόμους της πόλης

Το 2015, έπιασαν στα χέρια τους δύο κιθάρες και άρχισαν να παίζουν μουσική χωρίς να ξέρουν ακριβώς προς τα πού βαδίζουν. Ο Δημήτρης (φωνή, μπάσο), ο Ιγνάτιος (κιθάρα) και ο Αχιλλέας (ντραμς) είχαν δει αρκετές φορές τους δρόμους τους – κυριολεκτικά – να διασταυρώνονται, αν και τότε ακόμη ο καθένας τους έπαιζε σε διαφορετικά συγκροτήματα. Η εκτίμηση όμως ήταν αμοιβαία, το ίδιο και η συμπάθεια. Έτσι, κάποιο διάστημα αργότερα οι δρόμοι τους συναντήθηκαν ξανά, οδηγώντας τους στην απόφαση να παίξουν από κοινού μουσική στον δρόμο.

Οι Mavile, όπως είναι το όνομα της μπάντας που έχουν δημιουργήσει, έχουν παίξει εκατοντάδες φορές στις γειτονιές της Αθήνας – και όχι μόνο. Από το Σύνταγμα, το Περιστέρι, το Χαλάνδρι και τη Μαρίνα Φλοίσβου, μέχρι την Καμάρα Θεσσαλονίκης, τον Λευκό Πύργο, το Παλιό Λιμάνι Χανίων, το Ηράκλειο, την Κόρινθο, το Λουτράκι και την Καλαμάτα, εδώ και τρία χρόνια φορτώνουν τον μουσικό εξοπλισμό τους και κινούν για εκεί που θα συναντήσουν ανθρώπους οι οποίοι θα σκάσουν μερικά χαμόγελα ευτυχίας καθώς θα ακούνε τη μουσική τους.

Αν περάσεις αυτό το διάστημα από την Πλατεία Συντάγματος και την Καπνικαρέα, θα τους συναντήσεις να παίζουν τις μουσικές που αγαπούν, αλλά και δικά τους tracks, όπως ακριβώς κάνουν όταν βρίσκονται πάνω σε κάποιο stage: χωρίς εκπτώσεις. Η εντυπωσιακή ενέργειά τους, αλλά και το unique, πολυδιάστατο songwriting τους, συγκεντρώνει κοντά τους ανθρώπους κάθε λογής που θέλουν να ξεχάσουν για λίγα λεπτά όσα τους σκοτίζουν και να αφεθούν στον θεραπευτικό χαρακτήρα της μουσικής.

Τους συνάντησα σε ένα από εκείνα τα απογεύματα που μου κράτησαν συντροφιά στην Αθήνα και μιλήσαμε για όσα οι δρόμοι τους έχουν μάθει, για την στενή επαφή τους με τους ανθρώπους ευάλωτων κοινωνικών ομάδων, για τις φορές που η αστυνομία τα «έβαλε» περισσότερο με τη μουσική απ’ ότι με τη διαφθορά, αλλά και για όλα όσα ετοιμάζουν μελλοντικά ως Mavile.

«Τον Νοέμβρη του 2019 αποφασίσαμε να πάμε στη Θεσσαλονίκη και να παίξουμε στον δρόμο για δέκα μέρες. Άρχισε να μαζεύεται πολύς κόσμος κάθε φορά που παίζαμε και να σχηματίζει κύκλους. Έως τότε δεν είχαμε στο μυαλό μας να δημιουργήσουμε μια μπάντα, αλλά η μεταξύ μας χημεία στο παίξιμο και ο ενθουσιασμός του κόσμου στον δρόμο άρχισαν να μας βάζουν σε σκέψεις», αρχίζει να μου διηγείται ο Ιγνάτιος. «Ο κόσμος μας ρωτούσε ποιο είναι το όνομά μας κι εκεί συνειδητοποιήσαμε πως μάλλον είχε έρθει η ώρα να γίνουμε μπάντα και να βρούμε ένα όνομα. Έτσι, βγήκαμε σ’ ένα μπαρ οι τρεις μας δίπλα στο airbnb που μέναμε και σπάσαμε το κεφάλι μας και καταλήξαμε στο “Crowd Syndrome”».

Το «βάπτισμα» όμως έγινε λίγες μέρες πριν κάνει την εμφάνισή του το πρώτο κρούσμα του Covid-19 στην Κίνα και το Crowd Syndrome άφηνε περιθώρια για πολλές συνδέσεις με την πανδημία και πειράγματα. Έτσι, τα παιδιά θέλησαν να δώσουν άλλο όνομα στη μπάντα τους. «Το στούντιο μας, ο χώρος που γράφουμε και δημιουργούμε, που κάνουμε όλα τα πάρτυ, βρίσκεται σ’ ένα υπόγειο στην Πλατεία Μαβίλη. Έτσι καταλήξαμε στο όνομα Mavile», μου λέει ο Δημήτρης.

Αυτή την περίοδο και έπειτα από την κυκλοφορία του ντεμπούτου τους “The Final Hand” τον Οκτώβριο του 2021, οι Mavile ετοιμάζουν το δεύτερο διπλό άλμπουμ τους που θα αποτελείται από 20 τραγούδια. «Υπήρχαν ιδέες από την καραντίνα αλλά και πιο πρόσφατες, ακόμη και ιδέες από την εφηβεία οι οποίες υλοποιούνται τώρα. Θέλουμε ό,τι έχουμε γράψει μέχρι σήμερα να το δώσουμε στον κόσμο, γιατί συνεχώς έρχεται νέο υλικό. Τώρα διανύουμε το στάδιο της προπαραγωγής και θα ακολουθήσουν οι ηχογραφήσεις. Παράλληλα, θα κυκλοφορήσουμε ένα single με video clip το οποίο ηχογραφούμε αυτές τις μέρες. Είναι ένα πολύ έντονο και αγαπημένο μας κομμάτι, ένα ωραίο company για ουίσκι και ειναι και το τραγούδι που παίζουμε πάντα στο δρόμο».

Η συζήτησή μας φτάνει στις ιστορίες του δρόμου και σε όσα έχουν αποκομίσει παίζοντας από κοινού τα τελευταία τρία περίπου χρόνια. Έχοντας αποκτήσει πλέον τον κατάλληλο εξοπλισμό για τον δρόμο, βρέθηκαν το 2019 στο Σύνταγμα όπου από την πρώτη κιόλας φορά άρχισαν να βγάζουν πολύ καλά χρήματα. Όπως μου εξηγεί ο Αχιλλέας, «Είναι σημαντικό το ότι στην Πλατεία δεν υπάρχουν πολύ κοντά σπίτια ή γραφεία ώστε να διαμαρτυρηθεί κάποιος. Επίσης πρόκειται για ένα πολύ κεντρικό σημείο στο οποίο έχουμε την ευκαιρία να μας δει πολύς κόσμος και από πολλά διαφορετικά μέρη». 

«Μας έχει τύχει πολλές φορές να έρθει η αστυνομία και να μας πει να φύγουμε από το σημείο που παίζουμε με το επιχείρημα ότι κάνουμε κατάληψη χώρου ή ότι έχουμε δυνατά τα ηχεία – χωρίς βέβαια να έχουν κάποιο ντεσιμπελόμετρο που να το αποδεικνύει αυτό βάσει νόμου. Λίγο μετά την καραντίνα μας είχε γίνει και προσαγωγή στο Περιστέρι, με το πρόσχημα ότι προκαλούσαμε συνωστισμό. Αυτό ήταν ένα τεράστιο φιάσκο της αστυνομίας που διαδραματίστηκε μπροστά στα κανάλια, προσπαθώντας κινηματογραφικά να μας αντιμετωπίσει ως τους “κακούς” της πλατείας. Μας στοίχισε πολύ οικονομικά το γεγονός ότι στην πρώτη καραντίνα δεν παίξαμε καθόλου και όταν βγήκαμε ξανά στον δρόμο στο τέλος της δεύτερης, πρατηρούσαμε ότι η μουσική είχε λείψει πολύ στον κόσμο. Μας άφηναν χρήματα και μας έλεγαν “ευχαριστούμε”. Οι άνθρωποι είχαν ανάγκη να ακούσουν μουσική», μοιράζονται μαζί μου τα παιδιά.

Οι φορές που η αστυνομία έχει προσπαθήσει να τους απομακρύνει από τα spots στα οποία παίζουν, απειλώντας τους πως θα τους συλλάβει είναι πολλές, όμως οι Mavile πια δεν φοβούνται ούτε κάνουν πίσω. «Συνεχίζουμε και κάνουμε αυτό που αγαπάμε με τη δύναμη του κόσμου. Χάρη στους ανθρώπους μάλιστα που μαζεύονται για να μας δουν, οι αστυνομικοί πολλές φορές οπισθοχωρούν. Δεν είναι βεβήλωση ή κατάληψη όπως θεωρούν κάποιοι το να παίζεις μουσική. Στην περίπτωση που ένας αστυνομικός έχει απλά μια εντολή να διώξει έναν μουσικό χωρίς να έχει πάρει μια καταγγελία από κάποιον πολίτη που ενοχλείται, δεν έχουμε κανένα λόγο να σταματήσουμε να παίζουμε».

«Είτε παίζουμε σε κάποιο stage είτε στο δρόμο, πρεσβεύουμε μια ιδέα. Νιώθουμε ίσοι με τον κόσμο. Αν δεν υπάρχει αυτός δεν έχουμε καμία δύναμη. Εκείνος μας έχει σώσει πολλές φορές από το να μας δέσουν και αυτό του το χρωστάμε», εξηγεί ο Δημήτρης. «Όταν στο πρώτο μας live στο Temple είδαμε τόσο κόσμο και γνώριμες φυσιογνωμίες από το δρόμο, ήταν συγκινητικό. Είναι μοναδικό να νιώθεις ίσος με το κοινό σου και όχι ως ένας καλλιτέχνης που ανεβαίνει σε μία σκηνή απλά για να ακουστεί». «Η αλήθεια είναι πως για να καταλάβει κάποιος ακριβώς τι κάνουμε σαν μπάντα πρέπει να έρθει πρωτίστως σε ένα live μας σε κάποιο venue», τονίζει ο Ιγνάτιος.

Οι Mavile είναι στενά συνδεδεμένοι με τις φυσιογνωμίες και τις μορφές της πόλης. Από τους κατοίκους, τους θαμώνες και τους μικροπωλητές, μέχρι τους άστεγους ανθρώπους και τους χρήστες ουσιών, ο δρόμος φέρνει τους ανθρώπους κοντά. «Υπάρχουν άνθρωποι του “περιθωρίου”, που επειδή σε βλέπουν να παίζεις μουσική στον δρόμο, νιώθουν αυτομάτως οικεία μαζί σου. Μπορεί φυσικά όταν κάποιος οικειοποιείται υπερβολικά το χώρο μας να νιώσουμε άβολα κάποιες φορές, αλλά οι περιπτώσεις που κάποιος θα έρθει και θα σου μιλήσει για τη ζωή του – για τις καταχρήσεις, για την κατάθλιψη, ακόμη και για απόπειρες αυτοκτονίας – είναι ανεκτίμητες. Έχει υπάρξει μάλιστα φορά που με έχει πλησιάσει άστεγος άνθρωπος ο οποίος σκεφτόταν να αυτοκτονήσει και μιλούσαμε για αρκετή ώρα γι’ αυτό το θέμα, με αποτέλεσμα στο τέλος της κουβέντας μας να νιώσει καλύτερα», μου διηγείται ο Ιγνάτιος.

«Αυτή είναι η δύναμη της μουσικής, το να επικοινωνείς χωρίς να χρειάζεται να μιλήσεις με τον άλλον», λέει ο Αχιλλέας. «Παίζοντας στον δρόμο ερχόμαστε κι εμείς πιο κοντά με τους ανθρώπους κάθε κοινωνικής ομάδας. Ειδικά στο κέντρο που έχουμε παίξει πολλές φορές, πλέον γνωρίζουμε ακόμη και ονομαστικά πολύ κόσμο».

Τους τελευταίους μάλιστα μήνες, από την έναρξη της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, στην Πλατεία Συντάγματος συγκεντρώνονται καθημερινά άνθρωποι ουκρανικής καταγωγής, οι οποίοι κρατώντας την ουκρανική σημαία αγωνίζονται για τη χώρα τους. Οι Mavile έχουν καταφέρει να έρθουν πολύ κοντά τους: «Ίσως κάνουμε κι εμείς την ώρα τους να περνάει πιο ευχάριστα και γι’ αυτό μας αγαπούν. Μας ανεβάζουν κι εκείνοι το ηθικό και κάνουν τη μέρα μας καλύτερη. Έχει τύχει πολλές φορές να παραχωρήσουμε το μικρόφωνό μας για να πουν δυο λόγια εν μέσω του παιξίματος για όσα βιώνει η χώρα τους. Είμαστε με το μέρος της Ουκρανίας και του λαού και δεν υπάρχει κάτι πιο τίμιο από το να πάρεις τη θέση του ανθρώπου που παλεύει για τη ζωή του», λένε τα παιδιά.

Αναρωτιέμαι αν ο Δημήτρης, ο Αχιλλέας και ο Ιγνάτιος ήταν από μικροί ευαισθητοποιημένοι με τους ευάλωτους ανθρώπους. «Ήμασταν ανέκαθεν, απλά ο δρόμος μας βοήθησε να ξε-φοβηθούμε, να βγούμε από το καλούπι μας και να δούμε face to face κάποια πράγματα». Όπως μοιράζεται ο Δημήτρης: «Μέσα από δικά μου βιώματα είχα επαφή με αυτούς τους ανθρώπους πριν βγω στο δρόμο. Ίσως αυτό μου το έκανε ευκολότερο να αρχίσω να παίζω έξω. Μου ήταν όλα πιο οικεία».

«Να είμαστε ειλικρινής όμως, οι άνθρωποι που ζουν στον δρόμο δεν έρχονται κοντά μας μόνο επειδή ακούνε τη μουσική μας, αλλά βλέπουν τρεις ανθρώπους να βιοπορίζονται από τον δρόμο και κάτι τους θυμίζει αυτό. Τους εαυτούς τους ίσως. Υπάρχει κάτι κοινό δηλαδή ανάμεσά μας και με πρόφαση το ότι παίζουμε ωραία μουσική έρχονται να μας μιλήσουν για να γεμίσουν τη μοναξιά τους, γιατί η μοναξιά του ανθρώπου που ζει στο δρόμο είναι πολύ μεγάλη».

Πέρα όμως από την επαφή και την αλληλεγγύη που αναπτύσσεται με τον κόσμο, δεν έχουν λείψει και τα ευτράπελα. «Έχει τύχει εκεί που παίζουμε να έρθει ένας τύπος αγριεμένος και να θέλει να με χτυπήσει στα καλά καθούμενα», λέει ο Δημήτρης. «Μια μέρα έπαιζα και πηγαίνει ένας κύριος μεγάλης ηλικίας να μου κλέψει την τσάντα και μόλις τον βλέπω την αφήνει με ένα ύφος τύπου “ούτε να κλέψουμε δεν μπορούμε σήμερα”. Γενικότερα έχουν πάει αρκετές φορές να μας κλέψουν από τη θήκη που αφήνει ο κόσμος χρήματα, αλλά συνήθως καταφέρνουν να πάρουν κανένα ψιλό», λέει ο Αχιλλέας.

Λίγο πριν τους αφήσω για να συνεχίσουν να παίζουν, τα αγόρια μου λένε πως ακόμη και αν η μπάντα φτάσει σε ένα επίπεδο που θα γεμίζει στάδια και θα τουράρει ανά τον κόσμο, υπόσχονται πως δεν θα εγκαταλείψουν τον δρόμο. «Θα στήνουμε σίγουρα – σε πιο σπάνιες περιστάσεις – μια πολύ μεγάλη συναυλία στον δρόμο. Ακόμη και μετά από κάποιο live σε ένα μαγαζί, θα συνεχίζαμε το πάρτυ στον δρόμο. Always back to the roots».

Λουίζα Σολομών-Πάντα