«Προσεχώς, σε κάποιο αρχαιολογικό μουσείο…». Γαντοφορεμένο χέρι σερβιτόρου, υπό τους ήχους χαλαρής lounge μουσικής, σηκώνει από τη βάση αρχαίου αγάλματος, όπου προβάλλουν οι μαρμάρινες απολήξεις των πτυχώσεων του χιτώνα του, το ποτήρι του κοκτέιλ και το πιάτο με το μισοφαγωμένο φαγητό. Είναι προφανές. Βρισκόμαστε σε ένα αρχαιολογικό μουσείο. Ενώπιόν μας έχουμε μια εν εξελίξει δεξίωση. Εν μέσω αρχαιοτήτων. Φιάλες κρασιού ανοίγουν στη ροτόντα των τεσσάρων ατόμων με τα στρωμένα σερβίτσια. Ξαφνικά, χτυπάει το τηλέφωνό της προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου του Μουσείου. Είναι η υπουργός Πολιτισμού Μίνα. «Έλα Μίνα μου. Έκθεση στο Κατάρ; Ναι, ναι. Πες μου, σημειώνω. Τον Κούρο; Έγινε. Τον μεγάλο, τον τρίμετρο, ναι.». Ο φακός κάνει ζουμ στο στόμα του συνδαιτημόνα της και μέλους του ΔΣ που μπουκωμένο μασουλάει λαίμαργα, με προκλητικό τρόπο, ωσάν να μην περιστοιχίζεται από ένα μέρος της πολιτιστικής μας κληρονομιάς. «Τον Μηχανισμό. Α, των Αντικυθήρων; Έγινε», συνεχίζει η πρόεδρος τη στιχομυθία της με την υπουργό Πολιτισμού. «Να βάλω και 5-6 κυκλαδικά;», προσφέρεται γενναιόδωρα η πρόεδρος, μιλώντας για τις αρχαιότητες σαν να πρόκειται για…πατάτες . «Για πόσο τα θέλουν; 50 χρόνια. Οκέι. Μεθαύριο θα το περάσω από διοικητικό». Παύση. «Όχι καλέ. Τι πρόβλημα; Αφού όλο το συμβούλιο είναι πάρα πολύ φίλοι μας». Πέφτουν οι τίτλοι τέλους του βίντεο της καμπάνιας Υπερασπιζόμαστε τα δημόσια Μουσεία #StandWithGreekStateMuseums με τη φράση «Αυτό δεν πρέπει να συμβεί».
Τι δεν πρέπει να συμβεί; Τι τρέχει; Αυτό που μόλις παρακολουθήσαμε και μας έκανε να γελάσουμε δεν είναι ακόμη ένα βιντεάκι του Luben; Δεν πρόκειται για σάτιρα; Η απάντηση είναι «όχι». Είναι μέρος μια καμπάνιας που προσπαθεί να προλάβει το κυβερνητικό σχέδιο αποκοπής των πέντε σημαντικότερων δημόσιων αρχαιολογικών Μουσείων της χώρας από την Αρχαιολογική Υπηρεσία και της μετατροπής τους σε Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.).
Το σχετικό νομοσχέδιο φέρνει σήμερα προς ψήφιση, αταλάντευτη, στη βουλή η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη, έχοντας απέναντί της 487 προσωπικότητες από 26 χώρες του κόσμου (μέλη Ακαδημιών, πανεπιστημιακοί καθηγητές, ερευνητές στα μεγαλύτερα ερευνητικά κέντρα του κόσμου), έλληνες αρχαιολόγους, ακαδημαϊκούς, εργαζόμενους στα μουσεία, τα σωματεία του ΥΠΠΟΑ (Ενιαίο Σύλλογο Υπαλλήλων ΥΠΠΟ Αττικής, Στερεάς και Νήσων, Σύλλογο Ελλήνων Αρχαιολόγων – ΣΕΑ, Πανελλήνια Ένωση Συντηρητών Αρχαιοτήτων – ΠΕΣΑ, Πανελλήνιο Σύλλογο Υπαλλήλων Πτυχιούχων Ανώτατης Τεχνολογικής Εκπαίδευσης Υπουργείου Πολιτισμού, Πανελλήνιο Σωματείο Εκτάκτων ΥΠΠΟ και Σύλλογο Εκτάκτων Αρχαιολόγων – ΣΕΚΑ), την πρώην υπουργού Πολιτισμού Ελισάβετ Παπαζώη, τον Αρχιεπίσκοπο Κρήτης Ευγένιο, την Ενωτική Κίνηση Εκδοτών, αλλά και την πρώην αντιπρόεδρο του ΣτΕ, Μαρία Καραμανώφ.
Όπως μας τονίζει ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων, αυτό που αποτυπώνει το βίντεο της καμπάνιας #StandWithGreekStateMuseums, δεν είναι γκροτέσκα σάτιρα, παρότι μοιάζει. Πρόκειται για τη νέα τάξη πραγμάτων που θα επιβληθεί στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, το Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο, το Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης, το Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού και το Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου, από την ώρα υπερψήφισης του νομοσχεδίου. (24ωρη απεργία και συγκεντρώσεις έχουν στο μεταξύ κηρύξει την ώρα της ψήφισής του στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο, στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης και στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου).
Οι εκπρόσωποι των Σωματείων του Υπουργείου Πολιτισμού και ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων καταγγέλλουν ως αντισυνταγματικό το νομοσχέδιο μετατροπής τους σε ΝΠΔΔ, εφόσον, υποστηρίζουν, ανοίγουν «παραθυράκια» για να «φυτεύονται» από τον εκάστοτε υπουργό διοικήσεις (που «διαπρέπουν στον επαγγελματικό ή κοινωνικό χώρο τους, αγνώστων λοιπών στοιχείων»), για να χαθούν ολοσχερώς κορυφαίες αρχαιότητες, μέσω της δημιουργίας παραρτημάτων στο εξωτερικό, να επιδεινωθούν ραγδαία τα Εργασιακά (καταργούνται επιδόματα βαρέας κι ανθυγιεινής εργασίας και εισάγεται ο «εθελοντισμός»), να εκτοξευτεί το κόστος με τις απευθείας αναθέσεις σε ιδιώτες κ.ο.κ.
Είναι εντυπωσιακό το ότι ακόμη και η Έκθεση της Επιστημονικής Υπηρεσίας της Βουλής αναδεικνύει σε 19 σελίδες την προχειρότητα ενός νομοσχεδίου, που ενώ πραγματεύεται υψίστης σημασίας συνταγματικώς προστατευόμενα αγαθά, προσπαθεί να παρακάμψει δολίως και υπογείως την προστασία αυτή, αφήνοντας υπέρμετρη εξουσιοδότηση σε διορισμένα Δ.Σ. και υπουργούς, να αποφασίζουν για μείζονα θέματα που αφορούν την πολιτιστική κληρονομιά, όπως π.χ. το να ιδρύουν παραρτήματα στο εξωτερικό και να αποφασίζουν για την μόνιμη εξαγωγή αρχαιοτήτων στο εξωτερικό, κατά παράβαση του Αρχαιολογικού Νόμου.
Έχει ενδιαφέρον το ότι, σύμφωνα με τους εκπροσώπους των Σωματείων του ΥΠΠΟΑ, η πλευρά της υπουργού παραμένει «εξαιρετικά απομονωμένη», σε μια υπόθεση που έχει αναλάβει προσωπικά. «Δεν υπάρχει ένας άνθρωπος να στηρίξει τις αποφάσεις του ΥΠΠΟΑ», επισημαίνουν, προσθέτοντας ότι, παρ’ όλες τις αντιδράσεις που καθημερινά πολλαπλασιάζονται, η υπουργός «δεν μπαίνει καν σε θέση που να πρέπει να απαντήσει σε ερωτήματα. Κάνει απλώς μονόλογο στη Βουλή».
Οι εκπρόσωποι των Σωματείων καταρρίπτουν επίσης και το βασικό επιχείρημα προώθησης του νομοσχεδίου, από πλευράς υπουργού: την οικονομική βιωσιμότητα. Αποδεικνύεται από τους αριθμούς στην έως τώρα πρακτική σε μουσεία/φορείς Νομικά Πρόσωπα, τονίζουν, έωλο το σχετικό επιχείρημα, καθώς υπάρχουν ηχηρά αντιπαραδείγματα: «τα 3,5 εκ. ευρώ έλλειμα της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, τα 7 εκ. έλλειμα της Εθνικής Πινακοθήκης, τα 3 εκ. του Εθνικού Θεάτρου, τα 2 εκ. του ΚΘΒΕ, τα 5 εκ. του Μεγάρου…», ενώ εγείρει ερωτηματικά ότι η υπουργός, παρ’ όλους τους ισχυρισμούς της, «δεν έχει παρουσιάσει, ενώ σήμερα ψηφίζεται, μια οικονομικοτεχνική μελέτη βιωσιμότητας».
Ανάμεσα στις φωνές που έκρουσαν τον κώδωνα του κινδύνου για την επιχειρούμενη αλλαγή του status των κορυφαίων Μουσείων της χώρας, υπάρχει κι αυτή της Αντιπροέδρου ΣτΕ ε.τ. και Προέδρου του Επιμελητηρίου Περιβάλλοντος, κυρίας Μαρίας Καραμανώφ, η οποία στην αναφορά που συνέταξε με τη δεύτερη ιδιότητά της έχει επισημάνει: «Αν οι αρμοδιότητες διαχείρισης της αρχαιολογικής μας κληρονομιάς οι οποίες ανήκουν στο Υπουργείο Πολιτισμού εδώ και 200 περίπου χρόνια, διασπαστούν και κάποιες από αυτές ανατεθούν στα ΝΠΔΔ των Μουσείων, ο αναγκαίος συντονισμός μεταξύ Αρχαιολογικής Υπηρεσίας και Μουσείων θα υποστεί κρίσιμο πλήγμα (…). Αρχαιολογική Υπηρεσία αποστερημένη από τα αρχαιολογικά Μουσεία, θα αποτελεί Υπηρεσία της οποίας οι αρμοδιότητες θα ασκούνται ουσιαστικά επί χάρτου και μοιραία θα οδηγηθεί σε ατροφία και μαρασμό».
Αναζητήσαμε την κυρία Καραμανώφ για περαιτέρω διευκρινίσεις. Τα ερωτήματα που της θέσαμε είναι πολλά. Καταρχάς, τίθεται όντως ζήτημα συνταγματικότητας, στο νέο νομοσχέδιο που περνά στη Βουλή σήμερα η υπουργός Πολιτισμού; Είναι ένα νομοσχέδιο το οποίο αντίκειται στο ελληνικό Σύνταγμα; Η ίδια στην αναφορά του Επιμελητηρίου Περιβάλλοντος κάνει καθαρά λόγο για τη δημιουργία «σοβαρών συνταγματικών προβλημάτων». Αυτό συνδέεται με το ότι νομοσχέδιο υπονομεύει τον ενιαίο χαρακτήρα της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας και οδηγεί στη διάλυσή της, όπως υποστηρίζει τόσο ο ΣΕΑ, όσο και η έκθεση του Επιμελητηρίου, που υπογράφει η κυρία Καραμανώφ; Ή με το ότι διάταξή του προβλέπει «την ίδρυση παραρτημάτων στο εσωτερικό και το εξωτερικό» (άρθρο 4, παρ. ιβ, σκοποί), με πρόταση του Διοικητικού Συμβουλίου του εκάστοτε Μουσείου στον Υπουργό Πολιτισμού (άρθρο 13, παρ. 2ε), με ΚΥΑ ΥΠΠΟΑ-ΥΠΟΙΚ-ΥΠΕΣ (άρθρο 33 παρ. 3), εισάγοντας έτσι την μακροχρόνια εξαγωγή αρχαιοτήτων στο εξωτερικό για απροσδιόριστο χρόνο; Η συγκεκριμένη διάταξη αντιβαίνει, όπως ισχυρίζεται ο ΣΕΑ, ευθέως τον Αρχαιολογικό Νόμο (Ν. 4858/2021), καθώς στα σχετικά άρθρα του οποίου (25, 34, 45) προβλέπεται μόνον η προσωρινή εξαγωγή αρχαιοτήτων για καθορισμένο χρονικό διάστημα και για ειδικούς μόνο λόγους;
Επιπλέον, σύμφωνα με την πρόεδρο του ΣΕΑ, Δέσποινα Κουτσούμπα, οι αρχαιότητες είναι στην απόλυτη κυριότητα, βάσει του Συντάγματος, του ελληνικού λαού για αυτό τον λόγο τις διαχειρίζονται αποκλειστικά δημόσιοι υπάλληλοι που έχουν ορκιστεί στο Σύνταγμα. Το νομοσχέδιο μετατροπής σε ΝΠΔΔ όντως μπορεί να μετατρέψει τα δημόσια αρχαιολογικά Μουσεία σε κυβερνητικά υποχείρια; Ο εκάστοτε Υπουργός θα επιλέγει και θα διορίζει τα Διοικητικά Συμβούλια και τους Γενικούς Διευθυντές. Για 9 χρόνια τα Μουσεία θα διοικούνται από ΔΣ και Γενικό Διευθυντή που θα ορίζει ο Υπουργός. Περνώντας κατά αυτό τον τρόπο η διαχείριση των αρχαιοτήτων σε κοινωνικά προβεβλημένες και καταξιωμένες επαγγελματικά προσωπικότητες (με το νέο νομοσχέδιο οι 5 εκ των 7 του ΔΣ θα είναι τέτοιες), μπορεί κανείς να μιλήσει ξανά ότι τίθεται ζήτημα αντισυνταγματικότητας;
«Για τη συνταγματικότητα ενός νόμου αποφαίνονται τα αρμόδια δικαστήρια, εν προκειμένω το ΣτΕ, και η κρίση ενός δικαστηρίου δεν μπορεί να προβλεφθεί. Κατά την προσωπική μου πάντως άποψη, η μετατροπή των αρχαιολογικών μας μουσείων σε ΝΠΔΔ γεννά μια σειρά συνταγματικών ζητημάτων. Το σημαντικότερο από αυτά είναι ότι κατά το άρθρο 24 του Συντάγματος, όπως έχει ερμηνευθεί σε ανάλογες περιπτώσεις, η προστασία της πολιτιστικής μας κληρονομιάς ανήκει αποκλειστικά στην αρμοδιότητα του ίδιου του κράτους και όχι άλλων φορέων όπως τα ΝΠΔΔ», απαντά η κυρία Καραμανώφ.
«Τέτοιες πρακτικές είναι μεν συμβατές με τον χώρο της αγοράς, εγκυμονούν όμως σοβαρούς κινδύνους όταν το διακύβευμα είναι η ασφάλεια, η διαφύλαξη και η προσήκουσα ανάδειξη των αρχαιοτήτων, χάριν των οποίων έχουν θεσπιστεί οι διαδικασίες που διέπουν από καταβολής ελληνικού κράτους την Αρχαιολογική Υπηρεσία (…)»
«Το πρώτο και βασικό ερώτημα στην προώθηση του νομοσχεδίου είναι για ποιο λόγο επιχειρείται αυτό το ρήγμα στην Αρχαιολογική μας Υπηρεσία; Τι προβλήματα διαπιστώθηκαν στη λειτουργία των αρχαιολογικών μας Μουσείων; Γιατί δεν μπορούν αυτά να λυθούν στο πλαίσιο της παρούσας οργανωτικής τους δομής, η οποία λειτουργεί επιτυχημένα πάνω από 200 χρόνια; Τι καλύτερο εγγυάται η απόσπασή τους από το αρμόδιο ΥΠΠΟΑ και η ανάθεσή τους σε διαφορετικούς, αυτόνομους και ανεξάρτητους φορείς που θα λειτουργούν ο καθένας με τα δικά του κριτήρια για τη διαχείριση της κοινής μας αρχαιολογικής κληρονομιάς;», συνεχίζει η κυρία Καραμανώφ, καταθέτοντας μια σειρά καίριων ερωτημάτων. «Η απάντηση που δίνεται επισήμως συνοψίζεται σε δύο λέξεις: ευελιξία και οικονομική αποδοτικότητα», απαντάει μόνη της. Η μία προϋποθέτει την άλλη και οι δύο μαζί είναι εντελώς ασύμβατες με την ίδια τη φύση και τον προορισμό της αρχαιολογικής μας κληρονομιάς, την ασφάλειά της, την ανάγκη της συνεχούς επιστημονικής μελέτης της ως ενιαίο σύνολο και τον σεβασμό που της αξίζει. Για να γίνουν οικονομικά ανταποδοτικά τα Μουσεία, πρέπει, σύμφωνα με την παραπάνω λογική, να είναι ευέλικτα, ώστε να επινοούν διαρκώς νέους τρόπους εκμετάλλευσης και προώθησης του «προϊόντος» τους, απαλλαγμένα από ελέγχους, εγκρίσεις και σύνθετες διαδικασίες. Τέτοιες πρακτικές είναι μεν συμβατές με τον χώρο της αγοράς, εγκυμονούν όμως σοβαρούς κινδύνους όταν το διακύβευμα είναι η ασφάλεια, η διαφύλαξη και η προσήκουσα ανάδειξη των αρχαιοτήτων, χάριν των οποίων έχουν θεσπιστεί οι διαδικασίες που διέπουν από καταβολής ελληνικού κράτους την Αρχαιολογική Υπηρεσία».
«Προσωπικά, θεωρώ ότι τα δύο μεγάλα εθνικά μας κεφάλαια, το φυσικό περιβάλλον και η αρχαιολογική μας κληρονομιά, αντιμετωπίζονται πλέον ως εμπορικά προϊόντα που χρησιμοποιούνται για τον προσπορισμό κερδών και μάλιστα με εντελώς βραχυπρόθεσμη προοπτική», υπογραμμίζει η πρώην αντιπρόεδρος του ΣτΕ. « Έπαψαν να αποτελούν αυτοτελείς αξίες που έχουν ως προορισμό απλώς και μόνο να υπάρχουν για να προσφέρουν παιδεία, έμπνευση, ψυχική ανάταση, χαρά και απόλαυση. Οι νομικές μεθοδεύσεις με τις οποίες συντελείται αυτή η αλλοίωση είναι πολλές και διάφορες, άμεσες ή έμμεσες ιδιωτικοποιήσεις, ανεξέλεγκτοι δανεισμοί, συναλλαγές με υπόπτους αρχαιοκαπηλίας κ.ο.κ., δεν έχουν αυτές καθαυτές σημασία. Κοινός τους παρονομαστής είναι η ανάγκη διάσπασης και εξουδετέρωσης της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας που εδώ και 150 χρόνια επιτελεί το έργο της με συνέπεια, ζήλο και επιτυχία. Εκείνο που έχει σημασία είναι ότι με τον τρόπο αυτό συντελείται μια πλήρης διαστροφή της ουσίας και του προορισμού του πολιτισμού, όπως τον αντιλαμβανόμαστε στη χώρα μας από τα αρχαία χρόνια μέχρι σήμερα».
«Ίσως κάποιοι θεωρούν ότι σε τελική ανάλυση δεν αλλάζουν πολλά πράγματα, αφού και τα ΝΠΔΔ αποτελούν μια μορφή κρατικής οργάνωσης», επισημαίνει η Πρόεδρος του Επιμελητηρίου Περιβάλλοντος. «Όμως οι διαφορές μεταξύ ΝΠΔΔ και αρμόδιου Υπουργείου είναι θεμελιώδεις», διευκρινίζει.
«Τα Ν.Π.Δ.Δ. έχουν αυτονομία και δική τους Διοίκηση που λειτουργεί με δικά της κριτήρια, ακριβώς γιατί τους έχει ανατεθεί ένας ειδικός, αυτοτελής και ανεξάρτητος σκοπός, ο οποίος δεν συνδέεται αναπόσπαστα με το αντικείμενο του αρμόδιου Υπουργείου. Στην προκειμένη όμως περίπτωση, με ποια λογική ο σκοπός των ελληνικών αρχαιολογικών Μουσείων μπορεί να θεωρηθεί ειδικός, αυτοτελής και ανεξάρτητος, ώστε αυτά να αποκοπούν από το ενιαίο σύστημα διοίκησης και διαχείρισης της αρχαιολογικής μας κληρονομιάς, που ανήκει στο Υπουργείο Πολιτισμού; Με ποια λογική μπορούν τα αρχαιολογικά μας Μουσεία να αποσπαστούν από τους αρχαιολογικούς χώρους με τους οποίους βρίσκονται σε μόνιμη και αναγκαία αλληλεπίδραση και ανατροφοδοτούνται συνεχώς στους τομείς της ανασκαφής, έρευνας, επιστημονικής τεκμηρίωσης κ.ο.κ.;»
Σε περίπτωση που ανοίξει παράρτημα ένα μουσείο μας λ.χ. στο Βρετανικό Μουσείο, θα μπορούσαν να χαθούν με δάνειο και 100 ετών κορυφαία εκθέματα; Η υπαγωγή των δημόσιων Μουσείων στην διάταξη που επιτρέπει την εξαγωγή αρχαιοτήτων στο εξωτερικό για 25+25 χρόνια, καθώς και η ίδρυση παραρτημάτων στο εξωτερικό, ενέχουν παγίδες, κυρία Καραμανώφ; Κάθε Εφορεία και Μουσείο της χώρας διαχρονικά έως και σήμερα καταρτίζουν περιοδικά λίστες αρχαιοτήτων που δεν μπορούν να μετακινηθούν, με κριτήριο τη σπουδαιότητα, τη μοναδικότητα, την κατάσταση διατήρησης κ.ά. Παρά τα συνεχιζόμενα αιτήματα για την έκδοση συνολικής λίστας «αμετακίνητων» αρχαιοτήτων από την Γενική Συνέλευση του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων προς την πολιτική ηγεσία, το Υπουργείο Πολιτισμού δεν κατήρτισε πανελλαδική λίστα «αμετακίνητων» με Υπουργική Απόφαση μετά από γνώμη του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου. Αυτό αποκαλύπτει μια τάση; Σήμερα, αν περάσει το νομοσχέδιο, δυνητικά όλα τα εκθέματα των πέντε Μουσείων, με εισήγηση του ΔΣ, μπορεί να εξαχθούν; Επί της ουσίας αυτό που επιχειρείται από το υπουργείο Πολισμού είναι η μεθόδευση της καταστρατήγησης του ισχύοντος αρχαιολογικού νόμου και μάλιστα των άρθρων 25 και 34; Ανοίγει «μαλακά» ο δρόμος για την ιδιωτικοποίηση των κορυφαίων μουσείων της χώρας;
Η πολιτική ηγεσία επικαλείται το ευρωπαϊκό μουσειακό παράδειγμα. Ευσταθεί αυτό το επιχείρημα; Δεν υπάρχει καμμία απολύτως αναλογία των ελληνικών αρχαιολογικών Μουσείων με τα μεγάλα Μουσεία του εξωτερικού, Λούβρο, Βρετανικό, Μετροπόλιταν, Περγάμου κ.λπ. Για τον προφανή λόγο ότι τα τελευταία εκθέτουν κατά κύριο λόγο αντικείμενα πανταχόθεν προερχόμενα και με ποικίλους τρόπους αποκτηθέντα, τα οποία δεν έχουν καμμία σχέση με τη χώρα που τα φιλοξενεί. Τα εκθέματα αυτά, ούτε με τον πολιτισμό της χώρας συνδέονται, ούτε ανατροφοδοτούνται από τους αρχαιολογικούς της χώρους, ούτε ανήκουν στην πολιτιστική κληρονομιά του λαού της και επομένως η διαχείρισή τους μπορεί κάλλιστα να γίνεται με μεθόδους που προσιδιάζουν λιγότερο προς εθνικά Μουσεία και περισσότερο προς γκαλερί. Είναι προφανές ότι τίποτα από αυτά δεν ισχύει για τα ελληνικά αρχαιολογικά Μουσεία.
Οι απευθείας αναθέσεις, η στρατιά των συμβούλων θα επιβαρύνουν το κόστος; Οι υπουργικές εξαγγελίες περί «οικονομικής αυτοτέλειας» των Μουσείων και μείωσης του προϋπολογισμού τους είναι αληθείς; Τα Μουσεία ΝΠΔΔ κοστίζουν λιγότερο στον κρατικό προϋπολογισμό; Τι λέει η πράξη; Η κύρια χρηματοδότηση όλων των ΝΠΔΔ (ασφαλιστικοί οργανισμοί, ΟΤΑ, ΑΕΙ κ.λπ.) προέρχεται από το κράτος, γιατί διαφορετικά δεν θα μπορούσαν να εκπληρώσουν τον σκοπό τους. Η προσδοκώμενη οικονομική αυτοδυναμία των Μουσείων αποτελεί μάλλον ευσεβή πόθο, αφού καμμία οικονομική μελέτη δεν τεκμηριώνει το εφικτό του στόχου αυτού. Εκτός βέβαια αν θεωρείται δεδομένο ότι τα νέα Μουσεία σκοπεύουν να επιδοθούν σε έργα και δραστηριότητες μέχρι πρότινος ανεπίτρεπτες και ασύμβατες προς τη φύση και τον προορισμό της αρχαιολογικής μας κληρονομιάς, από τις οποίες προσδοκούν να αποκομίσουν μεγάλα κέρδη.
Αν ψηφιστεί το νομοσχέδιο, με ποιο τρόπο θα μπορούσε να αποσυρθεί; Με προσφυγή; Πού; Με την εκλογή άλλης κυβέρνησης η οποία θα το πετάξει στον κάλαθο; Η πρώτη και καλύτερη εκδοχή θα ήταν το νομοσχέδιο να μην ψηφιστεί. Στον δημόσιο διάλογο έχουν διατυπωθεί σοβαρότατες αντιρρήσεις από αρμόδιους φορείς, έγκριτους επιστήμονες, Έλληνες και ξένους, και απλούς πολίτες, οι οποίες θα άξιζε να τύχουν έστω κάποιας τεκμηριωμένης αντίκρουσης. Δυστυχώς στη χώρα μας η διαβούλευση έχει εξελιχθεί σε μονόλογο που απευθύνεται σε ώτα μη ακουόντων και μη αντιδρώντων. Αν τελικά ψηφιστεί, απομένει η οδός της δικαστικής αμφισβήτησης της συνταγματικότητάς του και το ενδεχόμενο της κατάργησής του από κάποια μελλοντική κυβέρνηση.