Categories: ΝΥΧΤΕΣ

Ιπποπόταμος, μπαρ ετών σαράντα (σχεδόν)

«Πήγαινα/πηγαίναμε κάθε βράδυ στον Ιπποπόταμο, όλο το 1978, για σαγκρία/σπεσιαλιτέ, μουσικές (κυρίως Bob Dylan, αλλά και: όλο το σάουντρακ του Woodstock και του Strawberry Statement), και κουβεντιάζαμε ως το ξημέρωμα, σκαντζάροντας με Τιπούκειτο (για να ακούσουμε Λάκη Παππά και να πιούμε κονιάκ). Οι πιο «δεξιοί» εκεί μέσα ήταν οι τροτσκιστές, τι ωραία εποχή! Οι πιο αγράμματοι είχαν διαβάσει τον μισό Samuel Beckett, όλο τον Ίψεν, και στάνταρ τα Άπαντα του Raoul Vaneigem. Οι κοπέλες ήταν όλες όμορφες, πιο όμορφη ήταν η Σ.Φ. που έπινε απανωτά ποτήρια κρασί και έλεγε «Όταν θα μεγαλώσω θα γίνω Έντα Γκάμπλερ». Σύχναζε ο Νικόλας ο Μπαλής εκεί, πελώρια μορφή, δάσκαλος, φίλος, ο Φάλσταφ του χώρου. Μετά, αλλάξαμε στέκια, χάθηκαν πολλοί, αυτοκτόνησαν κάμποσοι, ξαναπιάσαμε Ιπποπόταμο το 1983. Ωραίο μέρος!» Αυτά είναι τα λόγια μου έστειλε ο συγγραφέας Γιώργος -Ίκαρος Μπαμπασάκης όταν τον ρώτησα τι θυμάται από το θρυλικό στέκι της Οδού Δελφών. Εκεί στα στα σύνορα του Κολωνακίου με τα Εξάρχεια και τη Νεάπολη.  Ο Μπαμπασάκης σίγουρα είναι πιο «ειδικός» από μένα γι’ αυτήν την εποχή. Στον Ιπποπόταμο βρέθηκα πρώτη φορά λίγο μετά την αυγή της δεύτερης χιλιετίας. Σίγουρα δεν αναγνώρισα τις μορφές που περιγράφει ο Μπαμπασάκης, από την άλλη η συζήτηση ήταν πάντα έντονη και η ατμόσφαιρα ιδανική: οι άσπροι νοτισμένοι από τον καπνό τοίχοι, το βαθύ πράσινο χρώμα και η μυθική σαγκρία να ποτίζει τη σκέψη μας. 

Η θρυλική σαγκρία είναι ακόμα ζωντανή το 2015.

Και φτάνουμε στο 2014. Ο παλιός ιδιοκτήτης θέλει να κλείσει την επιχείρηση αλλά μια παρέα που σύχναζε στον Ιπποπόταμο δεν το δέχεται. Την αναλαμβάνει, αλλάζει όσο πρέπει το χώρο και του δίνει μια νέα πνοή. O Γιάννης Παναγιωτάκης, ο Γιώργος Ζερβός και ο Άλκης Στεφάνου με εμπειρία από το χώρο του ραδιοφώνου και μεταπηδούν στο χώρο της νύχτας. 

Η Popaganda συναντά έναν από αυτούς, τον Γιώργο Ζερβό και του θέτει κάποιες ερωτήσεις. 

Ήσασταν πελάτες του μαγαζιού;  Ναι, βέβαια ερχόμασταν παλιότερα, άλλωστε ποιος δεν ήξερε τον Ιπποπόταμο; Είναι από τα πιο ιστορικά μαγαζιά, το 1978, λίγο μετά τη Δικτατορία.

Και τι μουσική έπαιζε; Κλασικοροκάδικο στέκι, λίγο alternative. Εμείς το επεκτείναμε λίγο, και βάζουμε ο,τιδήποτε καλό μουσικά. 

Είχε κλείσει το μαγαζί καθόλου; Το πετύχαμε πάνω που έκλεινε, όπου είχε φύγει ο προηγούμενος ιδιοκτήτης λόγω σύνταξης. Οι μόνες αλλαγές που κάναμε στο χώρο ήταν ότι φέραμε την μπάρα απέναντι, για να γίνει πιο μεγάλη. Τα κύρια παράπονα των πελατών ήταν πρώτον η μικρή μπάρα και δεύτερον ότι δεν είχε μπύρες από βαρέλι, και πάλι λόγω χώρου. Οπότε έτσι λύθηκαν και τα δυο θέματα, αν και χάσαμε ένα δωμάτιο, που έγινε κουζίνα. Τώρα όμως, αξιοποιούμε και την αυλή. Κάθε μέρα υπάρχει DJ, ο κόσμος κάθεται μέχρι ότι ώρα πάει. Και παρόλο που θεωρείται ποτάδικο, κάθε Παρασκευή και Σάββατο γίνεται μεγάλο πανηγύρι. Παίζουμε οτιδήποτε μπορούμε να αποκαλέσουμε «adult» ή «σοβαρό». Από ροκ μέχρι swing μέχρι μποσα-νόβα.

Τι κόσμος έρχεται συνήθως; Οι περισσότεροι παλιοί πελάτες έρχονται. Τις προάλλες μου έλεγε κάποιος που ερχόταν παλιά, ότι «φχαριστιέμαι τώρα που έρχομαι και βάζω το shazaam στο auto», για να δει τι παίζει. «Ξέρω ότι δε θα ακούσω το ίδιο πράγμα». Έχουμε ακόμη και τη μυστική συνταγή της σαγκρίας, αλλά δε την ξέρω εγώ αλλά τα κορίτσια. Γενικά είμαστε το πιο φτηνό μαγαζί στην περιοχή, φροντίσαμε να διατηρήσουμε τις τιμές όπως και ο προηγούμενος ιδιοκτήτης, αλλά και σε μερικά πιο χαμηλές τιμές. Ουίσκι 6,50€, Μπύρα (και σε ποτήρι) από 3,50€. Είναι σημαντική διαφορά από τα υπόλοιπα μαγαζιά. Έρχονται από φοιτητόκοσμος, μέχρι και μεγαλύτερες ηλικίες. Και αυτό οφείλεται και στη μεγάλη αλλαγή που κάναμε: Ανοίγουμε και από τις 10 το πρωί, σαν καφέ. Γι’αυτό βλέπουμε και μεγάλες ηλικίες. Τους αρέσει αυτό το low profile, χαμηλή μουσική (τζαζ, σόουλ, μπόσα νόβα) κάθεται ο άλλος συζητάει, διαβάζει, έρχονται φοιτητές με λάπτοπ. Τζαζ παίζουμε κάθε μέρα, απλώς δε τη συνεχίζουμε μετά τις 9 το βράδυ. Το ξεκινάμε σιγά-σιγά να φέρουμε και DJ. Έχουμε πει με διάφορα παιδιά, τον Τάκη Γιαννούτσο που είναι φίλος, τη Δήμητρα Τριανταφυλλίδου από το Δίεση. 

Πόσο καιρό είστε εδώ; Από τον Μάιο του 2014. Αλλά ξέραμε τα δύσκολα ωράρια, είναι όμως πολύ ευχάριστο αυτό που κάνουμε, λειτουργεί σαν ψυχοθεραπεία. Εγώ είμαι παράλληλα και δικηγόρος. Οι υπόλοιποι πάντως δεν ασχολούνται και με κάτι άλλο παράλληλα.

Ήταν πιο εύκολο ότι αγοράζατε κι ένα brand name για την περιοχή; Εννοείται. Αν κι εμείς ψάχναμε να κάνουμε κάτι καινούριο, κι ακόμη έχουμε αυτή την ιδέα, δε τη λέμε. Μόλις όμως το είδαμε, ξέραμε ότι ταιριάζει στη φιλοσοφία μας, οπότε δε χάναμε την ευκαιρία. Ένα ωραίο μαγαζί, που παίζει μουσική και μπορείς να παίξεις τα πάντα και να ταιριάζουν. Έχω παίξει ως DJ, από το ένα άκρο στο άλλο. Όλα τα είδη. Η πιάτσα έχει ανέβει πολύ, από το καλοκαίρι, ενώ και τώρα το χειμώνα βλέπω τη δυναμική του μαγαζιού. Είναι άλλο πράγμα να το βιώνεις σαν πελάτης κι άλλο σαν ιδιοκτήτης. Το Σαββατοκύριακο έρχεται περισσότερος κόσμος, αλλά δεν είναι κανόνας αυτός. Υπάρχουν και καθημερινές όπου γίνεται χαμός. Το μόνο που επηρεάζει, για νεαρό κόσμο πιο πολύ, είναι το μετρό και τα μέσα, γιατί φεύγουν καμιά φορά μαζικά, ενώ παλιότερα θα έπαιρναν ταξί. Ο κόσμος πια έχει επίγνωση από καλά, πολύ καλά και πάρα πολύ καλά μαγαζιά, οπότε είναι απαιτητικός. Δεν μπορείς να τον ξεγελάσεις και ούτε να του βγάλεις κάτι που θα είναι κάτω του μετρίου. 

Ιπποπόταμος, Δελφών 3Β, Κολωνάκι, 2103634583

Σταύρος Διοσκουρίδης

Ο Σταύρος Διοσκουρίδης γεννήθηκε το Μάιο του 1983 στην Αθήνα. Παράλληλα με τις σπουδές του στις Πολιτικές Επιστήμες ξεκίνησε και την ενασχόληση του με τη δημοσιογραφία. Είναι από τα ιδρυτικά μέλη της Popaganda. Επίσης από το 2008 «διατηρεί» την εκπομπή Λατέρνατιβ μαζί με τον Παναγιώτη Μένεγο (08.00-10.00, Εν Λευκώ 87.7) .

Share
Published by
Σταύρος Διοσκουρίδης