Ο Wesley Eisold γεννήθηκε την ίδια μέρα με τον Γαλιλαίο και τον Λουδοβίκο τον 15ο αλλά πολλά χρόνια μετά, στις 15 Φεβρουαρίου του 1979 κάπου στην Virginia Beach.Ένας Υδροχόος γεννημένος σε μια χαρούμενη πόλη με υπέροχες αμμώδεις παραλίες που τις βρέχει ο Ατλαντικός είναι μοιραίο να γίνει ποιητής. Κι όπερ εγένετο. Με μια μικρή ανατροπή.
Λένε πως τα ερεθίσματα κι οι εικόνες της παιδικής σου ηλικίας όπως κι η φάτσα σου ορίζουν τη μοίρα σου. Δεν ξέρω τι άλλο πήρε αυτό το παιδί εκτός από τις εικόνες και την αύρα του ωκεανού και που τον έστειλε τόσο βαθιά μέσα στο σκοτάδι. Και σίγουρα δεν ευθύνεται το χαμένο του χέρι γιατί αυτά που γράφει, λέξεις και νότες, είναι τόσο μαύρα και πάνε τόσο πίσω που σίγουρα περιγράφουν μία ψυχή που το καλούπι της σχηματίστηκε σε κάποια ‘παγωμένη σπηλιά’ όπου τα χαμόγελα αρνούνται να πάνε.
Ο ποιητής (και συγγραφέας όπως αναφέρει το βιογραφικό του) Wesley Eisold (aka Cold Cave) δεν υπόσχεται τίποτα παραπάνω από αυτό που περιγράφουν το όνομα του μουσικού του project κι οι στίχοι του. Ένα ταξίδι στο βάθος της ζωής του, εκεί που τ’ απέραντα χωράφια ορίζουν το μέσα μας, φοράμε λουλούδια που δεν μεγαλώνουν στα μαλλιά και υπάρχουν ποτάμια που κυλάνε να χωθούν σε ωκεανούς που δεν τελειώνουν πουθενά. Εκεί που οι Άνθρωποι είναι Δηλητήριο.
Χτες βράδυ στην Death Disco ο Παράδεισος ήταν Γεμάτος. Δεν είχε χώρο για κανένα χαμόγελο, καμία ανάλαφρη διάθεση, κανέναν περαστικό, κανένα μόνιμο θαμώνα gigs. Αν, παρ’ελπίδα, μπήκε και χώρεσε κανένας από αυτούς σίγουρα θα αισθάνθηκε τουλάχιστον αμήχανα.
Το αγόρι που θυμίζει Σκανδιναβό Jeremy Irons και που το live του θα ταίριαζε σαν μόνιμο happening στις μεγάλες νύχτες του ID στο Βερολίνο έπαιξε σαν να έπαιζε σε μια νοητή Όπερα της Κόλασης με λίγο από θάνατο όπως έγραφαν και τα pins που πουλούσε, αμέτρητα πύρινα κομφετί, σκοτεινούς στίχους στους μαύρους τοίχους, κυνηγιάρες καρδιές και τη ναυτία των φόβων του που μόνο η μουσική του μπορεί να συντρίψει.
To μαύρο του χέρι που προφανώς ορίζει πλέον την φάτσα του, κάτι που ο ίδιος φροντίζει να λέει με πνιγμένη φωνή στο κοινό του, πάλευε, σε πλήρη αντίστιξη με την υπόλοιπη φιγούρα του, να σκιτσάρει μια σουρεαλιστική, αντιφατική, μονόδρομη και θαρραλέα μουσική, από αυτές τις Άγνωστες Απολαύσεις που καταβροχθίσαμε χορεύοντας δυό μήνες αφότου αυτός γεννήθηκε, πίσω εκεί στον Απρίλιο του 1979.
Ο Cold Cave δεν είναι “ξινός”, δεν είναι απρόσιτος και δεν είναι καταραμένος. Είναι ένα τυχερό αγόρι που παλεύει να παντρέψει την ψυχή του που διαμορφώθηκε σε μια Εποχή Στην Κόλαση με την καρδιά και το ταλέντο του στο να ζωγραφίζει εικόνες με νότες, λέξεις και συνθήματα που του δείχνουν πάντα προς τα εκεί που Υπάρχει ένα Φώς Που Δεν Σβήνει Ποτέ, αυτό το φως που φωτίζει τα άστρα σαν το δικό του και του αγαπημένου του Moz.
Χτες βράδυ στην Death Disco ο Cold Cave έπαιξε όση ώρα του ζητήσαμε, αυτά που θέλαμε εμείς, οι σκοτεινοί του ακόλουθοι, αγκάλιασε και μίλησε μαζί με όσους ήθελαν να τους αγκαλιάσει και να τους μιλήσει και υπέγραψε ένα “συμβόλαιο”, σε όσους του το ζήτησαν, με το δεξί, λευκό χεράκι του και δυο λέξεις: ‘’Viva Love’’.
Την βραδιά άνοιξαν οι Mechanical που έχουν ξεφύγει εντελώς, που η μουσική και το live τους είναι ένας απίστευτος συνδυασμός ωριμότητας και μεγαλείου (μόνο αυτή η λέξη εκφράζει αυτό που ζει ο ταπεινός θεατής/ ακροατής τους) και που πρέπει σύντομα να δούμε στο Line up μεγάλου φεστιβάλ του εξωτερικού. Γιατί το αξίζουν.