Categories: FeaturedTV SHOWS

Το True Detective τελείωσε, ζήτω το True Detective

Την Κυριακή που μας πέρασε προβλήθηκε το τελευταίο επεισόδιο της πρώτης σεζόν του πολυσυζητημένου πλέον True Detective και όπως ήταν αναμενόμενο προκάλεσε αναταραχές και πτώση των server της HBO. Τα πρώτα σχόλια κυκλοφόρησαν ήδη και οι φανατικοί και μη οπαδοί της σειράς έχουν ήδη εκφραστεί σχετικά. Τι μας έμαθε λοιπόν το τελευταίο επεισόδιο;

Όλα τα καλά πράγματα πρέπει να τελειώνουν στην ώρα τους.

Η μεγάλη αλήθεια της ζωής επιβεβαιώνεται πανηγυρικά σ’ αυτή τη σειρά φαινόμενο. Κάποιες άλλες ξεκίνησαν καταπληκτικά, συνέχισαν απίθανα και μετά έπεσαν στην παγίδα της λεγόμενης “κοιλιάς” αφού το υψηλό αυτό επίπεδο δεν διατηρήθηκε σε όλες τις σεζόν ή στα περισσότερα επεισόδια. Αυτό είναι κάτι αναμενόμενο και αρκετά πιθανό, αλλά στην πρώτη σεζόν του True Detective δεν πρόλαβε καν να συμβεί. Καμία στιγμή ή σκηνή δεν ήταν παράταιρη ή υπερβολική για να αποτραβήξουμε το βλέμμα μας. Για την ακρίβεια αν ανοιγόκλεινες τα μάτια λίγο πιο αργά από το κανονικό παίζει και να έχανες κάτι σημαντικό ή μια αξιομνημόνευτη ατάκα. Η σειρά τελείωσε ακριβώς τη χρονική στιγμή που έπρεπε, με τον τρόπο που θεώρησε σωστό ο δημιουργός της, αφήνοντας τα πλήθη, κατά πλειοψηφία, ικανοποιημένα.

Ο σκηνοθέτης Cary Joji Fukunaga έχει μέλλον.

Έχει σκηνοθετήσει τα Sin Nombre (2009) και Jane Eyre (2010) και εδώ δημιούργησε μια καταπληκτική σκηνή αγωνιώδους καταδίωξης σε ένα υπόγειο λαβύρινθο/κάστρο, τόσο περίτεχνα δοσμένη, που νιώθεις να μυρίζεις και εσύ την στάχτη και το αλουμίνιο στην ατμόσφαιρα, αλλά και την ενοχλητική υγρασία που αποπνέουν όλα αυτά τα κλαδιά, τα φύλλα, τα ρούχα και ό,τι άλλο αφήνεται στη λήθη της αποσύνθεσης, εκεί στο βασίλειο του δολοφόνου.

Όσο πιο απλό τόσο πιο καλό.

Όπως είχε ήδη αναφέρει σε συνεντεύξεις ο δημιουργός Nic Pizzolatto, το τέλος ήταν το πιο απλό που θα μπορούσαμε να περιμένουμε. Αφού μας τροφοδότησε με συνομωσιακά σενάρια και μεταφυσικές ανησυχίες, μας χάρισε την κάθαρση τελικά με μια απλή και τόσο μινιμαλιστική, στην σύλληψη της, ιδέα. Ένα κακό τόσο απλό και κατανοητό μέσα στην παράνοια της ύπαρξης του. Ο serial  killer της διπλανής πόρτας με όλα τα παρελκόμενα οικογενειακής κακοποίησης μαζί με δόση Χιτσκοκικού “Ψυχώ”.

Κάποια πράγματα δεν θέλουν ιδιαίτερη ανάλυση.

Πολύ μελάνι χύθηκε για τον ανύπαρκτο σχεδόν ρόλο των γυναικών στη σειρά, το bromance που αναπτύσσεται μεταξύ των πρωταγωνιστών, τα ανεξήγητα σημεία και τους συμβολισμούς, τις σχέσεις που υπαινίσσεται. Ο κάθε τηλεθεατής βάσει των προσωπικών του βιωμάτων και εμπειριών, βάσει των σειρών και ταινιών που έχει δει, έφτιαξε στο μυαλό του τη δική του version της ιστορίας βλέποντας αυτά που ήθελε να δει σε κάθε επεισόδιο. Όπως συμβαίνει πάντα. Επιπλέον η ίδια η σειρά ανέβασε μόνη της τον πήχυ ψηλά και περιμέναμε το τέλος με το δάκτυλο στη σκανδάλη, έτοιμοι να πυροβολήσουμε εάν δεν ήταν αυτό που μας ικανοποιεί.  Όμως επειδή τελικά η αλήθεια και η λύση σε κάθε υπόθεση είναι κάτι που όλο αυτό το διάστημα είναι μπροστά μας και μας κοιτάει με αυθάδεια, δεν είναι πολύ πιο εύκολο να αντιμετωπίσουμε το True Detective σαν το προφανές; Μια ιστορία δύο αντρών, που συμβαίνει την ώρα που αντιμετωπίζουν μαζί μια ανθρώπινη τραγωδία μαζί με την εξέλιξη των χαρακτήρων και της σχέσης τους στα χρόνια.

Το καλό θα θριαμβεύσει στο Hollywood

Οι τελευταίες σκηνές του επεισοδίου, αποτελούν από μόνες τους μια ανατροπή και έρχονται να γεμίσουν φως την σκοτεινή απόδοση των βάλτων της Λουιζιάνα και της ομίχλης μέσα στην οποία κινούνταν οι ήρωες. Ο Marty που ξεκίνησε ως ο καλός οικογενειάρχης που έχει τα θέματα του τακτοποιημένα, βρίσκει την “τιμωρία” που του αξίζει στα πλαίσια των οικογενειακών θεμελιωδών αξιωμάτων της κοινωνίας παίρνοντας ταυτόχρονα και ένα άτυπο συχωροχάρτι. Ο Rust ως ο απομονωμένος, πληγωμένος μοναχικός λύκος μέσα στο δαιδαλώδες μηδενιστικό σύμπαν του βρίσκει τελικά την ελπίδα και την εξιλέωση και καταλήγει με έναν μεγαλειώδη μονόλογο (εκπληκτική ηθοποιία ο κύριος Μάθιου) στην αποκάλυψη ότι “Well, once there was only dark. You ask me, the light’s winning.”

Βασιλεία Κωσταρίδου

Share
Published by
Βασιλεία Κωσταρίδου