Categories: ΠΟΛΗ

Πέντε χρόνια Νέο Μουσείο της Ακρόπολης

Mια λαμπερή καλοκαιρινή μέρα, πριν πέντε χρόνια, εγκαταστάθηκε πανηγυρικά στη ζωή της πόλης το Νέο Μουσείο για την Ακρόπολη και για τα γλυπτά του Παρθενώνα. Από τότε, πλήθος κόσμου έχει επισκεφτεί το «σπίτι» του κορυφαίου ελληνικού αρχαιολογικού θησαυρού, προκειμένου να θαυμάσει τη μόνιμη συλλογή, αλλά και τις προσωρινές εκθέσεις, που εμπλουτίζουν το πρόγραμμά του. Κι αυτό, για τους περισσότερους, έχει συμβεί περισσότερες από μία φορές, καθώς αυτό το συγκεκριμένο Μουσείο, διαθέτει μια ικανότητα μοναδική στον κόσμο: Κάνει τον επισκέπτη να νιώθει τη διαρκή ανάγκη να επιστρέψει.

Πρόκειται άρα για την επιβεβαίωση μιας ασίγαστης ανθρώπινης ανάγκης να γυρνά ο νους πίσω στο χρόνο, για να παίρνει δύναμη, προκειμένου να αντιμετωπίσει το μέλλον; Πολύ πιθανό, καθώς, η επίσκεψη στους χώρους του Νέου Μουσείου Ακρόπολης συχνά αφήνει την αίσθηση της εισόδου σε ιερό τόπο. Διότι, παρόλο που αποτελεί ένα από τα κορυφαία δείγματα της σύγχρονης αρχιτεκτονικής, με έντονο εξωστρεφή χαρακτήρα, καταφέρνει θαυμάσια να εναρμονιστεί με την αρχαία ενέργεια του χώρου, στον οποίο στέκεται. Κι έτσι, πολύ φυσικά κι αβίαστα, αναδεικνύεται στην ιδανική στέγη για τα περίφημα κλασσικά γλυπτά που φιλοξενεί στις αίθουσές του. Το γεγονός ότι οι θησαυροί της Ακρόπολης βρίσκονται συγκεντρωμένοι σε ένα μέρος, με άριστες συνθήκες φυσικού φωτός, λόγω της εκτεταμένης χρήσης γυαλιού στις προσόψεις, με ταυτόχρονη θέα στον Ιερό Βράχο (η οποία στα ανώτερα επίπεδα είναι σχεδόν πανοραμική) ενισχύει την αίσθηση ότι ήταν από πάντα εκεί.

Προφανώς όχι σαν φυσική παρουσία, αλλά ως πάγιο και διαχρονικό αίτημα της Αθήνας, ως μια διαρκής ανάγκη. Μια ανάγκη που έχει βαθιές ρίζες πίσω στο 1976, οπότε και διαπιστώθηκε ότι το υπάρχον Μουσείο δεν μπορούσε να ανταπεξέλθει ικανοποιητικά στα μεγάλα πλήθη των επισκεπτών του. Τότε, επί πρωθυπουργίας του Κ. Καραμανλή, οριοθετήθηκε επίσημα ο χώρος στον οποίο τελικά κτίστηκε το Νέο Μουσείο. Αργότερα, στη δεκαετία του ’80, το αίτημα έγινε ακόμη πιο ηχηρό, όταν η πληθωρική Μελίνα Μερκούρη έθετε επίσημα το θέμα της επιστροφής των Μαρμάρων και οι άκαμπτες βρετανικές αρχές απαντούσαν ότι η Ελλάδα δεν διέθετε τον κατάλληλο μουσειακό χώρο στον οποίο θα μπορούσαν να στεγαστούν. Τώρα, πλέον, αυτό το επιχείρημα δεν ευσταθεί. Το Νέο Μουσείο της Ακρόπολης καταλαμβάνει μια συνολική έκταση 25.000 τ.μ., διαθέτοντας εκθεσιακούς χώρους 14.000 τ.μ. (10 φορές μεγαλύτερους από ότι το παλιό Μουσείο) για την καλύτερη ανάδειξη των γλυπτών, πολλούς καινοτόμους τρόπους που υποστηρίζουν αυτό το στόχο και γενικά όλες τις υπηρεσίες που απαιτούνται από ένα σύγχρονο μουσείο, παγκόσμιας κλάσης.

Από το 2000, οπότε και ανακοινώθηκε η πρόσκληση για συμμετοχή των ενδιαφερομένων σε διεθνή αρχιτεκτονικό διαγωνισμό για το σχεδιασμό του Νέου Μουσείου (το βραβείο κέρδισαν ο Bernard Tschumi και ο Μιχάλης Φωτιάδης), πέρασαν 9 ολόκληρα χρόνια με συνεχείς εργασίες, για την κατασκευή, την απαλλοτρίωση και τις απαιτούμενες αρχαιολογικές ανασκαφές, προκειμένου να αναδειχτούν οι αρχαιότητες, οι οποίες βρίσκονταν στα θεμέλιά του. Το αποτέλεσμα «έκλεισε» τα στόματα και των πιο δύστροπων, καθώς παραδόθηκε ένα Μουσείο λουσμένο στο φως, που φιλοξενεί 4.000 εκθέματα. Πολλά από αυτά, μάλιστα, δεν έχουν εκτεθεί ποτέ στο κοινό.

Η πρώτη έκπληξη για τον επισκέπτη είναι τα σωζόμενα αρχαιολογικά κατάλοιπα ιδιωτικών σπιτιών και εργαστηρίων που απλώνονταν στους νότιους πρόποδες της Ακρόπολης κατά τη διάρκεια των ιστορικών χρόνων. Η αρχαιολογική σκαπάνη τα έφερε στο φως κατά τη διάρκεια των ανασκαφών, που προηγήθηκαν της κατασκευής του κτιρίου, στο κατώτερο επίπεδο του Μουσείου. Μπορεί να τα θαυμάσει κανείς, απλά με το να στέκεται πάνω τους, κοιτώντας τα μέσα από το, ειδικά κατασκευασμένο για αυτό το σκοπό, γυάλινο δάπεδο.

Όμως, το πρώτο μεγάλο σύνολο εκθεμάτων υποδέχεται κάποιον στο επίπεδο της εισόδου. Σε μια ευρύχωρη αίθουσα, με κεκλιμένο δάπεδο, η οποία μιμείται την ανηφορική οδό προς τον Ιερό Βράχο, παρουσιάζονται τα ευρήματα από τις κλιτύς της Ακρόπολης. Πρόκειται για χρηστικά αντικείμενα καθημερινής χρήσης τα οποία έχουν σωθεί και φωτίζουν πολλές πλευρές της ζωής των ανθρώπων, που τα δημιούργησαν και τα χρησιμοποίησαν στο πέρασμα του χρόνου.

Τα έργα της Αρχαϊκής Εποχής 

Στη συνέχεια ακολουθούν τα έργα της Αρχαϊκής Εποχής, καθώς η ιστορία της Ακρόπολης εκτείνεται ιστορικά πολύ πιο πίσω από την κατασκευή του Παρθενώνα και των υπόλοιπων ναών. Τα βλέμματα όλων αιχμαλωτίζει το ογκώδες, πώρινο αέτωμα με τα λιοντάρια που κατασπαράζουν έναν ταύρο και πλαισιώνονται από δύο παραστάσεις: αυτή του Ηρακλή που παλεύει με τον Τρίτωνα και εκείνη του τρισώματου δαίμονα, που κρατά στα χέρια του τα σύμβολα του νερού, της φωτιάς και του αέρα. Σημαντικά έργα της ίδιας ενότητας είναι οι Κόρες, τα μαρμάρινα αγάλματα νεαρών γυναικών σε αυστηρή όρθια στάση και έκφραση, που δίνουν πολύτιμες πληροφορίες για την ενδυμασία και τον τρόπο λατρείας της εποχής. Το πιο δημοφιλές άγαλμα της συλλογής είναι η αποκαλούμενη Πεπλοφόρος, η οποία λόγω των χρωματικών υπολειμμάτων της, αποτελεί σπουδαίο αντικείμενο της επιστημονικής έρευνας, για το χρώμα στα αρχαία γλυπτά. Λιγότεροι, αλλά το ίδιο ξεχωριστοί, είναι και οι Κούροι, δηλαδή τα ανδρικά μαρμάρινα αγάλματα, με κορυφαίο το Μοσχοφόρο. Το άγαλμα αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό, διότι σε μια εποχή που τα σχήματα δε διδάσκονταν, ο γλύπτης κοιτώντας απλά τη φύση και αποδεικνύοντας το τεράστιο ταλέντο του, αποτύπωσε τη ζωντάνια του ζώου που κουβαλά η μορφή του άνδρα με εκπληκτική λεπτομέρεια.

Ακολουθεί η εισαγωγή του επισκέπτη στα έργα του Αυστηρού Ρυθμού και η ομαλή μετάβαση στα αριστουργήματα της Κλασικής Εποχής με χαρακτηριστικά δείγματα ανυπολόγιστης ιστορικής και καλλιτεχνικής αξίας τη Νίκη του Καλλίμαχου, τον Έφηβο του Κριτία, την Κόρη του Ευθυδίκου, τον Ξανθό Έφηβο και το μνημειώδες ανάγλυφο της Σκεπτόμενης Αθηνάς.

Στο βορειοδυτικό τμήμα της αίθουσας βρίσκονται εκθέματα που ακολουθούν χρονολογικά την κατασκευή του Παρθενώνα και τα οποία ο επισκέπτης βλέπει μετά την αίθουσα που φέρει το όνομα του ομώνυμου Ναού. Χωρίζεται σε τέσσερις δομικές ενότητες. Στην πρώτη, που αποκαλείται ενότητα των Προπυλαίων, παρουσιάζονται αρχιτεκτονικά μέλη από τα Προπύλαια και σχετικές επιγραφές. Στη δεύτερη, την ενότητα της Αθηνάς Νίκης, παρουσιάζονται τα γλυπτά του θωρακίου και της ζωφόρου του ομώνυμου κτίσματος, ενώ στην Τρίτη, την ενότητα του Ερεχθείου παρουσιάζονται οι ζωφόροι, οι Καρυάτιδες και οι οικοδομικές επιγραφές του λατρευτικού χώρου των χθόνιων θεοτήτων. Στο τέλος, ο επισκέπτης μπορεί να θαυμάσει την ενότητα των Μεταπαρθενώνειων και μεταγενέστερων έργων (Ελληνιστική Εποχή και της Ρωμαιοκρατία) που αποδεικνύουν την ακατάπαυστη λειτουργία του χώρου, από την ύστερη αρχαιότητα έως και τους πρώτους χριστιανικούς χρόνους.

Το «ταξίδι», όμως κορυφώνεται στον τελευταίο όροφο του Μουσείου, στον οποίο χωροταξικά βρίσκεται και ο πυρήνας του κτηρίου. Εκεί στην αίθουσα του Παρθενώνα, η οποία έχει τις ίδιες διαστάσεις με τον φημισμένο Ναό, ο νους ταξιδεύει πίσω στο παρελθόν, καθώς οι μετόπες αφηγούνται την ιστορία των μυθικών μαχών θεών και ανθρώπων (Κενταυρομαχία, Γιγαντομαχία, Αμαζονομαχία και Τρωϊκός πόλεμος), ενώ η Ζωοφόρος μιλά για την ιστορία της Πομπής των Παναθηναίων. Τα πρωτότυπα γλυπτά συνδυάζονται με εκμαγεία αυτών που βρίσκονται σε μουσεία του εξωτερικού (κυρίως στο Βρετανικό Μουσείο). Παράλληλα, τα θαυμάσια δυτικά και ανατολικά αετώματα μιλούν για την ελληνική μυθολογία, πάντα όμως σε σχέση με την ιστορία της πόλης (γέννηση της Αθηνάς από το κεφάλι του Δία, παρουσία των άλλων θεών και ηρώων και διαμάχη Ποσειδώνα και Αθηνάς για την Αττική). Στο ενδιάμεσο, όποιος επιθυμεί, μπορεί να αποκτήσει περαιτέρω γνώση, σχετικά με τη ζωή στην Ακρόπολη κατά την αρχαιότητα, μέσα από τακτικές προβολές σχετικών ταινιών στο αμφιθέατρο και στο σαλόνι πληροφόρησης

Τα Plus του Μουσείου 

Φιλόξενος είναι και ο χώρος του εστιατορίου του Μουσείου, στον οποίο ο επισκέπτης μπορεί να απολαύσει το γεύμα ή τον καφέ του κοιτώντας από μια προνομιακή θέση την Ακρόπολη, ενώ ιδιαίτερη αναφορά πρέπει να γίνει στα όμορφα και πρωτότυπα αναμνηστικά που μπορεί κάποιος να προμηθευτεί από τα δύο πωλητήρια του Μουσείου. Ανάμεσα σε αυτά που δεν πρέπει να χάσει κανείς είναι οι τρισδιάστατες προβολές στην Αίθουσα Εικονικής Πραγματικότητας στο ισόγειο του Μουσείου Ακρόπολης της ταινίας «Η Ακρόπολη στην Αρχαιότητα» και τα αρχαιολογικά οικογενειακά παιχνίδια όπου, παιδιά και γονείς, έχουν τη δυνατότητα είτε να χρωματίσουν την πεπλοφόρο με τα αρχαϊκά χρώματα (διότι τα αγάλματα,  όπως τονίζουν όλοι πια, ήταν χρωματιστά!) ή να αναζητήσουν τη θεά Αθηνά και τα σύμβολά της, μέσα από 3 διαφορετικές περιπέτειες αναγνώρισης, πάντα στους χώρους του Μουσείου.

«Ζώντας» με τις Καρυάτιδες 

Σπουδαία εμπειρία, επίσης, είναι η ζωντανή παρακολούθηση της συντήρησης και αποκατάστασης που αφορά στις Καρυάτιδες, δηλαδή τις Κόρες της νότιας πρόστασης του Ερεχθείου. Σε μια ειδικά σχεδιασμένη πλατφόρμα, που επιτρέπει την απομόνωση κάθε αγάλματος, εφαρμόζεται μια πρωτοποριακή τεχνική καθαρισμού με λέιζερ, δίνοντας για πρώτη φορά τη δυνατότητα στους επισκέπτες να έχουν άμεση επαφή με διαδικασίες, οι οποίες μέχρι τώρα ήταν απροσπέλαστες, καθώς γίνονταν σε απομονωμένα εργαστήρια συντήρησης. Ιδιαίτερα ατμοσφαιρικές, στην αυλή του Μουσείου, τους καλοκαιρινούς μήνες, και σε κάποιους εσωτερικούς χώρους τους χειμερινούς (στο ισόγειο ή στον εξώστη του δευτέρου ορόφου με θέα στην Αρχαϊκή Αίθουσα), είναι οι συναυλίες που πραγματικά μαγεύουν το κοινό, κατορθώνοντας να εντάξουν έξοχα και τη μουσική στο σύνολο της εκτιθέμενης Τέχνης.

Τα «παράσημα»

Οι διακρίσεις για το Νέο Μουσείο Ακρόπολης ξεκίνησαν από πολύ νωρίς. Το 2010 κατατάχτηκε από τη διεθνή καλλιτεχνική επιθεώρηση «The Art Newspaper» στην 25η θέση, ανάμεσα στα 100 πιο δημοφιλή μουσεία τέχνης στον κόσμο. Την ίδια χρονιά, σε διαγωνισμό της Ένωσης Δημοσιογράφων Τουριστικών Συντακτών της Μεγάλης Βρετανίας, ψηφίσθηκε ως το Καλύτερο Μουσείο του κόσμου. Το 2011 το κτήριο του Νέου Μουσείου βρέθηκε ανάμεσα στις έξι επικρατέστερες υποψηφιότητες, για το βραβείο σύγχρονης αρχιτεκτονικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης «Mies van der Rohe», ενώ πιο πρόσφατα, η βρετανική εφημερίδα Sunday Times κατέταξε το Μουσείο της Ακρόπολης στην 3η θέση μεταξύ των 50 καλύτερων μουσείων του κόσμου.

Κι όλα αυτά τα ευχάριστα την ώρα που, αρκετά χρόνια πριν και κατά τη διάρκεια κατασκευής του Μουσείου, είχε ξεσπάσει έντονη διαμάχη σχετικά με τα σχέδια για το Νέο Μουσείο και το κατά πόσο ήταν θεμιτό να κατασκευαστεί αυτό στον αρχαιολογικό χώρο. Θέμα αποτελούσε επίσης το αν το μεγάλο και μοντέρνο κτίριο θα κατάφερνε τελικά να ενταχθεί στο περιβάλλον με επιτυχία.

Το 2007, δημιουργήθηκε ακόμη μια διαμάχη σχετικά με την κατεδάφιση δυο διατηρητέων, στους αριθμούς 17 και 19 της οδού Διονυσίου Αρεοπαγίτου, η οποία έληξε χωρίς αυτά να κατεδαφιστούν. Δύο χρόνια μετά νέο αντικείμενο έντονης αντιπαράθεσης υπήρξε η απόφαση να λογοκριθεί το βίντεο του διεθνούς φήμης σκηνοθέτη Κώστα Γαβρά, λόγω του ότι απέδιδε τις καταστροφές που υπέστη τον 6ο αιώνα μ.Χ. ο Παρθενώνας στους χριστιανούς (η απόφαση λογοκρισίας άρθηκε μετά διεθνείς, έντονες διαμαρτυρίες και το φιλμ προβάλλεται κανονικά πλέον) .

Ίσως τα παραπάνω γεγονότα να δίνουν σε αυτό το στολίδι της Αθήνας κι ένα τιμητικό τίτλο ακόμη. Εκείνο του Μουσείου που, σε τόσο λίγο χρονικό διάστημα, κατάφερε να κάνει τους πάντες να μιλούν για αυτό. Το μόνο σίγουρο πάντως είναι ότι, σε καιρούς δύσκολους, τούτο το τολμηρό εγχείρημα κατάφερε να γίνει θεσμός κι ας μην ήταν δεδομένο, όταν ξεκίνησε να λειτουργεί. Με την πάροδο όμως των χρόνων και φυσικά με την επίπονη και σκληρή προσπάθεια των ανθρώπων που εργάζονται σε αυτό θεωρώντας το οικογένειά τους, κατέκτησε τις καρδιές όλων όσων το επισκέφτηκαν. Όπως αυτή του τουρίστα στη Διονυσίου Αρεοπαγίτου, που πριν λίγες μέρες, συνεπαρμένος προφανώς από την ξενάγηση, δήλωνε μεγαλόφωνα: «Αυτό το Μουσείο δεν μοιάζει με κανένα. Είναι το ίδιο το Φως».

Γιώτα Παναγιώτου

Share
Published by
Γιώτα Παναγιώτου