Το 2021 συνδυάστηκε για όλο τον κόσμο με την κυκλοφορία και ευρεία χρήση των εμβολίων κατά του κορονοϊού. Η επόμενη χρονιά θα ταυτιστεί, άραγε, με την κυκλοφορία αντιικού φαρμάκου που θα προλαμβάνει τα βαριά συμπτώματα της Covid-19;
Μέσα σε σχεδόν δύο χρόνια, από το ξέσπασμα της πανδημίας έως σήμερα, έχουν δοκιμαστεί πολλές θεραπείες, κάποιες χωρίς ουσιαστικό αποτέλεσμα, ενώ άλλες χρησιμοποιούνται συνδυαστικά στα νοσοκομεία για την αντιμετώπιση των επιπλοκών. Και ενώ η αξία του εμβολίου, για την ιατρική και επιστημονική κοινότητα, δεν συγκρίνεται με κανένα φάρμακο, ανακοινώσεις των τελευταίων ημερών δίνουν ελπίδες για αποτελεσματικά φάρμακα που βρίσκονται στα σκαριά.
Κούρσα για την ανάπτυξη αντιικού χαπιού βλέπουμε μεταξύ των φαρμακευτικών εταιρειών.
Την εβδομάδα που πέρασε, ελπίδα σκόρπισε η ανακάλυψη του αντιικού φαρμάκου Molnupiravir της εταιρείας Merck. Tα πρώτα αποτελέσματα των κλινικών δοκιμών δείχνουν ότι μειώνει κατά 50% τον κίνδυνο νοσηλείας ή θανάτου. Το χάπι έχει σχεδιαστεί για να εισάγει σφάλματα στον γενετικό κώδικα του ιού, εμποδίζοντας τη διάδοσή του στον οργανισμό. Η λήψη του γίνεται εντός πέντε ημερών από την εμφάνιση των συμπτωμάτων και κατά τη διάρκεια των δοκιμών χορηγείτο δύο φορές την ημέρα στους ασθενείς. Η Merck θα υποβάλει αίτηση για άδεια χρήσης έκτακτης ανάγκης για το φάρμακο στις ΗΠΑ τις επόμενες δύο εβδομάδες. Εάν εγκριθεί από τις ρυθμιστικές αρχές, το Molnupiravir θα γίνει το πρώτο από του στόματος αντιικό φάρμακο για την Covid-19.
Προς την ανάπτυξη αντιικού χαπιού εργάζεται και η αμερικανική εταιρεία Pfizer που έχει γίνει ευρύτερα γνωστή από το εμβόλιο κατά του πανδημικού ιού. Η εταιρεία ανακοίνωσε κλινική δοκιμή μεγάλης κλίμακας με στόχο έως το Δεκέμβριο να υποβάλλει αίτημα για έγκριση.
Εκτός από τις εταιρείες Merck και Pfizer, αντιικό φάρμακο μελετά και η εταιρεία Roche.
Η στόχευση των χαπιών μπορεί να είναι διπλή: να επιτρέπουν στα άτομα που έχουν ήδη προσβληθεί από τη νόσο να μην αναπτύξουν σοβαρή νόσηση, αλλά και στα άτομα που ήρθαν σε στενή επαφή με κρούσμα να μη νοσήσουν.
Η χορήγηση μονοκλωνικών αντισωμάτων που από τις μελέτες φαίνονται πολύ αποτελεσματικά θα είναι γεγονός και στην Ελλάδα, μετά την ψήφιση σχετικής τροπολογίας για «πρώιμη πρόσβαση» στη θεραπεία. Τα μονοκλωνικά δεν είναι εγκεκριμένα παρά μόνο για έκτακτη χορήγηση και θα μπορούν να χορηγούνται σε ασθενείς που πληρούν συγκεκριμένα κριτήρια, με στόχο να αποτρέψουν βαριά νόσηση και διασωλήνωση.
Λόγω περιορισμένης παραγωγής και πολύ υψηλού κόστους – μια δόση κοστίζει κοντά στα 2000 ευρώ – η ευρεία χρήση τους δεν είναι εφικτή, γι’ αυτό και σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να θεωρούνται η λύση στην πανδημία. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Ελλάδα θα λάβει την ποσότητα που της αναλογεί από περίπου 275.000 κοκτέιλ αντισωμάτων που έχει προμηθευτεί η Ευρωπαϊκή Ενωση.
Το μονοκλωνικό αντίσωμα είναι πρωτεΐνη που παράγεται συνθετικά από ένα Β-λεμφοκύτταρο ανθρώπου που έχει νοσήσει και είχε καλή «απάντηση». Πρόκειται για την αιχμή της τεχνολογίας αυτή τη στιγμή και για αιματολογικά, νεοπλασματικά νοσήματα. Η θεραπεία των μονοκλωνικών αντισωμάτων είναι ενέσιμη και χορηγείται είτε ενδοφλέβια είτε ενδομυϊκά. Η χορήγησή τους χρειάζεται παρακολούθηση, συνεπώς απαιτείται δομή όπως είναι το νοσοκομείο.
Αντιμετώπιση της πνευμονίας που προκαλεί η Covid-19 προκύπτει από μελέτη Ελλήνων επιστημόνων, που δείχνει να «δουλεύει» ένα γνωστό φάρμακο, το Anakinra. Η μελέτη φάσης 3 υλοποιήθηκε σε συνεργασία με 37 κέντρα, 29 στην Ελλάδα και οκτώ στην Ιταλία και τα αποτελέσματα έχουν κατατεθεί στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων από τον οποίο αναμένεται απάντηση για την έγκριση ή μη, της ένδειξης του φαρμάκου Anakinra για την νόσο Covid-19.
Τα δεδομένα από τη μελέτη δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό Nature Medicine στις 3 Σεπτεμβρίου. Τα αποτελέσματα δείχνουν για 28 ημέρες μετά την έναρξη της θεραπείας συνολική βελτίωση της κλινικής εξέλιξης των ασθενών που έλαβαν θεραπεία με το φάρμακο Anakinra, συγκριτικά με τους ασθενείς που έλαβαν θεραπεία με εικονικό φάρμακο, κατά 64%. Τα επιμέρους αποτελέσματα είναι τα εξής:
Η μελέτη SAVE MORE, όπως λέγεται, σχεδιάστηκε και συντονίστηκε από την Ελληνική Ομάδα Μελέτης της Σήψης με επικεφαλής τον καθηγητή Ευάγγελο Γιαμαρέλλο – Μπουρμπούλη. Η στρατηγική αντιμετώπισης των ασθενών περιλαμβάνει δύο στάδια: Στο πρώτο πρέπει να γίνει μέτρηση ενός βιοδείκτη στο αίμα του ασθενούς που νοσηλεύεται με πνευμονία εξαιτίας της Covid-19. Στο δεύτερο και εφόσον βρεθεί μια συγκεκριμένη τιμή του βιοδείκτη ξεκινά θεραπεία με το φάρμακο Anakinra που χορηγείται υποδορίως στο νοσοκομείο έως και δέκα ημέρες.
Η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα η οποία σε συνεργασία με το Ισραήλ εξετάζει εισπνεόμενο φάρμακο που βοηθά τους ασθενείς να μην αναπτύξουν φλεγμονή στους πνεύμονες, η οποία σε πολλές περιπτώσεις είναι θανατηφόρα.
Το συγκεκριμένο σκεύασμα αναπτύχθηκε στο Ισραήλ από την ομάδα του καθηγητή Ναντίρ Αρμπέρ στο Ιατρικό Κέντρο Σουράσκι του Τελ Αβίβ. Η κλινική δοκιμή του και στη χώρα μας συμφωνήθηκε στο πλαίσιο επίσκεψης του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στο Ισραήλ πέρυσι την άνοιξη. Τα νοσηλευτικά ιδρύματα που συμμετέχουν στη μελέτη είναι το Σωτηρία και το Αττικόν και, σύμφωνα με τις πληροφορίες της Popaganda, η επιστημονική κοινότητα βρίσκεται σε εξέταση των σχετικών αποτελεσμάτων της φάσης 2 της μελέτης. Κλινικά, πάντως, φαίνεται διαφορά, βελτίωση και γρήγορη αρνητικοποίηση των τεστ.
«Τα φάρμακα τα οποία βρίσκονται υπό ανάπτυξη μειώνουν τον πολλαπλασιασμό του ιού. Τα πρώτα δεδομένα από το μικρό δείγμα ασθενών που έχουν εξεταστεί είναι ενθαρρυντικά. Πρέπει, όμως, να επιβεβαιωθεί η ευεργετική τους δράση σε μεγαλύτερους πληθυσμούς. Αξίζει να τονίσουμε ότι τα εμβόλια πριν κυκλοφορήσουν δοκιμάστηκαν σε 30.000 ή 45.000 ανθρώπους», σημειώνει στην Popaganda ο καθηγητής Πνευμονολογίας, Θεόδωρος Βασιλακόπουλος, και τονίζει ότι το εμβόλιο πρέπει να πραγματοποιείται ανεξαρτήτως θετικών ειδήσεων για την κυκλοφορία αποτελεσματικών φαρμάκων: «Ποτέ δεν θα βρεθεί φάρμακο που θα το παίρνουμε μόλις κολλήσουμε και θα εξαφανίζει 100% τον ιό, διασφαλίζοντάς μας ότι δεν θα νοσηλευτούμε ή δεν θα κινδυνεύσουμε. Όπως δεν συμβαίνει με κανέναν ιό».