Το θέμα της δωρεάς οργάνων ήρθε ξανά στο προσκήνιο με το δυστύχημα του άτυχου 23χρονου Ιάσονα τον Μάρτιο έξω από τη Βουλή. Η οικογένειά του, αφού διαπιστώθηκε ότι η κατάστασή του είναι μη αναστρέψιμη, προχώρησε στη διαδικασία προσφέροντας ζωή με τα όργανά του.
Η δωρεά οργάνων είναι ένας τομέας στον οποίο η Ελλάδα βρίσκεται πολύ πίσω σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, περίπου στο 1/3. Η φτωχή μεταμοσχευτική δραστηριότητα είναι αναγκαίο να αλλάξει. Μια νέα αρχή προς την κατεύθυνση αυτή γίνεται με το Εθνικό Σχέδιο Μεταμοσχεύσεων που εκπονήθηκε από διεθνή ομάδα ειδικών με επικεφαλής τον Καθηγητή του LSE, Ηλία Μόσιαλο και την υποστήριξη του Ιδρύματος Ωνάση. Το Σχέδιο είναι έτοιμο και σύντομα θα παρουσιαστεί επισήμως.
Ο Σωτήρης Χαραλάμπους, 61 ετών σήμερα, υποβλήθηκε σε μεταμόσχευση καρδιάς πριν από επτά χρόνια και αφηγείται την ιστορία του στην Popaganda για να μεταδώσει το μήνυμα υπέρ της δωρεάς οργάνων. Όλα ξεκίνησαν στα 30 του, το 1990, όταν έχασε τις αισθήσεις του στο νησί της Πάρου χωρίς κανένα προηγούμενο πρόβλημα υγείας. Από τις εξετάσεις διαπιστώθηκε διατατική μυοκαρδιοπάθεια που προκλήθηκε από ιό. ‘Εκτοτε ξεκίνησε μια περιπέτεια πολλών ετών. Μετέβη στη Μεγάλη Βρετανία όπου και του προτάθηκε να συμμετάσχει σε δοκιμές νέων φαρμάκων. «Ανά δύο μήνες πήγαινα στην Αγγλία, έκανα εισαγωγή στο νοσοκομείο και εξετάσεις. Με τα πρώτα φάρμακα άντεξα έως το 1996, όταν μου πρότειναν να ενταχθώ σε νέα μελέτη, κάτι που αποδέχθηκα. Με ιδιαίτερη υπερηφάνεια μπορώ να πω ότι πρόκειται για ένα ευρέως διαδεδομένο φάρμακο σήμερα που λαμβάνουν οι καρδιοπαθείς».
Από το 2001 και έπειτα ο κ. Χαραλάμπους παρακολουθείται στην Ελλάδα. Το 2004 μετά από σοβαρές αρρυθμίες έβαλε εμφυτεύσιμο απινιδωτή, ο οποίος, όμως, αφαιρέθηκε λόγω επιπλοκών μετά από δύο μήνες. Μετά από ακόμη δύο απινιδωτές, ενδιάμεσες θεραπείες και σοβαρή επιδείνωση της υγείας του,εντάχθηκε το 2010 σε λίστα μεταμόσχευσης, αφού κρίθηκε από τους θεράποντες ιατρούς ως η μοναδική λύση. «Δεν μπορούσα να το αποδεχθώ, καθώς πίστευα ότι πρέπει κάποιος άνθρωπος να πεθάνει για να πάρω εγώ την καρδιά του. Οι ενδοιασμοί μου άρθηκαν από την επιμονή του γιατρού μου και τη γνωριμία μου με έναν μεταμοσχευμένο. Όταν άκουσα και την – τότε – επτά ετών κόρη μου να κάνει την προσευχή της ζητώντας μια καρδούλα για τον μπαμπά της, ξεκίνησα άμεσα τη διαδικασία».
Η σωτήρια μεταμόσχευση έγινε στις 27 Απριλίου του 2014, και αφού στο ενδιάμεσο ο κ. Χαραλάμπους έζησε και με τεχνητή καρδιά για 1,5 χρόνο. «Είναι γέφυρα ζωής η τεχνητή καρδιά. Το διάστημα που περίμενα μόσχευμα έπαθα πέντε ανακοπές. Στο μεταξύ, όσο ήμουν στη λίστα είχα κληθεί άλλες τέσσερις φορές για μεταμόσχευση, αλλά το μόσχευμα κρινόταν ακατάλληλο. Με καλούσαν και κατέληγα να φεύγω χωρίς τη μεταμόσχευση».
Εδώ και επτά χρόνια, από την ημέρα που πληροφορήθηκε τα ευχάριστα, ότι υπάρχει συμβατή καρδιά, και βγήκε από το χειρουργείο με επιτυχημένη μεταμόσχευση, η ζωή του άλλαξε εντελώς. «Βλέπω την κόρη μου που έχει μεγαλώσει, χαίρομαι τη ζωή, ταξιδεύω, γνωρίζω τον κόσμο», λέει. «Χωρίς το μεγάλο ‘ναι’ που είπαν κάποιοι, εγώ σήμερα δεν θα ζούσα. Και όλα έχουν να κάνουν με τη δωρεά οργάνων. Αυτό που πρέπει να καταλάβει ο κόσμος στην Ελλάδα είναι ότι εάν κάποιος είναι δυστυχώς εγκεφαλικά νεκρός δεν υπάρχει δρόμος επιστροφής. Τα όργανα όμως μπορούν να δώσουν ζωή σε επτά με οκτώ άτομα. Δεκάδες άνθρωποι που κινδυνεύουν να πεθάνουν μπορούν να σωθούν. Στους καρδιοπαθείς, για παράδειγμα, περιμένουν αυτή τη στιγμή μεταμόσχευση περίπου 11 άνθρωποι με τεχνητή καρδιά και 20 χωρίς τεχνητή καρδιά».
Σήμερα, στη χώρα μας παραλαμβάνονται μοσχεύματα από 60 αποβιώσαντες δότες ετησίως, τα οποία αποδίδουν περίπου 180 μεταμοσχεύσεις οργάνων (νεφρού, ήπατος, καρδιάς, πνευμόνων). Αν πλησιάζαμε τον ευρωπαϊκό μέσο όρο θα αξιοποιούνταν όργανα από 150 δότες ετησίως και θα μεταμοσχεύονταν πάνω από 450 ασθενείς.
Τον χρόνο της πανδημίας, ο συνολικός αριθμός τόσο των δοτών οργάνων, όσο και των μεταμοσχεύσεων δεν υστέρησε σε σχέση με τη δραστηριότητα ενός οποιουδήποτε άλλου έτους. Σύμφωνα με τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων, κατά το 12μηνο Μαρτίου 2020 με Μάρτιο 2021, πραγματοποιήθηκαν 134 μεταμοσχεύσεις προερχόμενες από 52 αποβιώσαντες δότες. Το ίδιο χρονικό διάστημα, εν μέσω της πανδημίας, διενεργήθηκαν 121 μεταμοσχεύσεις μυελού των οστών, περισσότερες μάλιστα από τον μέσο ετήσιο αριθμό της τελευταίας 5ετίας που είναι 107 μεταμοσχεύσεις.