Categories: FeaturedΤΑΞΙΔΙ

Κινέζικη πρωτοχρονιά στην ψαραγορά του Σίδνεϊ

Αυτό που πάντα με μαγεύει, σε όποια πόλη κι αν ταξιδέψω, είναι ένα ιδιότυπο «παιχνίδι θησαυρού», στο οποίο επιδίδομαι για να ανακαλύψω την καρδιά της, το μέρος που ο παλμός της είναι αισθητός περισσότερο από οπουδήποτε αλλού. Έτσι και τώρα, αφού περιπλανήθηκα σχεδόν σε κάθε γνωστή γωνιά του Σίδνεϊ κατέληξα ανήμερα της Κινέζικης Πρωτοχρονιάς, στην περιβόητη ψαραγορά του.

Για να είμαι ειλικρινής, όταν είδα δεκαπέντε μεγάλα πούλμαν στο πάρκινγκ, σχεδόν να εξαπολύουν εκατοντάδες πεινασμένους και αλαλάζοντες Κινέζους, σκέφτηκα να επιστρέψω στη βάση μου και να επανέλθω δριμύτερη την επόμενη μέρα. Αλλά η φρενίτιδα είναι κολλητική κι έτσι, μετά από ένα δίλεπτο δισταγμό, αφέθηκα να ακολουθήσω το τσουνάμι των υπόλοιπων εκστασιασμένων επισκεπτών. Ήδη, γνώριζα ότι η ψαραγορά του είναι η μεγαλύτερη στο είδος της στο Νότιο Ημισφαίριο και η δεύτερη μεγαλύτερη στον κόσμο σε ποικιλία ψαριών μετά από τις αντίστοιχες αγορές ψαριών της Ιαπωνίας. Δεν μπορούσα, λοιπόν, έτσι απλά να παραιτηθώ από το σχέδιο της ανακάλυψής της.

Από μακριά, βέβαια, τίποτα δε θύμιζε μια τυπική ψαραγορά, εκτός ίσως από τα μεγάλα άσπρα γράμματα της επιγραφής που σε διαβεβαίωνε ότι δεν έκάνες λάθος και ήρθες στο σωστό μέρος. Τα ιχθυοπωλεία βρίσκονται μέσα σε τετράγωνα, μπλέ κυρίως, κτήρια τα οποία αναπτύσσονται σε σχήμα γάμμα. Δίπλα σε αυτά υπάρχουν εστιατόρια, μεγάλα ψυγεία, εργαστήρια επεξεργασίας αλιευμάτων, αποθήκες, εταιρείες χονδρικής, καθώς και το λιμάνι που αράζουν ψαρόβαρκες και πλοία. Επίσης, υπάρχει μια σκεπαστή με ομπρέλες ξύλινη κουπαστή, που δεν φαίνεται με την πρώτη ματιά, αλλά φιλοξενεί εκατοντάδες ανθρώπους οι οποίοι επιθυμούν να απολαύσουν το γεύμα τους. Διότι η ιδιαιτερότητα της ψαραγοράς είναι πως, ότι βλέπεις μπορείς και να το φας επιτόπου στα εστιατόρια που συνυπάρχουν με τα ψαράδικα. Φρέσκο και καλομαγειρεμένο. Όρεξη να έχεις.

Τίποτα δεν μπορεί προετοιμάσει τον νεοφερμένο, για την εμπειρία που ξεκινά, όταν το πλήθος τον παρασύρει στο πρώτο μαγαζί, όπως εμένα οι Κινέζοι. Για λίγο αισθάνθηκα κι εγώ όπως τα ψάρια σε δίχτυ, ανίκανη να «κολυμπήσω» ενάντια στο ρεύμα. Ευτυχώς, για μένα, σταμάτησα σε μια προθήκη με τεράστια αυτοκρατορικά καβούρια. Φανταστείτε, την εξής εικόνα  για το καθένα: κέλυφος – πανοπλία, γύρω στα εξήντα εκατοστά σε φάρδος, με δαγκάνες και καβουρόποδα που απλωμένα ξεπερνούσαν το ενάμιση μέτρο σε μήκος. Οι Κινέζοι γύρω μου φανερά ενθουσιασμένοι μιλούσαν δυνατά, προφανώς παζαρεύοντας την τιμή, κάτι που μάλλον πέτυχαν, καθώς δευτερόλεπτα μετά τα καβούρια εξαφανίστηκαν. Χαζεύοντας τις γυάλινες προθήκες ανακάλυψα απίστευτους θησαυρούς, σαν τις μαύρες λιλιπούτειες καραβίδες, τα γαλάζια αστραφτερά καβούρια, τη γάμπαρη σε γιγαντιαίες διατάσεις, τα στρείδια ολόφρεσκα και λαχταριστά, τα μύδια με πράσινο κέλυφος, τις κολοχτύπες ωμές αλλά και βρασμένες καθώς και τα χταπόδια σε διάφορα μεγέθη, από πολύ μικρά σε μέγεθος καλαμαριού, μέχρι και πελώρια, οκτώ κιλά το καθένα.

Βιάστηκα να προχωρήσω στα ενδότερα μιας και ο ήλιος έκαιγε και η ώρα περνούσε γρήγορα. Στην είσοδο του μεσαίου και πιο μεγάλου κτηρίου, ένα μαγαζάκι προμήθευε τους περαστικούς με όλα τα απαραίτητα εργαλεία για τους υποψήφιους ψαροφάγους και ήταν εξοπλισμένο με τα τυπικά σημαιάκια της Αυστραλίας, τις τρίχρωμες σαγιονάρες και τα λούτρινα κοάλα. Πιο δίπλα, ένας κοκκινοπρόσωπος Αυστραλός διαφημίζε την μαναβική του που περιλάμβανε λίτσι, μάνγκο και κεράσια. Όλα τροφαντά, φρεσκότατα και μυρωδάτα, πλην όμως πανάκριβα, γεγονός που διόλου δεν πτοούσε τους Κινέζους οι οποίοι αγόραζαν αφειδώς.

Μπαίνοντας στο δροσερό εσωτερικό, βρέθηκα αντιμέτωπη με νέες ορδές εκπροσώπων της κίτρινης φυλής που δεν αγόραζαν σαν να ήταν οι νέοι λύκοι μιας φανταστικής θαλασσινής Wall Street, αλλά κάθονταν σε τεράστιους πάγκους έχοντας στα τραπέζια μπροστά τους υπέρογκες μερίδες θαλασσινών και ψαριών, μαγειρεμένες σύμφωνα με τις επιταγές τις ασιατικής κουζίνας. Όλοι έτρωγαν σαν να μην υπάρχει αύριο, καταβροχθίζοντας, εν ριπή οφθαλμού, καλαμάρια, καραβίδες, αστακούς, ξιφίες, τόνους και μαγιόψαρα, με μουγκρητά και κραυγές γαστρονομικής κατάνυξης, ανεμίζοντας τα τσοπ στικς σαν μπαγκέτες μαέστρου.

Ομολογώ πως πανικοβλήθηκα στη σκέψη ότι τίποτα δεν θα ξεφύγει από τα αδηφάγα σαγόνια τους. Έτσι, εγκατέλειψα τα εστιατόρια και κινήθηκα γρήγορα προς τα υπόλοιπα ψαράδικα, μήπως βρω τουλάχιστον λίγη μαρίδα. Εννοείται, φυσικά, ότι δεν υπήρχε ψιλό ψαράκι ούτε για δείγμα, παρά μόνο τεράστια κοκκινόψαρα, τόνοι, αυστραλέζικα bonito, πέρκες, σολωμοί, λαυράκια, mirror dory, jackass morwong, γόπες και yellowfin bream. Ναι, αυτά που γράφω στα αγγλικά είναι ψάρια που δεν τα έχω ξαναδεί ποτέ στη ζωή μου και στάθηκε αδύνατο να βρω κάποιον να μου εξηγήσει, ενώ χανόμουν στη μετάφραση. Κάθε τι που τελείωνε ανανεωνόταν σχεδόν αμέσως. Έτσι σταδιακά μου πέρασε η φοβία ότι θα ξεπουληθούν τα πάντα και θα μείνω νηστική.

Αυτό που έμαθα πάντως από τους εργαζόμενους εκεί είναι ότι τα νερά της Αυστραλίας φιλοξενούν πάνω από 4.000 είδη ψαριών, γεγονός που ο περισσότερος κόσμος αγνοεί. Γι αυτό και στην ψαραγορά του Σίδνεϊ τα τελευταία 27 χρόνια (!) επιδίδονται σε στοχευμένες κινήσεις μάρκετινγκ, μέσω των οποίων κεντρίζουν το ενδιαφέρον των καταναλωτών, για ψάρια και θαλασσινά λιγότερο δημοφιλή. Καθώς όλη αυτή η βιομηχανία στηρίζεται σε συνεισφορές των μικρών οικογενειακών επιχειρήσεων που στεγάζονται στο χώρο της αγοράς και βλέποντας την αφθονία, εύκολα μπορεί να κατανοήσει κανείς ότι η δουλειά είναι συλλογική, διαρκής, αλλά ταυτόχρονα και εκπληκτικά κερδοφόρα. Υπάρχουν πάνω από χίλιοι επεγγελματίες ψαράδες στη περιφέρεια New South Wales στην οποία ανήκει το Σίδνεϊ, ενώ ο αυστραλέζικος στόλος ψαρέματος ξεπερνά τα 9.000 πλοία.

Οι Αυστραλοί ψαράδες και οι πωλητές είναι ιδιαίτερα περήφανοι για την ψαραγορά τους, η οποία λειτουργεί υπό αυστηρούς κανονισμούς υγιεινής και τακτικούς ποιοτικούς ελέγχους, που τελικά καταλήγουν να ενισχύουν τη βιωσιμότητα της αγοράς. Το ίδιο αυστηροί είναι οι κανονισμοί που ισχύουν για τις περιόδους ψαρέματος, τα είδη των διχτυών, τις διαστάσεις των πλοίων του αλιευτικού στόλου, αλλά και των αριθμό των αδειών αλιείας που εκδίδονται κάθε χρόνο. Όλα τα προϊόντα είναι εγγυημένα και φρεσκότατα, καθαρίζονται σε μεγάλες κουζίνες παρουσία του πελάτη, ζυγίζονται, τυλίγονται προσεκτικά και παραδίδονται στον αγοραστή με χαμόγελο, τόσο απλόχερο που τον κάνει να ξεχνά τις τσουχτερές τιμές. Διότι όταν η μέση τιμή των προϊόντων κυμαίνεται γύρω στα 33 αυστραλέζικα δολάρια, είναι επόμενο πως για να γεμίσει το τραπέζι πρέπει να αδειάσει η τσέπη.

Εμείς πήραμε, για το σπίτι, ενάμιση κιλό πρασινομάτες (!) γαρίδες, επτά τσιπούρες  και δύο κοκκινόψαρα πληρώνοντας 130 δολάρια Αυστραλίας, ενώ για να φάμε μια χορταστική ποικιλία ψητών θαλασσινών (με καλαμάρια, χταπόδια, πέρκες, στρείδια και πατάτες) για τέσσερα άτομα, μια μερίδα τραγανές μαρίδες (ναι, τελικά βρήκαμε κι από αυτές) κι ένα πιάτο fish & chips μαζί με αναψυκτικά και μπύρες δώσαμε 110 αυστραλέζικα δολάρια.

Ανεξάρτητα πάντως από τις τιμές που μπορεί να σου σκοτεινιάσουν λίγο τα κέφια, η μέρα μπορεί να εξελιχθεί πολύ ευχάριστα, διότι στις εγκαταστάσεις λειτουργεί η περίφημη Σχολή Μαγειρικής Θαλασσινών (από τον Μάρτιο έως και τον Ιούνιο). Οι σεφ που διδάσκουν εκεί φιλοδοξούν να κάνουν τον επισκέπτη ειδήμονα στην παρασκευή σούσι και σασίμι, στο μπάρμεκιου θαλασσινών, αλλά και να τον μυήσουν στα μυστικά της ισπανικής, της βιετναμέζικης, της κινέζικης και της ταϊλανδέζικης κουζίνας, οι οποίες βασίζονται στο ψάρι. Εννοείται, φυσικά, ότι οι τιμές είναι λιγάκι αλμυρές, όπως όλα τα πράγματα στην ψαραγορά του Σίδνεϊ, ξεκινώντας από τα 85 και φτάνοντας τα 155 δολάρια Αυστραλίας. Στην είσοδο, εκτός από το πρόγραμμα της Σχολής, για να σε δελεάσουν, σου δίνουν και συνταγές. Αν είναι όμως κάποιος ελαφρά προχωρημένος (να ξέρει δηλαδή να βράσει με επιτυχία ένα αυγό) μπορεί να κατατοπιστεί θαυμάσια στον κόσμο των απλών παρασκευών από τους ίδιους τους πωλητές, που σου λένε, θέλεις δε θέλεις, πως ακριβώς πρέπει να μαγειρέψεις το ψάρι που διάλεξες.

Δίπλα στα καταστήματα με τα ψάρια, παρατήρησα ένα υπέροχο φούρνο με μυρωδάτα φρέσκα ψωμάκια κάθε είδους, εκ των οποίων λάτρεψα ένα ολικής άλεσης με ελιές Καλαμάτας, όπως κι ένα υπέροχο γλασσαρισμένο carrot cake. Κι επειδή ψωμί χωρίς τυρί δεν πάει, διαπίστωσα ότι σχεδόν κολλητά έστεκε ένα υπέροχο ντελικατέσεν με αυθεντικό ροκφόρ με κόστος κιλού μόλις (!) 169 δολάρια και γαλλικό μπρι ονομαστικής αστρονομικής αξίας 178 δολαρίων, το κιλό.

Οι Αυστραλοί, πάντως, πρωτοπορούν τουριστικά με διαφορά και σε αυτό το κομμάτι της πόλης. Διοργανώνουν εξειδικευμές ξεναγήσεις, που διαρκούν μιάμιση ώρα και ξεκινούν από νωρίς το πρωί, προκειμένου να δείξουν στον επισκέπτη τον πλούτο της ψαραγοράς, τη Σχολή Μαγειρικής Θαλασσινών, τον τρόπο κόβονται τα ψάρια και διαπραγματεύονται οι τιμές τους, αλλά και τους πρωταθλητές ρουφήγματος στειδιών της πόλης! Το κόστος αυτής της ξενάγησης ανέρχεται στα 25 αυστραλέζικα δολάρια για τους ενήλικες και στα 13 για τα παιδιά. Είναι τόσο δημοφιλής που απαιτείται κράτηση θέσεων.

Δεν ξέρω γιατί, αλλά όσο ήμουν εκεί ο νους μου συνεχώς πήγαινε πίσω στην Ελλάδα. Στις δικές μας ιχθυόσκαλες, που τόσο λίγο έχουμε εκτιμήσει και αναδείξει, στα ψαροκάικα, στους δικούς μας ψαράδες και τα προβλήματά τους, αλλά και στις δικές μας γεύσεις. Θυμήθηκα και την ιδέα του Antony Bourdain για τη δημιουργία μιας τεράστιας υπαίθριας αγοράς φαγητού στη Νέα Υόρκη και χαμογέλασα γλυκόπικρα, όπως κάνει κάθε άνθρωπος μπροστά σε ένα όνειρο που ξέρει ότι δεν θα πραγματωθεί. Αν, πάντως, ο δρόμος σας βγάλει στο Σίδνεϊ, τυχαία ή επί σκοπού, αποφύγετε να πάτε στην ψαραγορά την Κινέζικη Πρωτοχρονιά. Όχι τόσο για να γλυτώσετε την κοσμοσυρροή, όσο για να μη ζηλέψετε τα παραγεμισμένα με θαλασσινές λιχουδιές πιάτα και τους αναστεναγμούς ικανοποίησης των χορτάτων Κινέζων. Διότι, μεταξύ μας, εγώ τους ζήλεψα παράφορα. Το εξομολογούμαι.

INFO: Την ψαραγορά μπορεί να την επισκεφτεί κάποιος με το ιδιωτικό του αυτοκίνητο, ή με λεωφορείο που περνά τακτικά, ή με καραβάκι μέσω του κοντινού Blackwattle Bay Είναι ανοιχτή από τις 7 το πρωί έως τις 4 το απόγευμα, τις καθημερινές και έως τις 5 τα σαββατοκύριακα. Περισσότερες πληροφορίες βρίσκει κανείς στο εκπληκτικό της site www.sydneyfishmarket.com.au

Γιώτα Παναγιώτου

Share
Published by
Γιώτα Παναγιώτου