Στην Νίκαια υπάρχουν ολόκληρα οικοδομικά τετράγωνα που αποτελούνται κυρίως από προσφυγικές κατοικίες. Οι γειτονιές αυτές αναπτύσσονται πάνω από τη λεωφόρο Λαοδικείας, παράλληλη της Πέτρου Ράλλη και οι οδοί έχουν όλες μικρασιάτικες ονομασίες – Αϊδινίου, Ικονίου, Μουδανιών, Σμύρνης. Πολλά από τα σπίτια είναι εγκαταλειμμένα από την δεκαετία του ’90 ακόμα και στέκονται ελαφρώς ρημαγμένα περιμένοντας κάτι αδιευκρίνιστο. Σε άλλα πάλι κατοικούν οικογένειες μεταναστών και Ρομά. Λίγα είναι τα προσφυγικά σπίτια στα οποία διαμένουν ακόμη 2ης και 3ης γενιάς πρόσφυγες από το μεγάλο διωγμό του 1922.
Μετά την Μικρασιατική καταστροφή, πλήθος προσφύγων – περί το 1.5 εκατομμύριο – αφίχθησαν στην ελληνική επικράτεια. Το κράτος προς την αφομοίωσή τους από τους γηγενείς δημιούργησε συνοικισμούς στις παρυφές των δομημένων πόλεων ή κι εκτός των συνόρων τους. Όπως αναφέρει η ιστορικός Αρχοντία Παπαδοπούλου στο βιβλίο της Αττική Νίκαια (Αθήνα 2009, Λεξίτυπον),«ο προσφυγικός συνοικισμός της Νίκαιας, με την ονομασία Νέα Κοκκινιά (μετονομάστηκε σε Νίκαια το 1939), συστάθηκε το στις 18 Ιουνίου 1923. Στην περιοχή στεγάστηκαν 6.390 οικογένειες σε 4.484 παραπήγματα, ενώ μέχρι το 1925 είχαν κτισθεί 10.000 δωμάτια για 45.000 οικογένειες. Μέχρι το 1928 οι κάτοικοι τις Νέας Κοκκινιάς ανέρχονταν σε 33.332, ενώ μέχρι το 1940 οι απογραφές δείχνουν πώς ο πληθυσμός της περιοχής άγγιζε τους 80.000 κατοίκους».
Έπειτα από ένα μεγάλο διάστημα κατά το οποίο οι πρόσφυγες ζούσαν σε επιταγμένα κτήρια ή πρόχειρα παραπήγματα, απαλλοτριώσεις γης έγιναν και τους εκχωρήθηκαν οικόπεδα, στα οποία πολλές φορές οι ίδιοι έχτισαν τις κατοικίες τους, των οποίων οι τύποι ποικίλουν. Στη γειτονιά που επισκεφτήκαμε, συναντήσαμε σχεδόν όλους τους τύπους προσφυγικών κατοικιών. Ρωτήσαμε την αρχιτέκτονα και πολεοδόμο του ΕΜΠ, Έφη Κουρσάρη, καθ’ ύλην αρμόδια για τις προσφυγικές κατοικίες, να μας πει λίγα λόγια για την δομή τους.
«Το συγκεκριμένο τμήμα όπου έγινε το ρεπορτάζ ανήκει σε ένα μεγάλο οικιστικό πρόγραμμα – ίσως το μεγαλύτερο στην Αττική, το οποίο ανάγεται στις πρώτες κινήσεις του Ταμείου Περίθαλψης Προσφύγων (και της μετέπειτα Επιτροπής Αποκατάστασης Προσφύγων) μαζί με τους συνοικισμούς της Καισαριανής, της Νέας Ιωνίας και του Βύρωνα, σε οικόπεδα που απαλλοτριώθηκαν και παραχωρήθηκαν από το κράτος. Η λογική της ΕΑΠ ήταν παραχώρηση ενός μονόχωρου διαμερίσματος περί τα 36-40 τ.μ., με μικρή κουζίνα και (συχνά) κοινό χώρο υγιεινής ανά οικογένεια, ανεξαρτήτως μελών. Στη Νίκαια, ιδιαίτερη κατηγορία αποτελούν τα “Γερμανικά” στη βόρεια πλευρά της συνοικίας, οι παράγκες από γερμανική ξυλεία και φύλλα αμιάντου – αποζημίωση του γερμανικού κράτους για τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο – οι οποίες κατοικούνται μέχρι και σήμερα. Επίσης, είναι και τα “Αρμένικα” κάτω από την οδό Πέτρου Ράλλη και ο “Καραβάς”.
Η τυπολογία των κατοικιών είναι εμφανώς επαναλαμβανόμενη στα οικοδομικά τετράγωνα με χωροθέτηση μονώροφων και διώροφων κτιρίων – πολυκατοικιών σε περιμετρική διάταξη γύρω από το οικοδομικό τετράγωνο, η οποία στον πυρήνα του οικισμού συνήθως συναντάται σε συνδυασμό τεσσάρων διώροφων και ενός ή δύο μονώροφων, με αποτέλεσμα τη διαμόρφωση εσωτερικού ακαλύπτου χώρου με κοινόχρηστες χρήσεις (π.χ. πλυσταριό).
Τα διώροφα κτίρια είναι πέτρινα κεραμοσκεπή και αποτελούνται από 16 μονόχωρες κατοικίες, με κοινόχρηστο εξώστη – διάδρομο και πρόσβαση στον όροφο από εξωτερικά κλιμακοστάσια σε συμμετρική διάταξη, χωροθετημένα στους πλαϊνους κοινοτικούς πεζοδρόμους. Τα μονώροφα περιλαμβάνουν 4 μονάδες μονόχωρων κατοικιών με κουζίνα, wc και αυλή. Τα κτίρια είναι κατασκευασμένα ως επί το πλείστον από φέρουσα λιθοδομή, πλάκες οπλισμένου σκυροδέματος, τοίχους από λιθοδομή ή οπτοπλινθοδομή και στέγη από γαλλικού τύπου κεραμίδια, με κάποια από τα υλικά κατασκευής προερχόμενα από το ακμαίο τότε πειραϊκό εργοστάσιο κεραμοποιίας Δηλαβέρη.
Ο σχεδιασμός ακολουθεί τη λογική του μοντέρνου κινήματος ως προς τη λειτουργικότητα και καθαρότητα των κατόψεων, η κτιριακή επεξεργασία ωστόσο, περιλαμβάνει στοιχεία όπως η επίστεψη, εδραζόμενη σε ραδινά ξύλινα υποστυλώματα και αντηρίδες, τα φουρούσια και τα ξύλινα κιγκλιδώματα των εξωστών, που φέρουν έντονα παραδοσιακό χαρακτήρα με καταβολές λαϊκής ή/και οθωμανικής αρχιτεκτονικής – πιθανά και με μια διάθεση υπαινιγμού από πλευράς σχεδιασμού στην καταγωγή των προσφύγων από περιοχές της Μικράς Ασίας και της Ανατολίας».
Περπατάμε στη γειτονιά, ενώ φανταζόμαστε τις εικόνες που βαραίνουν την ιστορία της. Από μισάνοιχτα παράθυρα αναδύεται η μυρωδιά τσιγαρισμένου κρεμμυδιού, γάτες γυροφέρνουν στα πόδια ηλικιωμένων κυριών που στέκονται κι ανταλλάσσουν δύο βιαστικές κουβέντες στο πλατύ πεζοδρόμιο. Κάτι από την Ανατολή υπάρχει ακόμα στις προσφυγική γειτονιά της Νίκαιας, ακόμα και αν οι Μικρασιάτες είναι πια λιγότεροι από τα σπίτια τους.
Ο κύριος Δημήτρης, συνταξιούχος ελαιοχρωματιστής, έχει καταγωγή από το Αϊδίνιο και μένει σε προσφυγική κατοικία όλη του την ζωή. «Η γυναίκα μου μεγάλωσε εδώ που ο πατέρας της ήταν από την Σμύρνη, εγώ μεγάλωσα επίσης σε προσφυγικό σπίτι στον Άγιο Μηνά. Η μητέρα μου και ο πατέρας μου ήταν από το Αϊδίνιο. Εδώ έγιναν αναγκαστικά καταλύματα, μονές ή διπλές κατοικίες. Είχε υποχρέωση το κράτος κάποια στιγμή να τα γκρεμίσει και να φτιάξει σύγχρονα, αλλά φυσικά τα λεφτά αυτά φαγώθηκαν. Αυτό το σπίτι που μένω, αποτελείται από 16 διαμερίσματα. Οκτώ επάνω, μπρος – πίσω, και άλλα οκτώ κάτω. Κάθε σπίτι είναι 42 τ.μ., αλλά έχει 60 πόντους ντουβάρι. Με τους σεισμούς δεν πάθανε τίποτα. Είναι πέτρα αυτά. Το πέτρινο κρατάνε μέχρι να φύγει μια μέτρα, αν φύγει μια μετά θα φύγουν όλες. Άλλοι τα φτιάξανε κάπως καλύτερα, άλλοι τα δώσανε στα παιδιά τους, αλλά τα εγκαταλείψανε, γιατί στην ουσία μισό δωμάτιο είναι αυτά τα σπίτια, δεν είναι λειτουργικά. Πρώτα οι μετανάστες που νοικιάζανε αυτά τα σπίτια, τα συντηρούσαν και δε ρημάζανε, αλλά τώρα φύγανε και αυτοί με την ανεργία. Βέβαια, έχει ακόμα αρκετούς και πολλούς Ρομά. Είναι δύσκολο να επικοινωνήσεις μαζί τους, άλλη γλώσσα, άλλη κουλτούρα. Αλλοιώθηκε έτσι το προσφυγικό στοιχείο με τα χρόνια. Έχει αλλάξει και το πολιτικό. Εδώ, στην Καισαριανή, στην Νέα Ιωνία, στο Κερατσίνι επικρατούσε το ΚΚΕ, ας πούμε στις δημοτικές εκλογές. Τώρα μέχρι και η Χρυσή Αυγή έχει μεγάλη επιρροή».
Η κοκέτα κυρία Άννα θυμάται τη μητέρα της να της λέει ότι ήρθαν με τον άντρα της ως διώξιμοι πρόσφυγες, χωρίς τίποτα στα χέρια τους. «Θυμάμαι που μου έλεγε η μαμά μου ότι το σπίτι τους μετά στη Νεάπολη το εποίκισε ο Χότζας. Ήταν τόσο ωραίο. Εδώ ήρθαν επί ξύλου κρεμάμενοι ενώ οι ανταλλάξιμοι πρόλαβαν να πάρουν πράγματα από τις περιουσίες τους μαζί τους. Η μαμά μου ήταν από την Νεάπολη και ο μπαμπάς μου από τη Σινασό της Καππαδοκίας.»
Η κυρία Δέσποινα με καταγωγή από τον Πόντο, εκφράζει το παράπονό της για την κατάσταση των προσφυγικών κατοικιών. «Τα προσφυγικά σπίτια ήταν τα πιο ωραία. Τώρα πια είναι σχεδόν όλα εγκαταλελειμμένα, με μεγάλα προβλήματα και ετοιμόρροπα. Ο μπαμπάς μου εμένα ήρθε από τον Πόντο. Στο οικόπεδο που του παραχωρήθηκε έκτισε την προσφυγική κατοικία που σήμερα εγώ νοικιάζω σε μια οικογένεια Αιγύπτιων. Το από πάνω σπίτι όμως δεν έχει παραχωρηθεί πουθενά και ανήκει στο δημόσιο. Είναι χάλι και κινδυνεύει να πέσει στο κεφάλι των ανθρώπων. Τρέχω όλα αυτά τα χρόνια και δεν βρίσκω καμία άκρη. Αργότερα έχτισα εγώ μπροστά το δικό μου σπίτι. Δεν ήθελα να φύγω από την γειτονιά, γιατί εδώ έμενε η μαμά μου. Με αυτόν τον τρόπο νιώθω πάντα κοντά της».
Πέρα από τις τρυφερές και συγκινητικές αναμνήσεις που μοιράστηκαν μαζί μας οι κάτοικοι, περιγράφοντας το παρελθόν μιας γειτονιάς που μοιάζει να έχει ξεπηδήσει από ταινία της Φίνος Φιλμ, ακούσαμε και κάποιες απόψεις που αντικατοπτρίζουν τα κοινωνικά προβλήματα της Νίκαιας, αλλά και των γύρω περιοχών. Η εθνοτική σύσταση τέτοιων γειτονιών, άλλαξε ραγδαία τα τελευταία χρόνια. Όπως μας είπαν και οι κάτοικοι, οι περισσότεροι πρόσφυγες έχουν πεθάνει εδώ και δεκαετίες, τα παιδιά τους και τα εγγόνια τους, είτε έχουν εγκαταλείψει τα σπίτια αυτά, είτε τα νοικιάζουν σε μετανάστες. Έτσι στην περιοχή μπορεί να συναντήσει κανείς ανθρώπους από την Αλβανία, Ρομά, Μπαγκλαντεσιανούς scrappers, Γεωργιανούς και Αιγύπτιους. Οι απόψεις των κατοίκων για αυτή την εξέλιξη ποικίλουν. Αρκετοί ήταν εκείνοι που μας αντιμετώπισαν καχύποπτα και όταν τους ρωτούσαμε για την γειτονιά τους δεν παρέλειπαν να τονίζουν το γεγονός πως «έχει γεμίσει μετανάστες» και πως από τότε έχουν αλλάξει πολύ τα πράγματα. «Παλιά είχαμε ξεκλείδωτες τις πόρτες και τώρα φοβόμαστε», μας είπε ένας νεαρός πατέρας που μόλις είχε πάρει τα παιδιά του από το σχολείο.
Να δούμε τι λένε όμως και οι νέοι κάτοικοι της περιοχής. Ο Διογένης είναι από την Αλβανία και μένει στην Νίκαια εδώ και 18 χρόνια. Δηλώνει πολύ χαρούμενος που μένει σε αυτή την γειτονιά. «Είναι το σπίτι μου αυτή η γειτονιά, εδώ έχω μεγαλώσει από πιτσιρικάς, είναι δύσκολο να φύγεις. Είναι πολύ ήσυχα σε σχέση με άλλες γειτονιές. Εδώ είναι πιο καλά από εκεί που μεγάλωσα, δε θα γύριζα πίσω στην Αλβανία να ζήσω, έχω συνηθίσει εδώ. Με όλους στην γειτονιά είμαστε φίλοι. Εμένα δε μου έχει συμβεί ποτέ κάποια ρατσιστική επίθεση, αλλά ήταν τα γραφεία της ΧΑ εδώ πιο κάτω τους έβλεπα που βγαίναν έξω φωνάζοντας συνθήματα. Δεν φοβήθηκα όμως. Δεν θα διώξουν αυτοί τον κόσμο. Υπάρχουν αρμόδιες υπηρεσίες για αυτό».
Οι πολιτισμικές προσμίξεις, η μυρωδιά από το σαπισμένο ξύλο ανάμεικτη με το άρωμα από τις νεραντζιές που ανθίζουν δειλά, ο θόρυβος της βροχής πάνω στα ελενίτ κάνουν την προσφυγική γειτονιά της Νίκαιας να μοιάζει με μια ανεξάρτητη δυστοπία μέσα στην πόλη. Μια δυστοπία γεμάτη παράδοξα, όπου άλλοι άνοιξαν την πόρτα τους για να μας κεράσουν γλυκό του κουταλιού και άλλοι κρύφτηκαν γρήγορα, ρίχνοντάς μας μια κλεφτή καχύποπτη ματιά, πίσω από την κουρτίνα του παραθύρου τους.
δείτε όλες τις φωτογραφίες της Ασπασίας Κουλύρα στην παρακάτω γκάλερι