Οι εταιρείες, η μία μετά την άλλη, έχουν ανακοινώσει τα πλάνα τους για έναν πλανήτη με πρόσβαση στο διαδίκτυο. Ναι, ΟΚ, μπορεί εμείς να παραπονιόμαστε που στην Αθήνα δεν πιάνουμε όλοι VDSL ή που κάτι ανεξήγητο συνέβη και ο Αντώνης Σαμαράς δεν κατάφερε να προσφέρει δωρεάν Wi-Fi σε όλη τη χώρα, όμως την ίδια στιγμή υπάρχουν χώρες στον κόσμο, κυρίως στην Αφρική και τα βάθη της Ασίας, που το διαδίκτυο παραμένει ακόμα άγνωστη λέξη. Αυτό ακριβώς το φαινόμενο θέλουν να εξαλείψουν εταιρείες σαν τη Google ή το Facebook έχοντας εξαγγείλει προγράμματα αρκετών δεκάδων και εκατομμυρίων δολαρίων προκειμένου το ίντερνετ να φτάσει και στις πιο απόμακρες και αφιλόξενες περιοχές του πλανήτη.
Σε αυτές τις φίρμες λοιπόν ήρθε να προστεθεί ακόμα μία ή μάλλον κάποιος. Πρόκειται για τον Elon Musk, τον βαθύπλουτο επιχειρηματία ο οποίος φιλοδοξεί να δημιουργήσει έναν στόλο από 700 δορυφόρους οι οποίοι θα περιστρέφονται σε χαμηλή τροχιά γύρω απ’ τη Γη, δίνοντας έτσι πρόσβαση στο ίντερνετ σε περιοχές που δεν υπάρχει επί του παρόντος η υποδομή. Με το κόστος του κάθε δορυφόρου να υπολογίζεται στο $1 εκατ., το όλο πρότζεκτ αναμένεται να ξεπεράσει το $1 δισ. και αυτό είναι και το μεγαλύτερο εμπόδιο στην υλοποίησή του: το εξωφρενικό ακόμα και για τον σκοπό αυτό μπάτζετ του. Ο Musk ήδη βρίσκεται σε συζητήσεις με άλλες εταιρείες και επιχειρηματίες (ξεχωρίζει ο πρώην υψηλόβαθμος της Google, Greg Wyler ο οποίος τυγχάνει να έχει εταιρεία κατασκευής δορυφόρων) και η λογική λέει πως σύντομα θα έχουμε νέα.
Γιατί όμως τέτοια κάψα από τις εταιρείες να συνδέσουν ολόκληρο τον κόσμο; Το ψάχνει η Google, το θέλει όσο τίποτα ο Zuckerberg, το κυνήγησε η Nokia, τώρα στο παιχνίδι μπαίνει κι ο Musk. Τι λόγο έχουν να θέλουν κάτι τέτοιο όλοι αυτοί όταν στις ανεπτυγμένες χώρες σε πολλές περιπτώσεις οι ίδιες υπηρεσίες προσφέρονται ακριβά; Κατ’ αρχάς να ξεκαθαρίσουμε πως μιλώντας για πρόσβαση στο διαδίκτυο, εννοούμε ακριβώς αυτό: τα απολύτως βασικά. Μη φανταστείτε ταχύτητες VDSL, μηδενικό latency και άλλα τέτοια sci-fi. Ακόμα κι αυτό όμως είναι αρκετό: κάθε νέος χρήστης του ίντερνετ, στην ουσία αποτελεί έναν ακόμα πελάτη για κάθε ενδιαφερόμενο: μια νέα αναζήτηση στο Google, ένας καινούριος χρήστης του Facebook και πάει λέγοντας. Για σκεφτείτε τώρα ποια είναι η δύναμη των εταιρειών αυτών; Ακριβώς: η βάση χρηστών τους. Αυτό είναι στην ουσία και το προϊόν τους, αυτό πουλάνε. Η μηχανή αναζήτησης της Google ή το κοινωνικό δίκτυο του Facebook δεν είναι παρά τα δολώματα για να προσελκύσουν περισσότερο κόσμο τον οποίο αργότερα θα «πουλήσουν» στους πραγματικούς πελάτες τους.
Και είναι απαραίτητα κακό αυτό; Εξαρτάται από το πώς βλέπει κανείς το ποτήρι, μισογεμάτο ή μισοάδειο. Από τη μία εταιρείες σαν και τις προαναφερθείσες (παραδείγματα αποτελούν εξ’ άλλου, όχι μοναδικές περιπτώσεις) εκμεταλλεύονται συγκυρίες και καταστάσεις για να επωφεληθούν, από την άλλη το κάνουν βοηθώντας κόσμο να βελτιώσει την ποιότητα ζωής του, κάτι σαν ανταποδοτική κοινωνική ευθύνη. Δούναι και λαβείν είναι όλα.