Όχι αν, πρέπει να βρεθείς στα Θολάρια της Αμοργού. Πρόκειται για έναν πανέμορφο, παραδοσιακό κυκλαδίτικο οικισμό χτισμένα στο βορειοδυτικό τμήμα του νησιού (προς Αιγιάλη μεριά δηλαδή) σε υψόμετρο 220 μέτρων.
Σύμφωνα με ιστορικούς, κατά το 1884 τα Θολάρια διέθεταν περίπου 100 σπίτια ενώ οι σημερινοί μόνιμοι κάτοικοι δεν ξεπερνούν κατά πολύ αυτόν τον αριθμό. Τα μαγαζιά που βρίσκονται στα στενά δρομάκια του χωριού, ανάμεσα στα ασβεστωμένα σπίτια, διατηρούν με τη σειρά τους την παράδοση που αρμόζει στον τόπο.
Στην Αμοργό είναι δύσκολο να μη φας ωραία. Κι όταν βρεθείς στα Θολάρια ένα από τα σημεία για τα οποία πρέπει να κρατήσεις όρεξη είναι το καφενείο και οπωροπαντοπωλείο του Χορευτή. Εκεί που πίνουν τον ελληνικό καφέ και τις ψημένες ρακές τους οι ντόπιοι, στο σημείο που προμηθεύονται ό,τι λείπει από το σπίτι όταν δεν έχουν χρόνο να κατέβουν μέχρι το λιμάνι, εκεί θα απολαύσεις σπιτικό φαγητό, λίγα πιάτα που αλλάζουν κάθε μέρα, κυρίως μαγειρευτά, κανέναν τηγανητό μεζέ και τον πιο ωραίο μουσακά του νησιού. Πρόκειται για ένα από τα παλαιότερα καφενεία του νησιού που κάποτε λειτουργούσε κι ως υποδηματοποιείο, κουρείο και κρεοπωλείο ταυτόχρονα.
Όπως μας είχε πει και ο Γιώργος Πίττας το 2014 με αφορμή το λεύκωμα του Τα Καφενεία της Ελλάδας, «τα καφενεία είχαν πάντα πολλές χρήσεις, ήταν ένα είδος σούπερ μάρκετ πριν καν ανακαλυφθούν, ήταν ταυτόχρονα μπακάλικα, μανάβικα, κουρεία. Το αγαπημένο μου τέτοιου είδους μαγαζί είναι ο Χορευτής στα Θολάρια της Αμοργού. Μου έλεγε ο τύπος που το έχει πως ο πατέρας του το πρωί έσφαζε, το μεσημέρι έκανε τον χασάπη, λίγο μετά έφτιαχνε παπούτσια από δέρματα ζώων παριστάνοντας τον παπουτσή, το απογευματάκι έφτιαχνε καφέδες και μεζέδες και στις έντεκα το βράδυ ήταν μπαρμπέρης. Κανένα σημερινό εστιατόριο ή καφέ δεν έχει τη χάρη ενός καφενείου γιατί δεν μπορεί να γίνει το κέντρο του τόπου»..