Categories: DIGITAL STORIES

Τι μας διδάσκει το φαλιμέντο του Skully;

Το Skully AR-1 θα ήταν «το μέλλον» στα κράνη οδηγών μηχανών. Για την ακρίβεια θα ήταν το πρώτο «έξυπνο» τέτοιο, ένα προϊόν σχεδιασμένο για να φέρει την επανάσταση σε μία προϊοντική κατηγορία που μοιάζει εδώ και χρόνια να είναι στάσιμη. Η Skully, το startup που βρισκόταν πίσω του, ζήτησε τη στήριξη του κοινού στο Indiegogo: έψαξε για $250.000 και τελικά πήρε κάτι λιγότερο από $2,5 εκατ. Δεν σταμάτησε μάλιστα εκεί: βγήκε στη γύρα ψάχνοντας για επενδυτές που θα της προσέφεραν $11 εκατ. επιπλέον. Οι Intel και Walden Riverwood Ventures ήταν οι πρώτες που ανταποκρίθηκαν όμως η συνέχεια δεν ήταν εξίσου ελπιδοφόρα.

Πριν λίγες μέρες η Skully ανακοίνωσε πως ετοιμάζεται να καταθέσει αίτηση πτώχευσης καθώς δεν είναι πλέον σε θέση να χρηματοδοτήσει τις εργασίες της. Οι ιδρυτές της, αδελφοί Μάρκους και Μίτσελ Γουέλερ, έχουν κάμποσους πονοκεφάλους αφού πέραν των επενδυτών, έχουν να αντιμετωπίσουν μηνύσεις ακόμα και πρώην συνεργατών και υπαλλήλων τους, οι οποίοι τους κατηγορούν για κατάχρηση εταιρικών πόρων (έξοδα διαβίωσης και διακοπές χρηματοδοτούνταν απ’ ευθείας από τους εταιρικούς τραπεζικούς λογαριασμούς).

Το χειρότερο στην όλη υπόθεση ωστόσο, είναι όλοι εκείνοι που έσπευσαν να στηρίξουν το εγχείρημα των αδελφών Γουέλερ, καταβάλλοντας μεγάλα ποσά μέσω του Indiegogo: 387 άτομα προκατέβαλλαν $499 για το Skully AR-1 ενώ άλλα 755 πλήρωσαν το πλήρες ποσό των $1.399. Άλλοι 305 χρεώθηκαν από $1.499 έκαστος καθώς ζούσαν εκτός ΗΠΑ ενώ περί τους 31 προτίμησαν τη συλλεκτική έκδοση του κράνους στα $1.999. Το κερασάκι στην τούρτα; Οι τρεις επαγγελματίες που είχαν τη φαεινή ιδέα να πληρώσουν από $24.979 για να λάβουν από 20 κράνη ο καθένας. Συνολικά από τα 3.300 έξυπνα κράνη που παραγγέλθηκαν, απεστάλησαν τα 200 κι αυτά πλέον θα λειτουργούν άνευ των υπηρεσιών GPS τους.

Τι μαθαίνουμε από το κάζο της Skully;

Η υπόθεση της Skully αναδεικνύει με τον πλέον χαρακτηριστικό –και σκληρό, για τους παθόντες- τρόπο τους κινδύνους που κρύβει το crowdfunding”. Οι ενδιαφερόμενοι, θα πρέπει να καταλάβουν καλά πως συμμετέχοντας σε μία τέτοια ενέργεια, δεν αγοράζουν, αλλά επενδύουν. Η αγορά προϋποθέτει συναλλαγή: κάποιος θα δώσει κάτι για να πάρει κάτι άλλο. Στην περίπτωση του crowdfunding όμως, εκείνος που πληρώνει, επενδύει στο πρότζεκτ που του παρουσιάζεται, όποιο κι αν είναι αυτό. Ενημερώνεται για τους στόχους του, αξιολογεί τους κινδύνους που ελλοχεύουν και τα ρίσκα που καλείται να πάρει και ακολούθως κρίνει αν αξίζει ή όχι η επένδυση.

Όσο δεδομένο κι αν φαίνεται αυτό, στην εποχή που η συνεισφορά σε ένα crowdfunding project δεν διαφέρει και πολύ από μία online αγορά (ένα κουμπάκι πατάμε στη μία, ένα κουμπάκι πατάμε και στην άλλη), αρκετοί είναι εκείνοι που την κρίσιμη μοιάζουν να το λησμονούν. Όσο μεγαλύτερο δε είναι το ποσό που καλούμαστε να (προ)καταβάλλουμε, τόσο περισσότερη θα είναι και η προσοχή με την οποία θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε την κατάσταση. Εννοείται πως το μοντέλο του crowdfunding έχει δώσει πνοή στο επιχειρείν αφού χάρη σ’ αυτό έχουν πάρει σάρκα και οστά πολλά πρότζεκτ που υπό άλλες συνθήκες δύσκολα θα έβρισκαν χρηματοδότηση. Το άνοιγμα του πορτοφολιού όμως απαιτεί σύνεση και λογική σε κάθε περίπτωση.

Σε τελική ανάλυση, έχετε ακούσει να πρόκοψε κανείς επενδύοντας στην τύχη;

Πέτρος Κηπουρόπουλος

Share
Published by
Πέτρος Κηπουρόπουλος