ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Κωνσταντίνος Ρήγος: «Διαφωνώ με την πρακτική παρενόχλησης σε μία παράσταση»

Η συνάντηση έγινε ένα πρωί σε ένα καφενείο «της γειτονιάς», όπου μένει ο Κωνσταντίνος Ρήγος, γεμάτο φωνές και διαπληκτισμούς για το ποδόσφαιρο, τις πολιτικές ευθύνες, τις συντάξεις που δεν φτάνουν. Βρεθήκαμε κοντά στο σπίτι του, στον Βοτανικό, και περπατώντας στη Λένορμαν τα βήματα μας οδήγησαν σε ένα σημείο που για κάποιο λόγο, εντελώς αλλόκοτο, θεωρήθηκε χωρίς συνεννόηση ως το πλέον νορμάλ περιβάλλον για να τα πούμε. Στο βάθος μια τηλεόραση αγκομαχούσε πάνω από τις διαπεραστικές φωνές των έξαλλων συνταξιούχων, δείχνοντας ένα πάνελ.

Αφορμή της συνάντησης, δύο παραστάσεις που φέρνουν τον δαιμόνιο χορογράφο και σκηνοθέτη ψηλά στην κλίμακα της προσοχής μας. Η χορογραφία του στα «Τραγούδια χωρίς λόγια», κομμάτι του τρίπτυχου Human Nature στην σκηνή της Εναλλακτικής Εθνικής Λυρικής, είναι η πρώτη, και το Πεταλούδες στο Στομάχι στο Θέατρο του Νέου Κόσμου η δεύτερη. Δύο μέρες μετά από εκείνο το πρωινό στο καφενείο της Λένορμαν, κι ένας θεατής κατά τη διάρκεια της δεύτερης παράστασης προκαλεί αναταραχή διακόπτοντας τη επανειλλημένα με άσεμνους, άκοσμους και προσβλητικούς χαρακτηρισμούς.

«Δεν έχω, εννοείται, καμία αντίρρηση στην ιδέα του να μπορεί ο θεατής να εκφραστεί δημιουργικά στο τέλος μιας παράστασης, ή μέσα από σχόλια του σε έντυπο ή στα social media, αυτό δείχνει κριτική διάθεση» μου λέει ο Κωνσταντίνος Ρήγος σε μια επιπρόσθετη επικοινωνία μας για τον σχολιασμό του γεγονότος. «Διαφωνώ όμως με την πρακτική παρενόχλησης σε μία παράσταση που αφαιρεί από τους υπόλοιπους θεατές το δικαίωμα της επιλογής να απολαύσουν αυτό που επέλεξαν και επιθυμούν να δουν. Φυσικά η επιλογή του να φύγει κάποιος από ένα θέαμα που δεν τον αφορά είναι δικαίωμα του και ούτε θίγει τους συντελεστές, ούτε τον ίδιο». Απλά και κατανοητά!

Αλιεύω μικρές και μεγάλες αλήθειες που σκάνε σαν πεταλούδες -τι άλλο;- μέσα στη κουβέντα μας. «Κάθε παράσταση είναι μια θέση ευθύνης»… «Δεν σκέφτομαι το αύριο, προτιμώ το τώρα»… «Δεν επιλέγω εγώ τον δρόμο μου γιατί δεν κάνω σχέδια, απλά προσπαθώ αυτό που έρχεται να το χειρίζομαι και να το διαμορφώνω με τον τρόπο που θα αισθανθώ καλύτερα μέσα σε αυτό» … «Χρειάζομαι πάντα ένα κέντρο βάρους, μια βάση, γύρω από το οποίο θα γυρίζουν οι ομόκεντροι κύκλοι που θα ανακαλύπτω» … «Το σώμα είναι ο βασικός μου πυρήνας, από τον χορό έμαθα να μιλάω, να σκέφτομαι, έμαθα τα πάντα»… «Δεν σκορπίζομαι σε πολύ κόσμο»… «Μου έχουν φερθεί καλά και έχω φερθεί καλά. Ξεκάθαρα πράγματα!» 

Θυμάμαι τον Κωνσταντίνο Ρήγο από τα πρώτα χρόνια μου στην Αθήνα. Τότε που το να παρακολουθείς τις χορογραφίες του μέσα από την ομάδα Οκτάνα ήταν κάτι σαν η ξεχωριστή μας ιεροτελεστία. Μια από τις πιο αναγκαίες και αγαπημένες μας δηλαδή συνήθειες. Από το Θέατρο Σημείο στη Θέατρο Αποθήκη, και από εκεί στο Εμπρός και όπου τέλος πάντων τα βήματα της, σαν χορευτικός αυλός, καλούσαν το φανατισμένο κοινό της. Ωραία χρόνια. «Νομίζω πως δεν έχω αλλάξει από τότε» μου λέει, «αντιμετωπίζω με την ίδια αθωότητα τα πράγματα και τους ανθρώπους, σαν να μη έχω μάθει από τα λάθη μου, σαν να νιώθω πως όλοι είναι εντάξει, πως είναι οκ, πως όλοι θέλουν το καλό μου. Με έναν τρόπο το προτιμώ αυτό, γι’ αυτό και κάθε φορά προσπαθώ να διατηρώ την αίσθηση του “ξαφνιάσματος” απέναντι σε κάθε τι που μου συμβαίνει».

Αναρωτιέμαι τι θυμάται πιο πολύ από εκείνη την εποχή. «Πολλά ωραία πράγματα» διευκρινίζει. «Θυμάμαι την αγωνία, τα γέλια, θυμάμαι πάρα πολύ τη δουλειά που πατάγαμε, θυμάμαι να είμαστε στο θέατρο όλη τη μέρα και να το σκουπίζουμε, να το καθαρίζουμε, να το σφουγγαρίζουμε, να κάνουμε πρόβες. Τριάντα χρόνια και ακόμη αντέχει. Η δράση της βεβαίως είναι πολύ πιο χαλαρή. Πλέον κάνω παράσταση κάθε τρία χρόνια, μπορεί και περισσότερο. Δεν θέλω να σταματήσει να υπάρχει, αυτός είναι ο πυρήνας μου. Στην πραγματικότητα οι Πεταλούδες είναι μια παράσταση που θα μπορούσα να την έχω κάνει με την Οκτάνα. Αυτός ήταν ο λόγος που ήθελα να το κάνω. Σαν να ήταν έργο για την Οκτάνα». Μια κατάλληλη εποχή για επιστροφή στο παρελθόν ίσως. «Νομίζω πως είναι η στιγμή που ήθελα να κάνω κάτι άλλο με ηθοποιούς, να έρθω σε επαφή με άλλο υλικό, να δουλέψω με άλλο τρόπο. Μου αρέσει να πηγαίνω από το μικρό στο μεγάλο και από το μεγάλο να επιστρέφω στο μικρό. Οι διαφορετικές φόρμες και ο διαφορετικός τρόπος έκφρασης είναι κάτι που με ενδιαφέρει. Κάτι που με αγγίζει. Λειτουργεί μέσα μου και με αναζωογονεί».

Η χορογραφία στα «Τραγούδια χωρίς λόγια», κομμάτι του τρίπτυχου Human Nature στην ΕΛΣ © Ανδρέας Σιμόπουλος

Σκέφτομαι πόσο «φωνάζει» το όνομα Οκτάνα, η παράσταση. Η «σύνδεση» με το παρελθόν του είναι ξεκάθαρη. Όλα τα στοιχεία που τον έχουν απασχολήσει στο παρελθόν είναι εδώ. Ο έρωτας, ο χρόνος, η νεότητα, ο πόνος, ο κόσμος που αλλάζει, η νέα παράξενη εποχή. Κι ένα μπουκέτο ανθρώπων που ασφυκτιά μέσα στα πάθη του και τις απορίες του, αλλά καταφέρνει να ανασάνει. Βαθιά και αναζωογονητικά, ειδικά στις στιγμές που δείχνει να αργοπεθαίνει. «Ήθελα να φτιάξω ένα έργο που να μιλάει για τον ψηφιακό έρωτα» λέει, «πώς διαμορφώνεται στην εποχή μας, πώς οι άνθρωποι λειτουργούν πια μέσα από τα social media. Η έκθεση που συμβαίνει μέσα από αυτά είναι πολύ μεγάλη και είναι εντελώς ηθελημένη – δες τον περισσότερο κόσμο πώς τρέχει να δηλώσει τη συναισθηματική του κατάσταση στο facebook. Και ότι φέρει αυτό. Υπομονή, σε δέκα χρόνια θα ξέρουμε ακριβώς πώς θα έχει λειτουργήσει».

Τι είδη ανθρώπων προσπάθησε να βρει όμως μέσα σε αυτή την παράσταση; «Ήθελα να φτιάξω ένα ενδιαφέρον κράμα από ανθρώπους που είχα συνεργαστεί στο παρελθόν και με άλλους που δεν είχα γνωριστεί» μου λέει «και να δημιουργήσω έτσι μια ενδιαφέρουσα χημεία που θα εξυπηρετούσε αυτό που ήταν το βασικό ζητούμενο του έργου. Ουσιαστικά να γίνει ένα manual για το χωρισμό, για το πως ένας άνθρωπος βιώνει διαφορετικούς χωρισμούς στη ζωή του αλλά και πως κάνει διαφορετικές σχέσεις μέσα στην πορεία της ζωή του. Γι’ αυτό και με την Έρι (Κύργια) που δουλέψαμε το έργο, επιλέξαμε να υπάρχει ένας κεντρικός ήρωας ο οποίος συνδιαλέγεται με όλα τα υπόλοιπα πρόσωπα, εκφράζοντας τις πλευρές του ίδιου ανθρώπου αλλά και διαφορετικών. Ένας άνθρωπος πανσεξουαλικός, που εκφράζει μια απελευθερωτική θέση αφού στον έρωτα πολλά μπορούν να συμβούν. Οφείλουμε να είμαστε ανοιχτοί, οφείλουμε να είμαστε έτοιμοι να βιώσουμε και χαρά και πόνο».

Η δική του γενιά όμως πώς εκφράζεται μέσα από αυτό; «Μέσω της Δορωθέας (Μερκούρη). Είναι ουσιαστικά η εκπρόσωπος μας στη σκηνή, είναι αυτή που αναλογίζεται γιατί πρέπει να στείλει μια φωτογραφία και να μη γνωρίσει τον άλλο από κοντά. Πιστεύω πως εμείς είμαστε μια τυχερή γενιά. Κάθε γενιά μπορεί βεβαίως να το λέει αυτό και ίσως στην πραγματικότητα να ισχύει κιόλας. Απλά εμείς είμαστε αυτοί που πέρασαν από τον αναλογικό στον ψηφιακό κόσμο και έχουμε αναφορές και στους δύο. Όπως και τα εργαλεία για να χρησιμοποιήσουμε όποτε αυτό μας κάνει καλό»

Παραδόξως όμως τα περισσότερα καλλιτεχνικά έργα γράφονται για τον δεύτερο. «Είναι απαραίτητος στον άνθρωπο γιατί κάπως σαν να σε ξυπνάει. Τα ακραία συναισθήματα μέσα από ακραίες καταστάσεις είναι απαραίτητος για τα βιώματα. Φαντάσου να μην έχεις περάσεις απόρριψη ή τις πεταλούδες στο στομάχι; Δεν θα είναι καθόλου ενδιαφέρουσα ζωή αυτή που περνάς». Οι πεταλούδες στο στομάχι αφορούν μόνο τους μεγάλους έρωτες; «Είναι περισσότερο μια στιγμιαία κατάσταση που μπορεί να ζήσεις πολλές φορές. Δεν νομίζω πως συνδυάζονται μόνο με τον μεγάλο έρωτα. Περισσότερο θα έλεγα πως αφορά την χημική ένωση ανάμεσα σε δύο ανθρώπους. Αυτό που θες να συμβεί εκείνη ακριβώς τη στιγμή. Και στην παράσταση αυτός ο κεντρικός χαρακτήρας το ξεκαθαρίζει από την αρχή. Την αγάπη ψάχνει, όχι τον έρωτα. Το σημαντικό είναι  αυτό που σε κρατάει για μετά, για το επόμενο βήμα, αυτό που βρίσκεται μέσα στην επαφή, στην κατανόηση, στην σύμπνοια, στην αγάπη».

Τα κείμενα ανήκουν κυρίως στην ‘Ερι. Ο Κωνσταντίνος και οι ηθοποιοί συνέβαλαν μετά με τις προσωπικές τους «αντιδράσεις». Οι λέξεις που μοιάζουν με άγρια πτηνά δεν εφαρμόζονται συχνά σε θεατρικά κείμενα. Η νέα εποχή θέλει τη δική της γλώσσα. Για να εκφράσει ξανά με άλλη «μορφή» την ανάγκη του έρωτα και την απόγνωση για την επόμενη μέρα. «Μέσα στο vibe της εποχής» συμπληρώνει, «με μουσική, με βίντεο, με κάμερες, με τα κινητά και όλα αυτά τα στοιχεία που σχεδιάζουν το τώρα. Το βασικό ζητούμενο γι’ αυτή την παράσταση ήταν να έχει μια dark pop όψη, να εκφράζει το βάθος αλλά και την επιφάνεια των σχέσεων σήμερα. Πως υπάρχουν πράγματα πολύ επιφανειακά όπως η απόρριψη αλλά και πράγματα πολύ βαθιά όπως η συνεχόμενη αγωνία αν αυτό που ζούμε είναι πραγματικό ή όχι».

Αναρωτιέμαι αν πίσω από αυτή την επιλογή κρύβεται κάποια ξεχωριστή ανάγκη: «Εμένα οι ανάγκες μου δεν συνδυάζονται συνήθως με τα εσωτερικά μου» μου ξεκαθαρίζει, «συνδυάζονται περισσότερο με την παρατήρηση, με αυτό που βλέπω γύρω μου. Σκρολάροντας, βλέποντας, διαβάζοντας, ξεχωρίζοντας διάφορα όπως πόσο έχουν αυξηθεί οι αυτοκτονίες για ερωτικούς λόγους και πόσο έντονα βιώνεται η απόρριψη ιδίως στην εφηβεία, ήταν ο τρόπος μου για να φτάσω στην ιδέα για το έργο». Η προσπάθεια του να αφουγκραστεί τη νέα γενιά, να μιλήσει αντ’ αυτής, να περιγράψει τα σκοτάδια της και το φως της είναι μια προσπάθεια του ίδιου να υπάρχει με το ίδιο μέτρο και ένταση στη ζωή όπως παλιά, ίσως. Αναρωτιέμαι αν βγαίνει τα βράδια με την ίδια λαχτάρα. Αν ο τρόπος της ζωής του έχει αλλάξει με τον χρόνο, τις υποχρεώσεις, τις νέες ανάγκες. Γελάει.

«Η νύχτα» λέει «έχει ενδιαφέρον πάντα. Αλλάζει ο κόσμος και αλλάζει ο τρόπος διασκέδασης. Βλέπεις διαφορετικά πράγματα πια. Μου αρέσει να βλέπω τη ζωή από όλες τις πλευρές της γιατί έτσι αισθάνομαι πως βρίσκομαι στο κέντρο της όποιας κατάστασης. Η νύχτα, η μέρα, το απόγευμα, δίνουν διαφορετικές αποχρώσεις της ζωής. Οπότε το να είμαι εκεί έξω και να παίρνω το vibe της εποχής, της μουσικής, της τεχνολογίας, είναι κάτι που με ενεργοποιεί». Τον ρωτώ αν για τις πεταλούδες παρατηρεί και «κλέβει» την καθημερινότητα από τα νεαρότερα μέλη των συναναστροφών του. «Είναι ο λόγος που σκέφτηκα να κάνω αυτή την παράσταση. Και λόγω δουλειάς έρχομαι συχνά σε επαφή με τις νεότερες ηλικίες γι’ αυτό και πολλοί φίλοι μου είναι πιο νέοι από μένα. Νομίζω πως είναι μια φυσική εξέλιξη των πραγμάτων. Όπως κι εγώ όταν ήμουν μικρότερος ήθελα να κάνω παρέα με μεγαλύτερους για να έχω μια εμπειρία διαφορετική και να εισπράττω γνώσεις, ακριβώς το αντίθετο ισχύει και για μένα τώρα. Δίνεις και παίρνεις. Και αυτό είναι κάτι που συμβαίνει πάντα».

Πεταλούδες στο Στομάχι, Θέατρο του Νέου Κόσμου © Πάτροκλος Σκαφίδας

Στο βιογραφικό του θα βρεις πολλούς τίτλους. Χορογράφος, σκηνοθέτης, εικαστικός, φωτογράφος. «Είμαι όλα αυτά» μου λέει, «ένας χορογράφος δηλαδή που μιλάει με διαφορετικούς τρόπους». Πριν δυο-τρεις μέρες ανακοινώθηκε πως θα υπογράψει τη σκηνική παρουσία της ελληνικής συμμετοχής στο M&S Bank Arena του Λίβερπουλ κατά τον 67ο Διαγωνισμό Τραγουδιού της Eurovision. Η ενασχόληση του διευθυντή του μπαλέτου της Λυρικής Σκηνής με «διαφορετικά» προγράμματα έχει από καιρό σταματήσει να «σοκάρει» το κοινό που αναγνωρίζει στην αλήθεια του κυρίως την αγάπη για μια μορφή καλλιτεχνικής έκφρασης χωρίς «σύνορα» και «στεγανά».

«Ότι κάνω με ενδιαφέρει πολύ και έτσι ο άλλος βιώνει την πραγματικότητα της πράξης αυτής. Είναι η αλήθεια που κερδίζει. Είμαι ένας άνθρωπος που ότι κι αν κάνω βουτάω μέσα σε αυτό, ξυπνάω και κοιμάμαι με αυτό. Για μένα όλα αυτά ήταν και είναι διαφορετικοί τρόποι έκφρασης οι οποίοι συνδέουν αυτό το παζλ της προσωπικότητας μου. Δεν θα μπορούσα να είμαι αλλιώς. Και φυσικά το υπερασπίζομαι. Είναι σαν να συνεργάζεσαι με κάποιους ανθρώπους και να τσακωθείς και να μη ξανασυνεργαστείς για τον άλφα ή βήτα λόγο. Και να αρχίσεις να λες μετά άσχημα λόγια γι’ αυτούς. Δηλαδή, στην ουσία, να απορρίπτεις τον εαυτό σου τον ίδιο και αυτή την περίοδο που ήσουν μαζί τους. Ότι κάνουμε δηλαδή και στις ερωτικές μας σχέσεις. Όπως κι αν τελειώνει μια σχέση πρέπει να μένει μια ωραία ανάμνηση, για να μη φαίνεται πως χάνεις τον χρόνο σου μέσα στη ζωή. Πρέπει να αγαπάμε και τα καλά μας και τα κακά μας και γι΄ αυτό το λόγο κι εγώ δεν μπορώ παρά να είμαι αληθινός σε κάθε τι που κάνω».

Στο βιογραφικό του θα βρεις και πολλές εναλλαγές. Πολλά «περάσματα». Τον ρωτώ, αν έπρεπε να διαλέξει τρία από όλα αυτά, ποια θα διάλεγε. Ποια θεωρεί τα πιο κομβικά του. Αυτά που η ζωή ίσως αποφάσισε γι’ αυτόν και αυτός πολύ σοφά ακολούθησε. Απαντά: «Η Οκτάνα από την οποία ξεκίνησα. Το χοροθέατρο του Κρατικού Θεάτρου Βόρειας Ελλάδας όπου άλλαξα περιβάλλον και έφτιαξα μια ομάδα με την οποία ταξιδέψαμε σε όλον το κόσμο – τεράστια εμπειρία. Και το τρίτο, που το χωρίζω σε δύο, είναι η μεταφορά μου στο θέατρο με τις πρώτες παραστάσεις στο Εθνικό και τη Λυρική Σκηνή, ένα καινούργιο τεράστιο κεφάλαιο της ζωής μου».

Μετά από πέντε χρόνια στο τιμόνι του μπαλέτου της Λυρικής Σκηνής, η παρουσία του σε αυτή τη θέση ανανεώθηκε για άλλα τρία χρόνια. «Υπάρχει εδώ ο Γιώργος (Κουμεντάκης) που ουσιαστικά ανανέωσε τη Λυρική και εγώ μπορώ να κάνω τη δουλειά μου ακριβώς επειδή υπάρχει αυτός, κάποιος δηλαδή που μπορώ να συνεννοηθώ και να καταλαβαίνει τι λέω και τι κάνω». Όλα αυτά τα χρόνια όμως εκεί, τι νιώθει πως του πρόσφεραν; «Αισθάνομαι πως έχω αποκτήσει διαφορετικές εμπειρίες και διαφορετικές αντοχές. Έχω ξαναδεί τον χορό αλλιώς, με άλλο τρόπο. Γιατί οι κλασικοί χορευτές, που είναι και ο βασικός πυρήνας του μπαλέτου της Λυρικής, έχουν τελείως διαφορετική αισθητική στην κίνηση κι αυτό με έκανε να ξαναδώ τον χορό από την αρχή. Και όσο αφορά στην κίνηση, και όσο αφορά στο ρεπερτόριο. Με γύρισε λίγο και στην αρχή μου, γιατί τότε έτσι λειτουργούσα, έτσι χορογραφούσα. Με ένα τρόπο ήταν σαν να έκανα έναν κύκλο και ξαναγύρισα στην αρχική μου θέση. Ξαναείδα τον εαυτό μου ως έναν παραδοσιακό χορογράφο που λειτουργεί με το βηματολόγιο, μέσα από το οποίο εκφράζεται. Και αυτό ήταν κάτι που μου άρεσε πολύ». 

Στο Human Nature, ο Κωνσταντίνος Ρήγος γίνεται μέρος ενός τρίπτυχου, και πάλι ξεχωριστού για την ικανότητα του να δίνει διαφορετικές αισθητικές και κινησιολογικές τάσεις και συναισθήματα. Η συνεργασία του με τον συνθέτη Δημήτρη Τερζάκη, μια πρόταση του διευθυντή της Λυρικής Σκηνής, χορογραφήθηκε αρχικά για τους πρώτους χορευτές της ΕΛΣ, με βάση την προσωπικότητα και την ιδιοσυγκρασία τους στην δεδομένη στιγμή που δημιουργήθηκε. Μου αποκαλύπτει τι σημαίνει γι αυτόν η συγκεκριμένη χορογραφία: «Το κλειστό κύκλωμα μιας οικογένειας, η ανάμνηση του οικογενειακού φαγητού, η ανάμνηση του ύπνου, η ανάμνηση της επαφής, τα μυστικά και τα βλέμματα σε ένα σκοτεινό περιβάλλον που στο τέλος ο κόσμος γυρίζει ανάποδα. Παίκτες και θεατές ενός εσωτερικού δράματος». Απλά και όμορφα!  

Δημήτρης Πάντσος