Ο Μάρκος Δραγούμης, Διευθυντής του Μουσικού Λαογραφικού Αρχείου Μερλιέ (Μ.Λ.Α.) μας υποδέχτηκε στο κτίριο της οδού Κυδαθηναίων 11-13 στην Πλάκα, όπου μας μίλησε για το ηχογραφημένο αρχείο των ελληνικών δημοτικών και προσφυγικών τραγουδιών από ολόκληρη την επικράτεια, αλλά και του ελληνισμού εκτός συνόρων, όπως της Κάτω Ιταλίας, Ρωσίας, Καππαδοκίας. Το χαρακτηριστικό οίκημα της μετεπαναστατικής αθηναϊκής αρχιτεκτονικής στην Κυδαθηναίων υπήρξε κατοικία του Γάλλου διπλωμάτη Ρουζού κατά την Οθωνική περίοδο, γύρω στο 1840. Διατηρώντας την πολιτιστική ταυτότητα του ιστορικού αυτού χώρου, ο Οκτάβιος Μερλιέ, διευθυντής του Γαλλικού Ινστιτούτου, μαζί με τη γυναίκα του, Μέλπω, ίδρυσαν εκεί το 1930 το Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών (Κ.Μ.Σ.) υπό την αιγίδα του Νεοελληνικού Ινστιτούτου της Σορβόνης στο Παρίσι με θερμό υποστηρικτή τον Ελευθέριο Βενιζέλο.
Ο Μάρκος Δραγούμης, μουσικολόγος και βυζαντινολόγος τάχθηκε από νεαρή ηλικία υπέρ της διαφύλαξης και εξέλιξης του αξιοθαύμαστου ερευνητικού έργου του Μουσικού Λαογραφικού Αρχείου, το οποίο αποτελεί παράρτημα του Κ.Μ.Σ., στήριζοντας απρόσκοπτα με τις επιστημονικές του γνώσεις το όραμα του Γάλλου φιλέλληνα και της Θρακιώτισας συζύγου του, για τη διάσωση της μουσικής μνήμης, αλλά και των γλωσσικών διαλέκτων του ελληνισμού.
Το πρωτοποριακό εγχείρημα της ηχογράφησης λαογραφικού μουσικού υλικού όπως πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα του Μεσοπολέμου, το περιέγραψε με συναρπαστικό τρόπο στην Popaganda ο κ. Δραγούμης:
«Το 1929 προτάθηκε στην ιδρύτρια του Μουσικού Λαογραφικού αρχείου Μέλπω Λογοθέτη-Μερλιέ από τον καθηγητή της Ουμβέρτο Περνώ στη Γαλλία να μεταβεί στην Ελλάδα ο ίδιος με φωνοληπτικά μηχανήματα για να ηχογραφήσουνε σε ευρεία έκταση δημοτικά τραγούδια με αρωγή της γαλλικής φωνοθήκης (Phonotheque Nationale). Ο καθηγητής Περνώ ήταν διευθυντής της Phonotheque Nationale, όπου εκεί η Μέλπω γνώρισε τον άνδρα της Οκτάβιο Μερλιέ, επίσης μαθητή του Περνώ. Η γαλλική κυβέρνηση θα αναλάμβανε τα έξοδα για τα μηχανήματα που θα έρχονταν εδώ, τους τεχνικούς του ήχου και τον ίδιο τον Περνώ. Απαράβατος όρος ήταν να υπάρχει χρηματοδότηση και από την ελληνική κυβέρνηση για να πραγματοποιηθούν οι ηχογραφήσεις. Από το 1930 αρχίζει η Μερλιέ να ψάχνει για μουσικούς που θα μπορούσε να φέρει στην Αθήνα από διάφορες περιοχές της Ελλάδας για να φωνογραφηθούν. Δεν το κάνει μόνη της. Για λογαριασμό της αποσπούν τον διακεκριμένο λαογράφο της Ακαδημίας Αθηνών Δημήτρη Λουκόπουλο. Με τη βοήθεια γνωστών και φίλων στις επαρχίες, έχουν έτοιμους τους μουσικούς όταν φτάνουν τα μηχανήματα. Η υλικοτεχνική υποδομή προσφέρεται από τη γαλλική εταιρία Pathe, που ήταν η τελειότερη για τα μέτρα της εποχής. Τα μηχανήματα είχαν βάρος 6 τόνους. Ασφαλώς δεν γινόταν να μετακινούνται και γι’ αυτό εγκαταστάθηκαν στο Θέατρο Αλάμπρα, στην οδό Χαλκοκονδύλη. Το φθινόπωρο του 1930 άρχισαν οι ηχογραφήσεις με προτεραιότητα στα προσφυγικά τραγούδια, διότι η Μερλιέ είχε καταγωγή από τη Θράκη και είχε μεγαλώσει στην Κωνσταντινούπολη. Σκεπτόταν λοιπόν ότι έπρεπε να διασωθούν τα τραγούδια εκείνα λόγω του ότι ο εκπατρισμός των προσφύγων κινδύνευε να τους αποξενώσει από τις παραδόσεις τους. Ηχογραφήθηκαν 222 δίσκοι 78 στροφών, περί τα 600 δημοτικά τραγούδια, κάμποση βυζαντινή μουσική, ομιλίες σε τοπικές διαλέκτους και ο Κωστής Παλαμάς να απαγγέλει ποιήματά του. Μέχρι τον Ιανουάριο του 1931 μαζεύτηκε ένα πολύ αξιόλογο, εκτενές υλικό.»
Ρωτάω τον Μάρκο Δραγούμη για το κίνητρο της γαλλικής κυβέρνησης να χρηματοδοτήσει ένα τέτοιο εγχείρημα και αν είχε προηγηθεί κάτι ανάλογο.
«Η Phonotheque Nationale είχε προγραμματίσει ηχογραφήσεις σε διάφορες χώρες. Πριν την Ελλάδα είχε προηγηθεί η Ρουμανία. Δεύτερος σταθμός ήταν η Αθήνα. Έγινε αυτή η μεγαλειώδης καμπάνια—δεν ήταν εύκολο να έρθουν τόσοι μουσικοί από όλα τα μέρη της Ελλάδας, να τους βρεις σπίτι, φαγητό, να τους πληρώσεις τα έξοδα του πήγαινε-έλα και να τους αποζημιώσεις για τη δουλειά που έχαναν τις μέρες που τους απασχολούσες. Η κυβέρνηση έδειξε πολύ μεγάλο ενδιαφέρον και έδωσε χρήματα. Ο Βενιζέλος ήταν πρόεδρος τότε, είχε προσωπική σχέση με τη Μερλιέ και πήγε και τραγούδησε και ο ίδιος δυο τραγούδια. Βέβαια ο αντιπολιτευόμενος τύπος το κορόιδεψε τότε. Έλεγε ότι ήρθαν οι ξένοι να μας μάθουν τα δικά μας αμπέλια.
Αίφνης συνειδητοποιώ ότι σε πείσμα του αντίπαλου δέους και χάρις στη γαλλική επιστημονική αποστολή διετούς διάρκειας που φέρει σε πέρας μια Ελληνίδα της Διασποράς, δημιουργείται το έναυσμα και η επιτακτική πλέον ανάγκη μιας αρχειακής ταξινόμησης της προφορικής μας λαϊκής παράδοσης. Ο Μάρκος Δραγούμης επιβεβαιώνει τη σκέψη μου και συνεχίζει την αφήγηση, τονίζοντας το έντονο ευρωπαϊκό φιλελληνικό ρεύμα που διέπει το ερευνητικό έργο του Μ.Λ.Α.
«Όταν έφυγαν οι Γάλλοι άρχισε η καταγραφή του υλικού αυτού από τη Μερλιέ και τον Λουκόπουλο. Προσλάβανε και ένα-δύο ανθρώπους να βοηθάνε, με ειδικότητα στη μουσική και τη λαογραφία. Η Μερλιέ ανέθεσε στους μουσικούς της εποχής εκείνης, π.χ. στον Νίκο Σκαλκώτα, την μουσική καταγραφή εκείνων που είχε ηχογραφήσει. Ήρθε όμως ο πόλεμος και όλα σταματήσανε. Μετά τον πόλεμο ξαναζωντάνεψε λίγο το Αρχείο. Κυρίως όταν ανέλαβε διευθυντής σπουδών ο Samuel Baud-Bovy. Ο Samuel Baud-Bovy ήταν Ελβετός εθνομουσικολόγος, μαθητής της Μερλιέ με την ευρεία έννοια. Ήρθε στην Ελλάδα για να μελετήσει την ελληνική μουσική. Όταν ήταν ακόμα έφηβος σχεδόν είχε έρθει εδώ με τον πατέρα του για να ανέβουν στον Όλυμπο. Εντυπωσιασμένος από τους Ευζώνους που τραγουδούσαν στις διάφορες στάσεις που έκαναν ανεβαίνοντας προς τον Όλυμπο, το έβαλε σκοπό, μαζί με τις πολλές δουλειές που έκανε, γιατί ήταν και διευθυντής ορχήστρας, πιανίστας, βιολιστής, να ασχοληθεί με την ελληνική δημοτική μουσική. Έμαθε πολύ καλά ελληνικά στο Παρίσι με τον Περνώ και κατόπιν ήρθε στην Ελλάδα. Εξελίχθηκε σε κορυφαίο επιμελητή της ελληνικής μουσικής μέχρι τον θάνατό του το 1986.»
Φυσικά κομβικής σημασίας έχει υπάρξει και η συμβολή του ίδιου στο Μ.Λ.Α. μέχρι σήμερα. «Το 1960 ήρθα κι εγώ εδώ με σπουδές που είχα κάνει ήδη στη βυζαντινή και δημοτική μουσική για να καταγράψω ποντιακά τραγούδια. Είχα πάρει εν τω μεταξύ μέρος σε διάφορες αποστολές, με την άδεια της Μέλπως Μερλιέ, για ηχογραφήσεις στην Αίγινα, την Εύβοια, τη Σαμοθράκη. Για τις ηχογραφήσεις χρησιμοποιούσαμε ένα φορητό μπομπινόφωνο Grundig, αλλά στην ελληνική ύπαιθρο του 60 δεν ήταν όλοι πρόθυμοι ή διαθέσιμοι να μας εξυπηρετήσουν. Μάλιστα αντιμετωπίσαμε και περίπτωση γυναίκας που φοβόταν ότι το μηχάνημα θα έκλεβε τη φωνή της και θα την άφηνε για πάντα μουγκή. Παρόλα αυτά καταφέραμε να περισυλλέξουμε πολλά τραγούδια και μουσικές. Το 1962 έφυγα με υποτροφία του Βρετανικού Συμβουλίου για μεταπτυχιακά στο κολέγιο Lincoln του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης. Καθηγητής μου ήταν ο Βιενέζος Έγκον Βέλλες, κορυφαίος μουσικολόγος και συνθέτης, απ’αυτούς που ξεφύγαν από τον Χίτλερ και βρήκαν αμέσως θέση στην Αγγλία. Ο Βέλλες με τις μελέτες και τη διδασκαλία του ανέδειξε τον σπουδαίο ρόλο της βυζαντινής μουσικής στη διαμόρφωση της έντεχνης δυτικής μουσικής παράδοσης του μεσαίωνα. Γυρνώντας στην Ελλάδα το 1964 συνέχισα τη συνεργασία μου με το Μ.Λ.Α.»
Από το 1992, μάλιστα, ο Μάρκος Δραγούμης συνεργάζεται στο Μ.Λ.Α. με τον μουσικό και συνθέτη Θανάση Μωραϊτη, ο οποίος το 1988 και το 1999 ηχογράφησε ανέκδοτα αρβανίτικα τραγούδια. Μαζί έχουν επιμεληθεί την έκδοση cds με αυθεντικές ηχογραφήσεις του 1930 από το αρχειακό υλικό του Μ.Λ.Α. Απαραίτητα αποκτήματα για κάθε κάτοχο σοβαρής δισκοθήκης που σέβεται τον εαυτό του.
Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με το Κ.Μ.Σ. και το Μ.Λ.Α. δείτε εδώ κι εδώ.
Για αναλυτικά βιογραφικά σημειώματα των Μ.Δραγούμη και Θ.Μωραϊτη δείτε εδώ.