Πρώτη φορά την είδα στα τέλη της άνοιξης. Ήταν ελαφρώς ηλιοκαμένη, τονίζονταν οι φακίδες του κορμιού της με αυτή την καραμελένια απόχρωση που είχε πάρει. Τα μαλλιά της με το ζόρι έφταναν τους ώμους και θαρρώ πως παρατήρησα και κανα δυο άσπρες τρίχες. Τα χείλη της όμως, που έμοιαζαν με ένα σύκο που κάποιο ανυπόμονο παιδί άνοιξε στα δύο, μισάνοιχτα, περίμεναν τα φιλιά μου. Η θάλασσα έγλειφε τους γλουτούς της και εγώ τη ζήλεψα. Ήταν η Θεσσαλονική τον περασμένο Μάη, στην πρώτη απόβαση της Popaganda στο βορρά κι εγώ, που ενθουσιασμένη σαν σχολιαρόπαιδο, την αγάπησα χωρίς να ξέρω αν θα την ξαναδώ σύντομα. Τελικά έμελλε η συμπρωτεύουσα να είναι ο πρώτος σταθμός του εορτασμού των 2 χρόνων Popaganda. Στις 18 Σεπτεμβρίου κλείσαμε δύο χρόνια επιτυχημένης πορείας και σας είχαμε υποσχεθεί δύο μεγάλα πάρτι. Το ένα το βίωσαν τα καρντάσια μας το περασμένο Σάββατο 14/11 σε ένα από τα πιο όμορφα μαγαζιά της Θεσσαλονίκης, το μπορντ \\ ντε λό και αυτό το Σάββατο 21/11 θα χορέψουμε όλοι μαζί στον Πολυχώρο Πολιτισμού Αθηναϊς, εδώ στην Αθήνα, που θα προδίδω πάντα για την μεγαλύτερη αντίζηλό της.
Δεν είναι απαραίτητα η παραλία, «έχουμε και εμείς τη Ριβιέρα» ίσως ξινίσει κάποιος. Δεν είναι τα Λαδάδικα, η Ροτόντα, οι ζεστοί άνθρωποι, το κολασμένο φαγητό, η αυθεντική μπουγάτσα. Είναι επειδή δεν την έχεις. Η Θεσσαλονίκη είναι ο μεγαλύτερος επίγειος πειρασμός, όταν είσαι «παντρεμένος» με μια άλλη πόλη, ακόμα και Ευρωπαϊκή. Έχει κάτι που δεν έχει καμία άλλη και νομίζω ότι αυτό είναι ο έρωτας. Είναι μια πόλη με αέρα φτιαγμένο από τα βογκητά εραστών, από «αχ» για μονόπλευρους έρωτες, από αναστεναγμούς απελπισίας και τρέλας για εκείνο τον «άλλο», αυτόν που θα περπατήσεις μαζί του κατά μήκος του Θερμαϊκού τα ξημερώματα, αδιαφορώντας για την υγρασία που σου γαργαλάει το κορμί, πριν το κάνουν τα χέρια του.
Διάφορες συγκυρίες έκαναν το ταξίδι στην Θεσσαλονίκη για τρία μέλη του Popaganda team – συμπεριλαμβανομένης και της υπογράφουσας – κόλαση. Η ομίχλη που είχε απλωθεί πάνω από το «Μακεδονία» δεν επέτρεψε στο αεροπλάνο μας να προσγειωθεί και στις 11 το πρωί ήμαστε και πάλι πίσω στο «Ελευθέριος Βενιζέλος». Πολλοί γέλασαν με το πάθημά μας και ακόμα περισσότερο όταν έμαθαν ότι αποφασίσαμε να πάρουμε το ΚΤΕΛ που μας πρόσφεραν ως εναλλακτική από την εταιρία. Τίποτα δε μας κρατούσε μακριά από τη Σαλούκα. Μια ατάκα μας κράτησε σε όλο το ταξίδι. «Τι θα έχουμε να λέμε αύριο – μεθαύριο στα παιδιά μας;» και ενώ κανένας μας δεν είναι πρόθυμος να τεκνοποιήσει, τουλάχιστον σύντομα, το τραβήξαμε ως τα άκρα και μετά από σχεδόν 16 ώρες (καθώς είχαμε ξεκινήσει για το αεροδρόμιο από τις 03:30 το πρωί) φτάσαμε, στο εξωτικό Κορδελιό, εκεί όπου βρίσκονταν το διαμέρισμα όπου θα διαμέναμε. «Αδικημένη η δυτική Θεσσαλονίκη», μου λέει ο Παναγιώτης, ο ιδιοκτήτης του σπιτιού, μόλις μας υποδέχεται, «γράψε δυο καλά λόγια».
Το Κορδελιό δεν είναι όμορφο. Είναι βιομηχανικό, γκρίζο, άνευρο, σχεδόν καταθλιπτικό, αλλά έχει μια έντονη γοητεία, αυτή της λησμονιάς άλλων δεκαετιών. Πλην των άλλων φυσικά – όπως δύο λεωφορεία για να προσεγγίσουμε το κέντρο και άλλα δεινά – ενθάρρυνε λογοπαίγνια και αστεία όπως «κορντ \\ ντε λιό» (κατά το μπορντ \\ ντε λό, όπου διεξήχθη το πάρτι), το όμοιο με τίτλο άρθρου της Popaganda (γιατί λατρεύουμε να αυτοσαρκαζόμαστε) «Είναι το Κορντ \\ ντε λιό το νέο μπροντ \\ ντε λό;», «εξωτικό Κορδελιό» και «το Κορδελιό είναι το Williamsburg της Θεσσαλονίκης».
Εκεί που έχεις κοιμηθεί και έχεις φάει ελάχιστα, έχεις βρει αντοχές που αγνοούσες ότι διαθέτεις, έρχεται η συγκλονιστική αυτή πόλη και μισοανοίγει τη μεταξωτή μαύρη ρόμπα της, αποκαλύπτοντας ένα μικροσκοπικό cafe – bar, το Cafe Bazzar λίγο πιο κάτω πλατεία Άθωνος και σου παίρνει κάθε υποψία κούρασης. Όταν δε, βλέπεις ότι ο μπάρμαν δεν πιάνει στο χέρι του μεζούρα και ρίχνει το ουίσκι στο ποτήρι με το μάτι, καταλαβαίνεις ότι οι βραδιές σου θα πάνε καλά. Την ώρα που το κεχριμπαρένιο ποτό προσγειώνεται χωρίς να το εμποδίσει καμία ομίχλη πάνω στα παγάκια που ξεκουράζονταν στο ποτήρι, βρίσκω τον υπότιτλο αυτού του Nightcrawler, «η πόλη χωρίς μεζούρα»,γιατί η Θεσσαλονίκη δεν έχει μέτρο πουθενά. Όλα τα κάνει στο μέγιστο βαθμό, σαν μια διψασμένη για αδρεναλίνη γυναίκα.
Η Παρασκευή λήγει με χορό στο Berlin ή τουλάχιστον με κάτι που μοιάζει με χορό καθώς τα πόδια μας πονάνε τόσο, που κουνιόμαστε από τη μέση και πάνω. Το Σάββατο είναι το πάρτι μας, πρέπει να ξεκουραστούμε. Πριν από το πάρτι προσπαθούμε να δούμε όση περισσότερη Θεσσαλονίκη μπορούμε για αυτό και επιδιδόμαστε σε μια τρομερή μπαρότσαρκα. Ελ Πάσο (ένα όνειρο που έγινε πραγματικότητα), Elephants, 4 Εποχές, Coo, Ladoze και έπειτα στο πάρτι του Φεστιβάλ.
Φτάνουμε στο πάρτι μας στο μπορντ \\ ντε λό και σχεδόν δε χωράμε να μπούμε. Μας υποδέχεται ένας μεγάλος προτζέκτορας που δίχνει όλα μας τα εικαστικά των τελευταίων δύο χρόνων που έχει επιμεληθεί το όμορφο και ταλαντούχο κορίτσι που ακούει στο όνομα Κατερίνα Καραλή. Συγκινούμαστε, όμως τα tunes που επιλέγουν οι φίλοι μας και local DJ heroes Γιάννης Δρίζης και Nadja δεν μας αφήνουν χώρο για δράματα και εμφανώς πιο ξεκούραστοι από την Παρασκευή, ξεκινάμε το χορό που κράταει ως τις πρώτες πρωινές ώρες, χωρίς διάλειμμα (με φωτεινή εξαίρεση τη Ζωή Παρασίδη που πήρε έναν υπνάκο της μισής ώρας στον καναπέ του πάνω ορόφου και επέστρεψε φρεσκαδούρα), με ένα μαγαζί γεμάτο ακόμα.
Επιστρέφουμε και πάλι στο Berlin – we just can’t get enough – και μετά στο Γιάννη για μπουγάτσα σε όλες της τις εκδοχές. Ήταν η μοναδική φορά σε τρεις μέρες, που αντίκρισα τη Θεσσαλονίκη μέρα. Στο δρόμο για το Κορδελιό (το εξωτικό) ο ήλιος έχει ανέβει ήδη αρκετά ψηλά. Μας λούζει με ένα έντονο πορτοκαλί φως, εξαφανίζει τους καφετί κύκλους κάτω από τα μάτια. Τα κλείνω και τον αφήνω να ξεκουραστεί στα βλέφαρά μου.
Σκέφτομαι όλο εκείνο τον κόσμο που ήρθε να διασκεδάσει μαζί μας. Τα γνώριμα πρόσωπα, τις συγγνώμες και τα φιλιά στο στόμα, τις ερωτικές εξομολογήσεις, τα παράνομα βλέμματα, τους Θεσσαλονικείς που δεν ξέρουμε, αλλά εκείνοι μας τίμησαν με την ηχηρή παρουσία τους, εκείνους που δεν έχουν ιδέα πόσο τους αγαπάς, όσους δεν φαντάζονται καν πόσο τους σκέφτεσαι, το πάθος για μια δουλειά που στήθηκε με μόνη «πλάτη» την αγάπη και την επιθυμία να υπηρετείς κάτι αυθεντικό, πρωτότυπο, που παλεύει να γίνεται καλύτερο κάθε μέρα (αυτό είναι η Popaganda, αγάπη και μάχη σκληρή, κάθε μέρα). Ήταν ένα καλό πάρτι. Ραντεβού στον Πολυχώρο Πολιτσιμού Αθηναϊς αυτό το Σάββατο 21/11, γιατί einmal ist keinmal. 2 χρόνια, 2 πόλεις, 2 πάρτι… #χωρίς_μεζούρα.