Νίκος Ξυδάκης: «Δε με εκπλήσσει τίποτα πια. Η δημοκρατία έχει δεχθεί πλήγμα και τα media δυστυχώς υπέκυψαν»

«Μνημόνιο – Αντιμνημόνιο», «Καλή – Κακή Βία», «Λαϊκισμός» και «Θεωρία των Δύο Άκρων» – πουθενά σύνθεση, παντού διλήμματα και στρατόπεδα. Αυτά είναι πάντως τα κλισέ της κρίσης που σε ένα μεγάλο βαθμό είτε δημιουργήθηκαν είτε αναπαράχθηκαν τυφλά από τους δημοσιογράφους…
Η εξουσία επινόησε με τους μηχανισμούς της,  βασικός εξ’ αυτών τα media,  διλήμματα τεχνητά προκειμένου να στρέφει την προσοχή αλλού. Η μεγάλη απογοήτευση της περιόδου, αυτό που εξελίχθηκε στο πιο αποκρουστικό μόρφωμα είναι το Κέντρο που δεν πήρε θέση σε ό,τι συνέβαινε. Αυτό που προέχει τώρα είναι να καταλάβουμε ποιοι είμαστε, τι πλούτο και τι δυσκολίες έχουμε και πως θα διαχειριστούμε αυτό το πακέτο. Πρέπει να βρούμε δουλειά σε 1.5 εκατομμύριο ανθρώπους, να ανακτήσουν πρόσβαση σε γιατρό 1.5 εκατομμύριο ανασφάλιστοι. Δημογραφικά και ηθικά δεν έχουμε τη δυνατότητα να αφήσουμε πίσω 3-4 εκατομμύρια ανθρώπους.

Αυτό το “great depression”, αυτή η συλλογική κατάθλιψη που περιγράφετε τι είδους συλλογική ταυτότητα μπορεί να γεννήσει; Μερικές φορές σου δίνεται η εντύπωση ότι κρίση θα έχουμε για πάντα, ούτως ή άλλως έχουν χαθεί τόσα κεκτημένα…
Έχει βάση αυτό που λες, αλλά πρέπει να το δούμε από την αρχή. Καταρχάς, ψευδώς και υποβολιμαία, τόσο από την εγχώρια όσο κι από την ευρωπαϊκή ηγεσία, μπήκαμε στο ευρώ. Ήταν εξαρχής μια κατάσταση σικέ που θα βούλιαζε τη χώρα.

Έχει ασκηθεί επαρκής κριτική σε εκείνη την περίοδο;
Καμία. Ο κύριος Σημίτης θεωρεί ακόμα επίτευγμά του ότι μας έβαλε στο ευρώ, όλοι οι ανεξάρτητοι παρατηρητές το βλέπουν σαν τραγωδία. Το ευρώ ήταν ασύμμετρο με στρεβλή αρχιτεκτονική και καμία πρόβλεψη για διαχείριση κρίσης. Όταν η κρίση προέκυψε, ο καθένας χώρισε τα τσανάκια του.

Για να συνεννοηθούμε όμως και να  προκύψει η επόμενη μέρα, δεν πρέπει να γίνει κι αυτοκριτική…
Ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού νομίζω ότι την έχει κάνει.

Αυτό δείχνει το 25+% του ΣΥΡΙΖΑ;
Αυτό είναι άλλο. Το συζητάμε μετά αν θες. Αλλά σ’ αυτούς που έζησαν στο πετσί τους το θέμα της επιβίωσης, είναι είτε άνεργοι ή είτε μερικούς μήνες απλήρωτοι., θα τους πούμε κι από πάνω τεμπέληδες και μπαταξήδες;

Ας το κρατήσουμε στο χώρο μας, δε βγήκαν με τεμπέλικο τρόπο κάποια εύκολα λεφτά τον καιρό των παχιών αγελάδων; Κατά διαβολική σύμπτωση αυτοί που τα έβγαλαν, σήμερα τα βάζουν με το lifestyle κτλ.
Ναι, γιατί κυκλοφορούσε χρήμα και υπήρχαν δουλειές. Προσωπικά είμαι εναντίον του “lifestyle” αν και δούλεψα σε αυτό.  Είμαι εναντίον γιατί στις κορυφώσεις του καλλιεργούσε την ψευδαίσθηση, την αυταπάτη και την εξαχρείωση. Την αισθητική και την ευλυγισία που θα έφερνε την είχα δει από το 1987 που ξεκίνησε το ΚΛΙΚ. Τότε δούλευα στη Βαβέλ και μετά πήγα στον Ταχυδρόμο που στην ουσία ήταν το πρώτο ελληνικό lifestyle περιοδικό.

Όμως και τα αντίστοιχα glossy περιοδικά του εξωτερικού το ίδιο πρότυπο προέβαλλαν και προβάλλουν. Εκεί γιατί δεν θεωρούνται υπεύθυνα για οτιδήποτε πάει στραβά;
Εδώ ήταν λίγο διαφορετικά τα πράγματα. Μετά από ένα σοκ λίγων ετών το Βήμα, η Ελευθεροτυπία και τα άλλα παραδοσιακά φύλλα που είχαν πάθει κλακάζ από τον τσαμπουκά των νέων ηθών, τελικά τα ενσωμάτωσαν. Τα νέα περιοδικά τότε έδωσαν παράθυρο στον υποκειμενισμό, τη βασική παρακαταθήκη της αμερικάνικης Νέας Δημοσιογραφίας. ΟΚ, δεν είχαμε Χάντερ Σ. Τόμπσον, αλλά είχαμε π.χ. τον Γιάννη Νένε που ακόμα κρατάει. Αλλά κι αυτός προερχόταν από τη Βαβέλ, ένα περιθωριακό έντυπο  – εκεί ήμουν κι εγώ, ο Σταύρος Κούλας, εκεί έγραφε κι ο Φώτης Γεωργελές.

Γιατί δεν δημιουργήθηκαν λοιπόν «αναχώματα» σε αυτό που λέμε χυδαίο;  Γιατί δεν είχαμε π.χ. ένα ελληνικό New Yorker ως ποιοτικό αντιστάθμισμα, όπως επίσης συνέβη στο εξωτερικό; 

Με την βραχύβια εξαίρεση του 01 που  – πριν κάνει κάνα δυο σοβαρά λαθάκια – δοκίμασε να φέρει έναν νέου τύπου ρομαντισμό και μια άλλη ποιότητα, ο κόσμος εθίστηκε στη φθήνια. Κι αυτά τα περιοδικά, όσο περνούσε ο καιρός – παρά τις μονάδες που τα αποτελούσαν – γίνονταν όλο και πιο συντηρητικά, όλο και πιο καθεστωτικά. Ο Κωστόπουλος ήταν ο Ζντάνοφ του ΠΑΣΟΚ. Στο ένα τεύχος έβριζε τον Παπανδρέου «Οι κλέφτες να πάνε φυλακή» και στο επόμενο έγραφε «Μη βαράτε τον πρωταθλητή». Στο τότε ΠΑΣΟΚ δεν έφτανε το μαγείρεμα της εξουσίας. Βρέθηκαν κάτι ζαγάρια με μουστάκες και κομπολόγια να έχουν χρήμα και δημόσια επιφάνεια, και ζητούσαν αισθητική και ιδεολογική κάλυψη για τον νεοπλουτισμό τους. Να σου πω την αλήθεια, περισσότερο στο περιγράφω παρά το κατηγορώ. Τελικά, επικράτησε η απληστία, η χυδαιότητα, η αγένεια – διαμορφώθηκε μια ελίτ που κρασάρισε το 2009 με τον ΓΑΠ και τελικά βύθισε τη χώρα. Στο ίδιο μήκος κυμάνθηκε παράλληλα και η αντίστοιχη νεοδημοκρατική ελίτ. Το ίδιο αμόρφωτοι και παρτάκηδες.

Στην επόμενη σελίδα: Είναι ο ΣΥΡΙΖΑ μια «συνολική δικαιολογία»; Είναι ο Τσίπρας «ο Ντι Κάπριο της ευρωπαϊκής Αριστεράς»;

Page: 1 2 3

Παναγιώτης Μένεγος

Share
Published by
Παναγιώτης Μένεγος