Η οικογένειά μου ήρθε Ελλάδα μετά την καταστροφή και καταστάλαξε στο Αιγάλεω το 1929. Ο πατέρας μου ήταν νεαρός και άνοιξε το κατάστημα αυτό με τους λουκουμάδες στη συγκεκριμένη θέση (Ιερά Οδός 2 37) το 1939. Την περίοδο 1929-1939 είχαμε μαγαζιά σε τρία διαφορετικά σημεία στο Αιγάλεω.
Ο λουκουμάς είναι επιδόρπιο, δεν είναι σουβλάκι. Αν περισσέψει θα φάει ο άλλος λουκουμάδες. Εμείς προσφέρουμε λουκουμάδες με μέλι και σοκολάτα. Το μαγαζί ταιριάζει στην περιοχή γιατί είναι ένα γλυκό των Ελλήνων της Μικράς Ασίας, ένα ανατολίτικο γλυκό.
Είναι δύσκολο πράγμα να φτιάχνεις λουκουμάδες. Βρωμούν τα ρούχα σου λάδι, τηγανίλα και αυτό δεν το αντέχουν πολλοί. Το κάνουν για λίγο διάστημα και το σταματάνε.
Το ανακατεύω αλεύρι με νερό και άλλα συστατικά υπάρχει ανά τους πολιτισμούς. Είναι κάτι σαν είδος τηγανιτού ψωμιού που αν βάλεις ζάχαρη γίνεται γλυκό, αν βάλεις αλάτι γίνεται ψωμί. Στη συνέχεια το βελτίωσαν οι Έλληνες της Μικράς Ασίας, το έκαναν λουκουμά και έφτασε και εδώ. Το Αιγάλεω είναι ένας χώρος όπου εγκαταστάθηκαν πρόσφυγες και για αυτόν ακριβώς το λόγο το γλυκό έγινε αμέσως αποδεκτό και διατηρείται ως σήμερα. Σήμερα το μαγαζί αντιμετωπίζει πολλές δυσκολίες. Είμαστε σε διαδικασία μεταφοράς για να κατέβει το κόστος λειτουργίας.
Το Αιγάλεω είχε πριν φθάσουμε 140 οικογένειες – μεγαλοκτηματίες. Εδώ ήταν ο οπωρώνας της Αθήνας. Στο γήπεδο του Αιγάλεω έβγαζε αγκινάρες, τα αμπέλια ήταν από την πλευρά του Εσταυρωμένου και πέρα. Το Μπαρουτάδικο ήταν ένα τεράστιο εργοστάσιο παραγωγής πολεμικού υλικού και δούλευαν κάποιοι χιλιάδες. Από κάτω του υπήρχαν στοές – ίσως υπάρχουν ακόμα απομεινάρια πυρίτιδας.
Το Μπαρουτάδικο έκλεισε τη δεκαετία του 1960 όπως έκλεισε και η ΒΙΑΜΑΞ όπως έκλεισαν η Softex και τα ναυπηγία που από 7500 εργάτες τώρα έχουν 400. Αυτό σημαίνει οικονομικός κορεσμός. Το ξέρουμε, το ζήσαμε και το βλέπουμε. Όλη αυτή η δήθεν ανάπτυξη από το 1980 μέχρι σήμερα ήταν πλασματική. Είχαμε σταματήσει να παράγουμε. Διώξαμε τη ναυτιλία, σταματήσαμε να παράγουμε τα εφόδια για το δικό μας στρατό, τη δικιά μας άμυνα και τα αγοράζαμε όλα από έξω. Σταματήσαμε να παράγουμε χαρτί. Η Softex ήταν ένα τεράστιο εργοστάσιο όπου τώρα έχει μείνει κουφάρι.
Το Αιγάλεω ήταν μια βιομηχανική ζώνη που δεν φρόντισε κανένας δήμαρχος. Για αυτούς το Αιγάλεω σταμάταγε στον Κηφισό και δεν πήγαινε παραπέρα. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο πριν μερικά χρόνια το Αιγάλεω ήταν μεν βιοτεχνία αλλά παραγκούπολη. Είμαστε σα λαός ή του ύψους ή του βάθους. Αποκαλούμε κάτι «Ελαιώνα» που ήταν κάποτε ελαιώνας αλλά δεν είναι πια. Το Αιγάλεω στην ακμή του τις δεκαετίες 1960-70 είχε 7500 βιοτεχνίες (από τον Κηφισό μέχρι της Αγ. Άννης και από την Καβάλα μέχρι την Πέτρου Ράλλη) και δούλευαν εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι.
Σήμερα υπάρχει μια αναμόρφωση στην περιοχή αλλά είναι επίπλαστη. Καινούρια κτίρια, καινούρια σχολεία αλλά δεν υπάρχει ποιότητα, λείπει η παιδεία στους νέους.
Αυτό που θυμάμαι και δε φεύγει η εικόνα από τα μάτια μου είναι το ακόλουθο περιστατικό: Τα τελευταία χρόνια το Μπαρουτάδικο λειτουργούσε πλημμελώς επειδή σταμάτησε τις παραγγελίες ο στρατός. Δεν υπήρχε ασφάλεια και γινόντουσαν πολλές εκρήξεις. Πρέπει να ήμουν 6-7 χρονών και θυμάμαι τρεις τεράστιες εκρήξεις να σπάνε τα τζάμια των σπιτιών. Έχουμε βγει έξω και θυμάμαι ένα γέροντα, μια βιβλική μορφή με άσπρα μαλλιά και μουστάκι ο οποίος κρατούσε δύο μωρά στα χέρια και δεν περπατούσε, δεν έτρεχε, πετούσε.
Το Αιγάλεω το 1944 δέχθηκε μια ανελέητη επίθεση από τους Γερμανούς για ανεξήγητους λόγους. Έκαψαν σπίτια και σκότωσαν άτομα στην Ιερά οδό και στον Κηφισό. Οι λόγοι που μπορώ να δώσω προσωπικά είναι καθαρά στρατιωτικοί. Αυτό έγινε στις 29 Σεπτέμβρη του ’44 ενώ στις 12 του Οκτώβρη οι Γερμανοί αποχώρησαν από την Ελλάδα ηττημένοι. Κάθε στρατιωτικός διοικητής όταν χάνει τον πόλεμο σκέφτεται πως θα οπισθοχωρήσει και πως θα μαζέψει για να γλυτώσει τους στρατιώτες του.
Την εποχή εκείνη, η οπισθοχώρηση προς τη Γερμανία είχε δύο δρόμους. Την Ιερά οδό και το δρόμο του Ωροπού που τον είχαν μπλοκάρει τα εφεδρικά τμήματα του ΕΛΑΣ. Ο μόνος δρόμος για οπισθοχώρηση ήταν η Ιερά οδός. Για εκφοβισμό, λίγες μέρες πριν οι κάτοικοι του Αιγάλεω είχαν καθαιρέσει το δοτό δήμαρχο της περιοχής και είχαν αναγορεύσει τον κόκκινο δήμαρχο, όπως λέγεται στην ιστορία του Αιγάλεω. Ο δοτός μαζί με τα τμήματα της χωροφυλακής πήγε στο υπουργείο εσωτερικών στην Αθήνα και κάνουν αυτό το ολοκαύτωμα το οποίο ευτυχώς σταμάτησε. Ο αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός και αντιβασιλέας (γιατί είχαν φύγει οι βασιλείς) κατέβηκε στο Αιγάλεω, γονάτισε στον επικεφαλή αξιωματικό των Γερμανών και τον παρακάλεσε να σταματήσει την εκτέλεση. Οι Γερμανοί έμπαιναν σε ένα σπίτι, έβγαζαν τα παιδιά και τη γυναίκα και αν υπήρχε άνδρας τον άφηναν μέσα στο σπίτι, πέταγαν μια σκόνη και με μια πιστολιά έπαιρνε φωτιά το σπίτι και καιγόταν το άτομο μέσα. Τους έβγαζαν κάρβουνο. Τους άλλους τους εκτέλεσαν στο χώρο δουλειάς. Η περιοχή τριγύρω ήταν όλο καμίνια. Μόνο σε δύο καμίνια έμενε κόσμος, οι άλλοι έφυγαν. Στο ένα σκότωσαν 13 άτομα και στο άλλο 5-6 άτομα. Οι υπόλοιποι ήταν περαστικοί στο δρόμο. Στο εκκλησάκι του Αϊ Γιώργη γίνεται η επέτειος του γεγονότος αυτού. Πίσω από το εκκλησάκι υπάρχει μνημείο.
Λουκουμάδες Μπαλατσούρα, Ιερά Οδός 237, Αιγάλεω, Τηλ. 210 5982806