«Δεν σε προσέβαλα, εσύ το φαντάστηκες γιατί είσαι υπερβολική/υπερευαίσθητη.»
«Είναι τρελό να το θέλεις αυτό. Κανένας φυσιολογικός άνθρωπος δεν το θέλει.»
«Αν νοιαζόσουν πραγματικά θα λειτουργούσες με αυτόν (τάδε, δείνα κλπ) τον τρόπο.» Κι ο κατάλογος δεν έχει τελειωμό.
Σιγά-σιγά, χάνεις την ικανότητα ν’ αναγνωρίζεις και να εμπιστεύεσαι την πραγματικότητα που βιώνεις, κι έτσι χάνεις τελικά και την ικανότητα να υπερασπίζεσαι τον εαυτό σου, ή να οριοθετείσαι όταν δέχεσαι κακοποίηση ή κακομεταχείριση. Η κατάσταση επιδεινώνεται όταν βρισκόμαστε σε συχνή επικοινωνία μ’ ένα τέτοιο άτομο, είναι δηλαδή γονέας, σύντροφος, στενός φίλος, εργοδότης, ή συνάδελφος. Μετά από μακροχρόνια έκθεση σ’ αυτή τη συμπεριφορά, βρίσκουμε πολλές φορές τον εαυτό μας να υιοθετεί τη διαστρέβλωση κι εκτός της συγκεκριμένης σχέσης, και να αμφισβητούμε την ίδια μας την πραγματικότητα. Είναι άπειρες οι φορές που τα θύματα κακομεταχείρισης, ή κακοποίησης, αναφέρονται στα γεγονότα, με εκφράσεις του τύπου «σκέφτομαι όμως μήπως εγώ είμαι υπερβολικός/ή», «μπορεί και να μην είναι έτσι, αλλά εγώ τα σκέφτομαι έτσι.»
Αυτό γίνεται σε μια προσπάθεια να γεφυρωθεί η γνωστική ασυμφωνία που προκαλείται όταν αναρωτιόμαστε αν πρέπει να εμπιστευτούμε αυτό που μας λέει ο άλλος, η αυτό που βιώνουμε εμείς. ‘Όσο μεγαλύτερη η επιρροή που έχει ο άλλος πάνω μας, αν πχ είναι γονέας, στενός φίλος, σύντροφος, ή άνθρωπος που εμπιστευόμαστε πολύ, τόσο πιο έντονη είναι κι η αμφισβήτηση στην οποία υποβάλλουμε τον εαυτό μας. Αν η διατήρηση της σχέσης αυτής είναι μεγάλης σημασίας για εμάς, τότε φτάνουμε στο σημείο να αμφισβητούμε, ή ακόμα και να αγνοούμε τελείως το δικό μας αντανακλαστικό ή συναίσθημα, που παράγεται από τη συμπεριφορά τους. Στο τέλος ο χειρισμός τους φτάνει στο σημείο να πείθεσαι, πως αυτό που λένε για εσένα είναι μια αδιαπραγμάτευτη αλήθεια, ενώ αυτό που εσύ νιώθεις είναι μια δική σου δυσλειτουργία.
Διαβάστε την συνέχεια του άρθρου στο Jenny.gr, κάνοντας κλικ εδώ.