Categories: DIGITAL STORIES

Οι εταιρείες έβαλαν στο μάτι τα πορτοφόλια μας. Με την κακή έννοια.

Λέγαμε χθες για τη μίρλα που έχει πιάσει τις εταιρείες με την υγεία και το ευ ζήν μας, τώρα που όλες ξαφνικά δείχνουν να… ξύπνησαν και λανσάρουν τις health εφαρμογές τη μία μετά την άλλη. Παρόμοιο είναι και το θέμα που μόλις ξεκινήσατε να διαβάζετε, με τη διαφορά ότι δεν εστιάζει τόσο στην καρδιά όσο σε αυτό που βρίσκεται ένα «στρώμα» πιο πάνω: το πορτοφόλι. Apple και Google τρέχουν ήδη τις δικές τους εφαρμογές με τις οποίες αποσκοπούν στο να κάνουν τους πελάτες τους να αφήσουν σπίτι το πορτοφόλι. Apple Pay και Google Wallet κερδίζουν με γοργούς ρυθμούς πόντους σε ό,τι αφορά τη δημοτικότητά τους στις τάξεις του κοινού. Σιγά-σιγά, ολοένα και περισσότεροι είναι εκείνοι που αρχικά δοκιμάζουν τις δύο υπηρεσίες και εν συνεχεία συνεχίζουν να τις χρησιμοποιούν, αναγνωρίζοντας το πόσο πολύ τους βολεύουν στην καθημερινότητά τους.

Στους δύο κολοσσούς της Τεχνολογίας πάντως έσπευσαν ήδη να αντιτεθεί ένας συνασπισμός από πρωτοκλασάτα ονόματα του αμερικανικού λιανεμπορίου. Εταιρείες σαν τα Best Buy, τα Banana Republic, τις Southwest Airlines, τη Shell και τα Dunkin’ Donuts, όλες μέλη της ένωσης Merchant Customer Exchange (εν συντομία MCX), παρουσίασαν τη δικιά τους πλατφόρμα mobile payments, το CurrentC. Στόχος τους; Μποϊκοτάροντας παράλληλα τις εφαρμογές της Apple και της Google να αναγκάσουν τους Αμερικάνους να προτιμήσουν τη δικιά τους λύση η οποία μάλιστα παίζει και σε τηλέφωνα που δεν διαθέτουν NFC τεχνολογία καθώς υποστηρίζει και QR codes –με όλα τα καλά και τα άσχημά τους. Για την ώρα βέβαια δεν προσφέρεται κάποιου είδους επιβράβευση για τη χρήση του CurrentC, αν και κρίνοντας από τα μεγέθη και την ποικιλομορφία των εταιρειών που συμμετέχουν στο πρόγραμμα, μόνο απίθανο δεν θα πρέπει να θεωρείται αυτό το σενάριο.

Γιατί όλοι όμως έπεσαν με τα μούτρα πάνω στα πορτοφόλια μας έτσι ξαφνικά; Κατ’ αρχάς να πούμε ότι εδώ και χρόνια ουκ ολίγες εταιρείες έχουν πειραματιστεί και λανσάρει προϊόντα σχετικά με το κόνσεπτ του mobile wallet (μεταξύ αυτών και η «δικιά μας» Viva). Σε καμία περίπτωση όμως αυτό δεν εξελίχθηκε στη «μόδα» που έχει γίνει σήμερα, απόρροια της ενασχόλησης μαζί του δύο γιγάντων του διαμετρήματος μιας Apple και μιας Google. Βλέποντας λοιπόν τις προαναφερθείσες εταιρείες να ετοιμάζονται να κυριαρχήσουν σε μια ακόμα αγορά με τρελές προοπτικές (ας μην ξεχνάμε ότι μιλάμε για διαχείριση συναλλαγών, ήτοι τη γνώση του πού ξοδεύει ο καταναλωτής τα χρήματά του, δεκαράκι-δεκαράκι), επιχειρήσεις με μεγάλες πελατειακές βάσεις στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού αποφάσισαν να δράσουν, οπότε στο πλαίσιο του «η ισχύς εν τη ενώσει», δημιούργησαν την MCX και το CurrentC.

Ο λόγος που τους έχει πιάσει όλους αυτή η… κωλοπιλάλα δεν είναι άλλος από τη γνώση. Οι εταιρείες πεθαίνουν να μάθουν τις αγοραστικές συνήθειες των καταναλωτών: γι’ αυτές χρεώνουν και πληρώνουν, ανάλογα τις περιστάσεις, δυσθεώρητα ποσά. Αν η Apple λοιπόν φτάσει π.χ. να διαχειρίζεται τις συναλλαγές των Starbucks σε μερικά χρόνια (μπορείτε να σκεφτείτε πιο ταιριαστό συνδυασμό από αυτόν της Apple με τα Starbucks;), τουτέστιν τις σημερινές 7 εκατ. αγορές που πραγματοποιούνται μέσω της εφαρμογής της αλυσίδας σε εβδομαδιαία βάση, καθόλου δεν θα χαλαστεί. Τα Starbucks βέβαια, μιας και κάναμε λόγο, έχουν ήδη προετοιμαστεί για την εποχή που όλες οι συναλλαγές στα καταστήματά τους (ή έστω ένα μεγάλο ποσοστό αυτών) θα γίνονται ψηφιακά και γι’ αυτό έχουν ήδη αναπτύξει τη δικιά τους πλατφόρμα, αλλά νομίζω πως στη θέση της αλυσίδας μπορούμε εύκολα να φανταστούμε πολλές ακόμα. Εξ’ άλλου το ζήτημα είναι η ποικιλία στις επιχειρήσεις: και τα Starbucks να μην «κάτσουν» (που δεν θα «κάτσουν», δεν είναι χαζός ο Howard Schultz), θα «κάτσουν» άλλοι.

Δεν έχει σημασία πόσο «φουσκωμένο» είναι το πορτοφόλι μας. Τις εταιρείες τις ενδιαφέρει να αποκτήσουν πρόσβαση σε αυτό: οι μικροσυναλλαγές εξ’ άλλου είναι εκείνες που φέρνουν τα πολλά χρήματα και όσο να ‘ναι, αφορούν τους πάντες. Μερικά χρόνια πριν, οι εταιρείες ήθελαν απεγνωσμένα να μας κάνουν να βάλουμε το χέρι στο πορτοφόλι. Πλέον αρκούνται στο να μας παρακολουθούν, να ξέρουν γιατί το βάζουμε όταν το βάζουμε και για ποιον προορίζονται τα χρήματα που βγάζουμε –ει δυνατόν να του τα δίνουν κι οι ίδιες! Και όπως όλοι γνωρίζουμε, το πολυτιμότερο αγαθό των ημερών μας δεν είναι άλλο από την πληροφορία. Κι αφήστε κάποιους κοντόφθαλμους να σκέφτονται ακόμα τα δολάρια…

Πέτρος Κηπουρόπουλος

Share
Published by
Πέτρος Κηπουρόπουλος