Οι «Δαναΐδες» του Ανδρέα Κάλβου αποκαλύπτονται για πρώτη φορά στην Επίδαυρο ύστερα από 200 χρόνια

Σχεδόν για δύο αιώνες οι «Δαναΐδες»  περιμένουν πίσω από το πέπλο τους την στιγμή που θα καταφέρουν να ακουστεί ο λόγος τους και η φωνή τους πάνω στη σκηνή. Όπως σημειώνει εύστοχα η Νατάσα Τριανταφύλλη στο σκηνοθετικό της σημείωμα «Το καλβικό κείμενο, γραμμένο στα ιταλικά, παρέμενε σιωπηλό εδώ και σχεδόν δύο αιώνες, περιμένοντας υπομονετικά τον χρόνο να αναδείξει την ποιητική του και να τη ζωντανέψει στη σκηνή». Φαίνεται ότι η υπομονή άξιζε και οι συντελεστές της παράστασης είναι έτοιμοι να δώσουν τον καλύτερο τους εαυτό για ένα αποτέλεσμα ισάξιο του μεγάλου ποιητή.

Και μια έκπληξη: Την πρωτότυπη μουσική της παράστασης έχει γράψει η Μόνικα. Λίγες ημέρες πριν την παρουσίαση του έργου η Νατάσα Τριανταφύλλη και η Λένα Παπαληγούρα απαντούν στις ερωτήσεις της Popaganda

Γιατί πιστεύετε άργησε τόσο πολύ να παρουσιαστεί στη σκηνή το ποιητικό κείμενο του Ανδρέα Κάλβου; Νατάσα Τριανταφύλλη: Πρόκειται για μια ιδιότυπη συνωμοσία. Ένας μελετητής του Κάλβου θα έλεγε γιατί γνωρίσαμε, μεταφρασμένο, το ιταλόφωνο έργο του σχετικά πρόσφατα χάρη στην προσπάθεια και το έργο του Δημήτρη Αρβανιτάκη και της επιστημονικής ομάδας του Μουσείου Μπενάκη που επιμελείται τις εκδόσεις των Απάντων του Κάλβου εδώ και τέσσερα χρόνια.  Ο Richard Feynman όμως, ο πιο αγαπημένος μου αστροφυσικός, θα έλεγε ότι αυτή η κρυφή πορεία των «Δαναΐδων», είναι η καλύτερη δυνατή εκδοχή στην ιστορία του έργου.  Να παρουσιαστεί 200 χρόνια μετά. Ίσως να είχε ανάγκη να φτάσει σε εμάς πρώτα ο γεμάτος ελευθερία και αρετή μύθος του Κάλβου, μέσω των Ωδών του, μέσω της  ζωής που έζησε ο ποιητής ως «πλάνητας» ανάμεσα σε τόσες Ευρωπαϊκές χώρες, μέσω ακόμα και της περιπλάνησης του τάφου του! (τα κόκαλά του μεταφέρθηκαν ,με πρωτοβουλία του Σεφέρη, μόλις πριν 70 σχεδόν χρόνια στην Ελλάδα). Υπάρχει μια συμπτωματική βραδυπορία σε όλη την ζωή και το έργο του. Οι «Δαναΐδες» δεν θα μπορούσαν να ξεφύγουν από αυτήν την «βραδυπορία του καλού».

Μια αναμέτρηση με το καλβικό σύμπαν. Πόσο εύκολη, δύσκολη και γιατί; Λένα Παπαληγούρα: Για μένα το γεγονός ότι το έργο δεν έχει ξαναπαιχτεί είναι πολύ συγκινητικό. Πόσο μάλλον όταν το έργο αυτό είναι γραμμένο από τον Κάλβο που στη συνείδηση μας είναι καταγεγραμμένος ως εθνικός μας ποιητής. Νιώθω τη χαρά της ανακάλυψης ενός «άλλου» Κάλβου, διαφορετικού από τον «εθνικό ποιητή» του σχολικού προγράμματος, οικείου και ταυτόχρονα ανοίκειου, αλλά και την ευθύνη το έργο του να παρουσιαστεί έτσι ώστε να αναδειχθεί η μαγεία του.  Το Καλβικό σύμπαν είναι πολύ ιδιαίτερο και πολύ γοητευτικό. Είναι γεμάτο μεγάλες εικόνες , είναι ταυτόχρονα απόκοσμο αλλά και ανθρώπινο. Οι συγκρούσεις είναι αρκετά εσωτερικές. Τα πρόσωπα δονούνται μέσα τους και δονούν το ένα το άλλο. Η σύγκρουση πότε απλώνεται στις δύο και πότε στις τρεις κορυφές του τριγώνου των προσώπων και πότε βυθίζεται εντός τους και τους κυριεύει.

Κάθε αναμέτρηση με τέτοιου είδους κείμενα είναι δύσκολη . Επειδή κάτω από κάθε σκηνή, κάθε φράση, κάθε λέξη κρύβονται άπειρα μυστικά. Άπειρα νοήματα. Όμως για το λόγο αυτό η συνάντηση με το μαγικό αυτό σύμπαν του Καλβου είναι και εξαιρετικά ενδιαφέρουσα. Πόσο μάλλον όταν γίνεται με τους συνεργάτες αυτούς. Νιώθω ότι στη διαδικασία της προετοιμασίας της παράστασης αυτής βιώνουμε σχεδόν μια ιδανική συνθήκη, έχοντας μεγάλη αγάπη και επικοινωνία μεταξύ μας αλλά και έχοντας στα χέρια μας ένα πολύ ιδιαίτερο κείμενο.

Νατάσα Τριανταφύλλη: «Δεν ξέρουμε πώς γεννηθήκαμε, δεν ξέρουμε πώς θα πεθάνουμε. Κι όμως επηρεάζουμε αδιαμφισβήτητα, την πορεία της ιστορίας και του σύμπαντος».

Ποιος είναι ο κύριος άξονας της σκηνοθετικής προσέγγισης;  ΝΤ: Η ποιητική του Κάλβου στις Δαναΐδες για μένα, κρύβεται στην αμφιβολία. Στην αμφιβολία για το ποια επιλογή θα κάνεις, για το ποιο δρόμο θα ακολουθήσεις. Βρίσκεται σε αυτή, την τόσο ανθρώπινη, κατάσταση παλινδρόμησης, όπου ενώ αγαπάς, θεριεύουν μέσα σου στιγμές μίσους, ενώ θέλεις να μετακινηθείς προς τα κάπου, διατηρείς την θέση σου πεισματικά. Για την πάλη εκείνη της ψυχής ανάμεσα σε αυτό που θέλει, σε αυτό που πρέπει, και σε αυτό που τελικά καταφέρνει. Είναι τόσο άξιος αυτός ο ανθρώπινος αγώνας επιλογής. Είναι η δυνατότητα που δίνεται στον άνθρωπο να επηρεάσει ο ίδιος την μοίρα του, νικώντας ή όχι τα πάθη του. Να βιώσει, έστω και στιγμιαία, την ελευθερία. Ανεξαρτήτου αποτελέσματος. Δεν ξέρουμε πώς γεννηθήκαμε, δεν ξέρουμε πώς θα πεθάνουμε. Κι όμως επηρεάζουμε αδιαμφισβήτητα, την πορεία της ιστορίας και του σύμπαντος. Μεγάλη δύναμη. Έχουμε πλησιάσει τους ήρωες των Δαναΐδων, μέσω αυτής της 360 μοιρών δυναμικής προοπτικής της αμφιβολίας, τόσο υποκριτικά όσο και σκηνοθετικά.

Ποια είναι τα κύρια χαρακτηριστικά της Υπερμνήστρας και ποια είναι αυτά που σας συγκινούν;  ΛΠ: Είναι δύσκολο να μιλάς για τους ρόλους και τις δυναμικές τους όταν είσαι μέσα σε πρόβες,  μέσα σε μια διαδικασία. Ο Κάλβος χρησιμοποιεί τους κώδικες των αρχαίων τραγικών με πολύ ρομαντισμό. Εμπνέεται εξίσου από τον Ευριπίδη όσο και από τον Σαίξπηρ. Καθορίζεται από την όπερα αλλά και τις τραγωδίες των σύγχρονων του. Η Υπερμνήστρα έχει εμφανή στοιχεία ηρωίδων αρχαίας τραγωδίας, αλλά και αναφορές από τις γυναίκες του Σαίξπηρ. Στο έργο αυτό η Υπερμνήστρα είναι ψυχικά διχασμένη, είναι ερωτευμένη με τον Λυγκέα όμως δε θέλει να εγκαταλείψει τον πατέρα της, κυριεύεται από ενοχές και αρνείται να αφήσει πίσω την παιδική της ηλικία, είναι ονειροπόλα με πίστη στους θεούς και την αγάπη. Σπαρακτική και συμπονετική. Όπως και στο μύθο έτσι και στις Δαναΐδες του Κάλβου ο Δαναός, θα δώσει εντολή στις κόρες του να δολοφονήσουν τους συζύγους τους κατά τη διάρκεια της γαμήλιας νύχτας. Εκείνες θα υπακούσουν, εκτός από την Υπερμνήστρα, η οποία αγαπά τον άντρα της. Αυτό το στοιχείο της ανυπακοής στην εξουσία του πατέρα εξαιτίας της μεγάλης αγάπης για τον Λυγκέα είναι αυτό που με συγκινεί στο έργο. Πράξη η οποία μάλιστα δεν γίνεται με καμία ευκολία. Η Υπερμνήστρα εδώ βασανίζεται αφόρητα ώσπου να καταφέρει να σταθεί απέναντι στον πατέρα της. Και κάνει μέσα της μια πολύ μεγάλη διαδρομή, μια επανάσταση. Επίσης με συγκινεί το τέλος του έργου που είναι μάλιστα πολύ ρηξικέλευθο για την εποχή του. Ένα τέλος αινιγματικό και μετέωρο.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ

Μιλάμε για ποίηση, θεατρικό δρώμενο ή μια νέα μορφή παραστατικής τέχνης; ΝΤ: Το έργο διατηρεί την δομή και τους όρους της κλασικής τραγωδίας μεν, σε ένα πλαίσιο ρομαντικού νεοκλασικισμού, αλλά η αλήθεια είναι ότι στην παράσταση έχουμε παντρέψει, το θέατρο με την όπερα, φιλοδοξώντας να δημιουργήσουμε ένα απόκοσμο μεν αισθητικά αλλά ανθρώπινο ψυχικά σύμπαν. Η Μόνικα μελοποίησε τα χορικά κρατώντας την πρωτότυπη ιταλική γλώσσα και σε συνδυασμό με την φωνή της Άρτεμη Μπόγρη που τα ερμηνεύει στην σκηνή, μας καθοδηγούν και ως προς τις ερμηνευτικές γραμμές και ως προς τις σκηνοθετικές επιλογές. Ίσως κάθε φορά που αποπειράται ο συνδυασμός δύο διαφορετικών τεχνών, να υπάρχει η δυνατότητα διαμόρφωσης μιας νέας μορφής παραστατικής τέχνης. Δεν ήταν στόχος εξ αρχής ασφαλώς κάτι τέτοιο, αλλά η ανάγκη και η έμπνευση διαμόρφωσαν έτσι αυτή την πιθανότητα.

Λένα Παπαληγούρα: «Ο Κάλβος χρησιμοποιεί τους κώδικες των αρχαίων τραγικών με πολύ ρομαντισμό. Εμπνέεται εξίσου από τον Ευριπίδη όσο και από τον Σαίξπηρ».

Ποια φράση του κειμένου σας έχει αγγίξει πιο πολύ και γιατί; ΛΠ: Λέει η Υπερμνήστρα θέλοντας να αποτρέψει τον άνδρα της από τον πόλεμο:

 «Μάταια, λοιπόν, ικέτευα; Τι; Τώρα πάλι
πιάνοντας τ’ άρματα εσύ, για πιο άγριο ακόμα πόλεμο,
θα με κάνεις ξανά να φοβάμαι για τη δική σου τη ζωή
και του πατέρα μου; Ω! Ποτέ να μην ξανάρθει
να με βασανίσει ο παλιός φόβος
ότι θα δω τον έναν απ’ τους δύο να βάφει το σπαθί του
στο αίμα του άλλου. Θα ’χανα τότε
και τους δύο, κι ίσως λιγότερο τον σκοτωμένο, αφού
όσο θα ανάσαινα τον ζωογόνο αέρα, το κλάμα
και τον στεναγμό μου θα ’χε αυτός, κι αδιάκοπα μαζί του,
στη θύμηση των περασμένων ημερών
πονώντας θα ζούσα, μαζί του όμως θα ζούσα.
Μα, ο φονιάς!… Ω, πόση νιώθω παγωνιά
και μόνο με τη σκέψη! Δεν θα μισούσα
τον φονιά, γιατί δεν μπορώ να μισήσω τον άντρα
ή τον πατέρα μου. Δεν θα τον μισούσα, αλλά πώς
θα μπορούσα να τον αγαπάω; Αχ, μακριά μια τέτοια σκέψη,
μακριά από σε, Λυγκέα. Φριχτή ελπίδα
είναι η ελπίδα του σπαθιού.»

 Οι στίχοι αυτοί με συγκινούν βαθιά. Ποιον εννοεί λέγοντας σκοτωμένο; Ποιον φονιά; Τον άντρα ή τον πατέρα της; Θα αναρωτηθεί κανείς. Ίσως τον έναν ή τον άλλον ή και τους δυο μαζί ή όλους εκείνους που μάχονται και αφήνουν πίσω άλλους που βυθίζονται στο πένθος. Φρικτή ελπίδα η ελπίδα του σπαθιού!

Πώς αισθάνεστε στον χώρο της Μικρής Επιδαύρου; Πώς ο χώρος έχει επηρεάσει την αισθητική της παράστασης; ΛΠ: Είχα την τύχη να παραστώ πέρσι σε μια επίσκεψη στο μικρό θέατρο της Επιδαύρου όπου έγινε διάλεξη από τον κορυφαίο αρχαιολόγο και πανεπιστημιακό κύριο Λαμπρινουδάκη. Η ξενάγηση ήταν μέρος ενός μεταπτυχιακού προγράμματος αρχαιολογίας και αρχιτεκτονικής και χάρη στον σύζυγο μου που είναι πολιτικός μηχανικός, τρύπωσα κ εγώ. Η εμπειρία ήταν αποκαλυπτική και ντράπηκα γιατί πολλά πράγματα για το θέατρο αυτό δεν τα ήξερα. Θαύμαζα χρόνια την ομορφιά του αλλά δε γνώριζα την ιστορία του. Έκτοτε πιστεύω ότι θα έπρεπε η ξενάγηση αυτή καθώς και η επίσκεψη στα μνημεία πίσω από το μεγάλο θέατρο της Επιδαύρου να γίνεται για κάθε θίασο προτού παρουσιάσει μια παράσταση. Μακάρι να μπορούσε να γίνεται και για τους θεατές. Είναι έτσι κ αλλιώς τελείως διαφορετική, είναι μαγική η αίσθηση όταν παίζεις σε ένα αρχαίο θέατρο, αλλά νομίζω ότι όταν μαθαίνεις και την ιστορία του η σχέση σου με το χώρο αποκτά άλλο νόημα.  Η Επίδαυρος μάλιστα φέρει και μια ενέργεια πολύ δυνατή και ξεχωριστή. Είναι ένας τόπος ευλογημένος. Η ατμόσφαιρα αυτού του χώρου είναι πολύ έντονη και μαγική και οι δυναμικές του είναι πολύ ισχυρές. Δε θα μπορούσαν λοιπόν να μην επηρεάσουν το στήσιμο της παράστασης. Η παράσταση μας είναι φτιαγμένη για τον συγκεκριμένο χώρο και φυσικά και λαμβάνει υπόψη τις ιδιαιτερότητες, την ενέργεια, την ατμόσφαιρα αλλά και την ιστορία του. Όλα αυτά λειτουργούν για εμάς ως φορείς έμπνευσης αλλά και πιο συγκεκριμένα και κυριολεκτικά ως το σκηνικό που θα μας φιλοξενήσει.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ

ΝΤ: Έκανα αρκετά ταξίδια μέσα στην χρονιά, με τους συνεργάτες μου αλλά και μόνη μου, γιατί ήθελα πολύ να «καταλάβω» αυτό το μαγικό θέατρο που μας αποκαλύφθηκε σχετικά πρόσφατα και που ακόμα και τώρα εξακολουθεί να μας κρύβεται∙ λείπει όλο το άνω διάζωμα! Ένα ηλιόλουστο απόγευμα του Δεκέμβρη πέρασα κάποιες ώρες με τον μηχανικό και υπεύθυνο του θεάτρου κ. Καζολιά, να μου εκμυστηρεύεται πολύ σημαντικές πληροφορίες για την περιοχή γύρω από το θέατρο, για την χρήση του θεάτρου από τους αρχαίους και τους ρωμαίους, για την σύνδεση του θεάτρου με τη θάλασσα. Σήμερα λίγες μέρες πριν από την πρεμιέρα των «Δαναΐδων» συνειδητοποιώ πόσο υπόκωφα έχουν συμπεριληφθεί όλα αυτά τα ταξίδια και οι πληροφορίες στο στήσιμο της παράστασης. Με έχει συναρπάσει, ότι η αποκάλυψη των Δαναΐδων στο κοινό, συμπίπτει και με την αποκάλυψη κατά κάποιο τρόπο του θεάτρου. Δεν μπορώ ποτέ να στήσω μια παράσταση ερήμην των δυναμικών του χώρου και της ιστορίας του. Μ’ αρέσει πολύ να χρησιμοποιώ τις αποστάσεις, την ατμόσφαιρα και τα μυστικά του χώρου σαν βασικά συστατικά. Νιώθω ευγνώμων που το μυστήριο του θεάτρου της Μικρής Επιδαύρου μου επέτρεψε έστω και λίγο να το συναντήσω.

Νατάσσα Τριανταφύλλη: «Προσωπικά έχω την πίστη ότι όσο περισσότερο αντέχω να κουβαλάω το παρελθόν μου, την οικογένεια μου, τους φίλους μου, την ιστορία μου, τόσο αυξάνονται οι κατακτητικές μου δυνάμεις». Λένα Παπαληγούρα: «Για μένα το πιο δύσκολο και το πιο θαυμαστό είναι να προχωρά κάποιος και να συμπεριλαμβάνει το παρελθόν του».

Ποιο κατά τη δική σας γνώμη το πιο ισχυρό δίλημμα που θέτει η παράσταση και ποια η δική σας τοποθέτηση; ΝΤ: Αυτή η πολυπόθητη ισορροπία του να πηγαίνεις μπροστά, ενώ το βλέμμα σου είναι στραμμένο προς τα πίσω. Η κόρη που αναζητάει την καινούρια της ζωή, αλλά δεν μπορεί και να αφήσει τον πατέρα, ο πατέρας που μπροστά στην νέα συνθήκη του κατακτητή, γαμπρού Λυγκέα, δεν μπορεί να αποχωριστεί τις εξουσίες  του παρελθόντος και την κόρη του, ο νεαρός άντρας που ονειρεύεται την ειρήνη χωρίς να υπολογίζει τους πολέμους που εμπνέει. Η ενδιάμεση αυτή στιγμή που πρέπει να συνεχίσεις την πορεία σου ενώ οι αγαπημένοι σου, σου ζητάνε να μείνεις μαζί τους. Προσωπικά έχω την πίστη ότι όσο περισσότερο αντέχω να κουβαλάω το παρελθόν μου, την οικογένεια μου, τους φίλους μου, την ιστορία μου, τόσο αυξάνονται οι κατακτητικές μου δυνάμεις. Είμαι φτιαγμένη από όλους αυτούς, και αν προσποιηθώ ότι έχω ένα αυτεξούσιο ανεξάρτητο εαυτό είναι σαν να στερώ στον ευατό μου ενέργεια και πλευρές της ύπαρξης μου. Πολύ δειλό για το γούστο μου. Απ’ την άλλη ο ατίθασος εαυτός μου, είναι υποχρεωμένος να χαράσει καινούριες πορείες, καινούριους κόσμους, αλλά χρησιμοποιώ πάντα σαν όχημα το παρελθόν μου. Αλλιώς θα ήταν σαν να με αυτοακυρώνω.

ΛΠ: Ανακαλύπτει κανείς μελετώντας τις Δαναΐδες ότι τον Κάλβο εκτός από το θέμα της εθνικής ελευθερίας τον απασχολήθηκε εξίσου, αν όχι περισσότερο, το ζήτημα της υπαρξιακής ελευθερίας, θεματική που αποτελεί και τον βασικό δραματουργικό άξονα της τραγωδίας του. Οι ήρωες στο έργο αυτό παλεύουν για την ελευθερία τους μπλεγμένοι ανάμεσα στο παρελθόν και το μέλλον τους. Γράφει ο Σεφέρης για τον Κάλβο “…τον αισθάνομαι σαν ένα ανθρώπινο σχήμα που αγωνίζεται, με τις απελπισμένες χειρονομίες τυφλού, να παραμερίσει ένα αψηλό παραπέτασμα που τον σκεπάζει”. Για μένα αυτό ακριβώς είναι οι ήρωες του στην τραγωδία αυτή. Αγωνίζονται να παραμερίσουν το πέπλο που τους σκεπάζει για να βγουν στο φως, για να δουν καθαρά . Όντας δέσμιοι και εξαρτημένοι από το παρελθόν τους θέλουν να προχωρήσουν μπροστά όμως βασανίζονται από το δίλημμα παρελθόν ή μέλλον; Πως προχωράει κάποιος ; Πως αφήνει πίσω το παρελθόν του; Η Υπερμνηστρα είναι ερωτευμένη με το Λυγκεα αλλά δε μπορεί να εγκαταλείψει τον πατέρα της, ο πατέρας νιώθει το χρόνο να περνά και γαντζώνεται από το σκήπτρο και τις κόρες του, ο Λυγκεας επιθυμεί ειρήνη, αλλά την επιβάλλει με πόλεμο. Τυφλοί από τα πάθη τους όσο κι αν αγαπούν, όσο κι αν επιθυμούν ο ένας τον άλλον κλείνονται στον εαυτό τους.

Για μένα το πιο δύσκολο και το πιο θαυμαστό είναι να προχωρά κάποιος και να συμπεριλαμβάνει το παρελθόν του. Να το αφήνει αναγκαστικά πίσω αλλά να το κουβαλά μαζί του, μέσα του. Αυτό είναι αποτέλεσμα τεράστιας ψυχικής διαδρομής του καθενός μας . Θέλει γενναιοδωρία,ειλικρίνεια και αποδοχή . Μονάχα όμως έτσι ίσως μπορεί κάποιος κάποτε να είναι καλά με τον εαυτό του. Μονάχα έτσι μπορεί ίσως να επιτευχθεί η υπαρξιακή ελευθερία.

Οι Δαναΐδες, του Ανδρέα Κάλβου. Μετάφραση: Δημήτρης Αρβανιτάκης – Έφη Καλλιφατίδη, Σκηνοθεσία: Νατάσα Τριανταφύλλη, Σκηνικά: Εύα Μανιδάκη, Κοστούμια: Ιωάννα Τσάμη, Μουσική: Μonika, Δραματουργία: Έλενα Τριανταφυλλοπούλου, Φωτισμοί: Σάκης Μπιρμπίλης. Με τον Λάζαρο Γεωργακόπουλο, τη Λένα Παπαληγούρα και τον Άρη Μπαλή. Τραγουδά η Άρτεμις Μπόγρη. 2 & 3 Αυγούστου στις 21:30, Μικρό Θέατρο Αρχαίας Επιδαύρου.
Λίνα Ρόκου

Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Κέρκυρα. Το 1998 ήρθε στην Αθήνα για να σπουδάσει στο τμήμα Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού. Από το 2001 εργάζεται ως δημοσιογράφος.