Υπάρχουν δύο τρόποι για να πεισθεί κάποιος να αλλάξει τη γνώμη του: διά της βίας και μέσω του διαλόγου. Το πρώτο κοστίζει, προκαλεί σαματά και συχνά είναι αναποτελεσματικό ή αποδίδει βραχυπρόθεσμα. Το δεύτερο όμως είναι αυτό που έχει τη δυνατότητα να αποφέρει πολλαπλά οφέλη σε εκείνον που γνωρίζει πώς να το χρησιμοποιήσει και να το εκμεταλλευτεί. Σε μία προεκλογική περίοδο λοιπόν, λογικό είναι να υπάρχει ένα ποσοστό του εκλογικού σώματος που, μην έχοντας καταλήξει –σε μικρό ή μεγάλο βαθμό- στην απόφασή του, είναι ανοιχτό σε απόψεις και ιδέες, πρόθυμο να κάνει διάλογο και με τον τελευταίο, στις μέρες μας, να γίνεται κατά κύριο λόγο μέσα από τα social media, αντιλαμβάνεστε πόσο σημαντικός είναι ο έλεγχός τους.
«Μπορεί κανείς να ελέγξει όμως τα social media;», θα αναρωτηθεί κάποιος. Να τα ελέγξει πλήρως όχι, εκτός κι αν μιλάμε για τον δημιουργό τους (που όμως και πάλι δεν θα ρίσκαρε με τίποτα κάτι τέτοιο), αλλά να δημιουργήσει ψευδείς εντυπώσεις εύκολα. Δεν πρόκειται για κάτι καινούριο: γίνεται εδώ και χρόνια στις ραδιοφωνικές εκπομπές. Ας δώσουμε ένα μπακαλίστικο παράδειγμα: αν από τους 15 ακροατές που βγουν στον αέρα μέσα σε μία ώρα, οι 12 εκφράσουν μία συγκεκριμένη άποψη, τότε αυτόματα όλοι όσοι ακούν σχηματίζουν την εντύπωση ότι «η κοινή γνώμη» τείνει σε κάτι, χωρίς φυσικά να εξετάζουν αν αυτοί οι 12 είναι στημένοι, μιλημένοι, εγκάθετοι ή όπως-αλλιώς-θέλετε-πείτε-τους. Ε, το ίδιο μπορεί να γίνει και στα social media, με τη διαφορά ότι καθώς εκεί όλοι έχουν φωνή, οι αριθμοί είναι τελείως διαφορετικοί.
Εδώ είναι που υπεισέρχονται λοιπόν τα “social bots”, αλγόριθμοι, μηχανές, προγράμματα που στόχο έχουν τη δημιουργία ρεαλιστικών μηνυμάτων μέσα από συγκεκριμένη ατζέντα, με απώτερο σκοπό τη χειραγώγηση της κοινής γνώμης. Σε έρευνά του, το Wired εντόπισε πως το ένα στα πέντε μηνύματα στο Twitter που σχετίζονταν με τις αμερικανικές εκλογές στο διάστημα 16-21 Οκτωβρίου, προερχόταν όχι από άνθρωπο αλλά από ένα τέτοιο bot σε εντεταλμένη υπηρεσία! Τα περίπου 400.000 bots αντιστοιχούσαν στο 15% επί του συνόλου των χρηστών που μιλούσαν και σχολίαζαν τις προεδρικές εκλογές, ποσοστό σχεδόν διπλάσιο σε σχέση με το 8,5% που ισχύει για ολόκληρο το Twitter. Τα παραπάνω στοιχεία δε, προέκυψαν με χρήση λογισμικού (Bot or Not, πρόγραμμα που χρησιμοποιώντας τεχνικές “machine learning” [τύπου δοκιμασίας Τούρινγκ, αν έχετε υπ’ όψιν σας] είναι σε θέση να αντιληφθεί αν έχει να κάνει με άνθρωπο ή μηχανή με ποσοστό ευστοχίας πρόβλεψης 95%).
Πρακτικά λοιπόν, μερικές εκατοντάδες χιλιάδες bots «έπνιξαν» το αμερικανικό Twitter την προεκλογική περίοδο, στην προσπάθειά τους να επηρεάσουν τους αναποφάσιστους ψηφοφόρους και να δημιουργήσουν «κλίμα». Κι αν η προσέγγιση αυτή σας φαίνεται ιδιαίτερα απλοϊκή, μη βιαστείτε να την απορρίψετε: δεν είναι και λίγοι εκείνοι που εν τέλει διαμορφώνουν έτσι την άποψή τους –αν και δεν υπάρχουν νούμερα ή ποσοστά να μας δείξουν για τι όγκο μιλάμε, έστω κατά προσέγγιση. Χρησιμοποιώντας συγκεκριμένα hashtags, τα bots έπαιρναν μέρος σε συζητήσεις, εκφράζοντας τη στήριξή τους προς τη μία πλευρά και εκτοξεύοντας βέλη κατά της αντίπαλης. Αυτό το τελευταίο ήταν και αρκετά σημαντικό, αφού τα tweets με αρνητικό χαρακτήρα γίνονταν “retweet” 2,5 φορές ταχύτερα σε σχέση με τα υπόλοιπα, μεταφέροντας έτσι το μήνυμά τους και πιο γρήγορα και πιο «μακριά». Η συντριπτική πλειοψηφία των χρηστών βέβαια δεν ήταν σε θέση να αντιληφθεί ότι είχε να κάνει με κάποιο bot –τα προφίλ αυτά θα μπορούσαν να ανήκουν άλλωστε σε «χρωματισμένους» υποστηρικτές των υποψηφίων Προέδρων- οπότε συνέχιζε να συναναστρέφεται μαζί τους, να αναδημοσιεύει τα tweets τους και κατ’ επέκταση να ενισχύει τη δράση και τον επιρροή τους.
Το φαινόμενο μάλιστα το συναντάμε και στην Ελλάδα, αν και η αλήθεια είναι πως τα bots που χρησιμοποιούν κατά καιρούς Νέα Δημοκρατία και ΣΥΡΙΖΑ είναι αρκετά πιο «χοντροκομμένα» και περιορίζονται σε μάλλον παθητικό ρόλο (ούτως ειπείν, “retweets”).
Όσο περνούν τα χρόνια, ο κόσμος εξοικειώνεται ακόμα περισσότερο με τα social media, νιώθοντας άνετα να συζητήσει μέσω αυτών σημαίνοντα ζητήματα, όπως οι εκλογές της χώρας του, να εκτεθεί σε νέες απόψεις και να αναθεωρήσει τη δικιά του. Ακόμα κι αν εν έτει 2016 τα social bots δεν έκριναν εξ ολοκλήρου (ούτε καν σε μεγάλο βαθμό) το αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών των ΗΠΑ, οι πρακτικές που έχουν αναπτυχθεί, σε συνδυασμό με την ολοένα αυξανόμενη δυναμική των πλατφορμών κοινωνικής δικτύωσης, δείχνουν ότι μέσα στην επόμενη δεκαετία τα πρώτα θα έχουν τη δυνατότητα να αλλάξουν τις ισορροπίες σε μία αντίστοιχη προεκλογική περίοδο. Τότε, περισσότερο κι απ’ τους γραβατωμένους δημοσιογράφους που εμφανίζονται στην τηλεόραση και αρθρογραφούν στον Τύπο, τα νήματα θα κινούν οι engineers και οι “ΙΤάδες” που θα είναι σε θέση να φτιάξουν τα αποτελεσματικότερα bots, οδηγώντας ιδέες, προτιμήσεις και απόψεις προς τα εκεί απ’ όπου ρέει το χρήμα.
Οι πραγματικοί “puppeteers” που λένε και στο Αμέρικα…