Categories: ΜΟΥΣΙΚΗ

Στο Γκλάστονμπερι της ορεινής Κορινθίας

Ήταν από εκείνες τις αυθόρμητες ιδέες που σπανίως τελικά εφαρμόζουμε, μάλλον γιατί τις χορταίνουμε σχεδιάζοντάς τις. Να πάμε π.χ. σε ένα μουσικό φεστιβάλ, έτσι πάνω στην τρέλα μας. Εντάξει, δεν μπήκαμε σε αεροπλάνο να πάμε στο Γκλάστονμπερι, μέχρι την ορεινή Κορινθία μου πρότεινε η Χρύσα να φτάσουμε το σαββατοκύριακο, αλλά μπάντες θα είχε, κατασκήνωση θα είχε, κρύο θα είχε, θα μπορούσε κανείς να πει το Ζiria Music Festival το Γκλάστονμπερι των Τρικάλων.

Τοπίο στα σύννεφα.

Φυσικά φτάσαμε σκοτωμένες καθώς αν ο συνεπιβάτης σου σε road trip έστω και μέχρι τα Οινόφυτα δεν αρχίσει τα «γιατί δεν έχεις μουσική/κατέβασε το παράθυρο/όχι τόσο πολύ/ανέβασέ το/πώς δένω τα κορδόνια μου/πώς είναι έτσι αυτός/δώσε μου ένα τσιγάρο/δεν έχω σήμα» είναι σα να πάτε για 5χ5 και να έρθετε 0-0. Δηλαδή δε γίνεται. 

Τουλάχιστον στη διαδρομή είχαμε ήδη ξεπεράσει το plan A, που έλεγε ότι κάθε βράδυ μετά το φεστιβάλ στα 1700 υψόμετρο της ορεινής Κορινθίας, θα γυρίζουμε να κοιμόμαστε στο σπίτι της συνταξιδιώτισσάς μου στην Κινέττα (!) -τουλάχιστον μιάμιση ώρα διαδρομή και η μισή με δολοφονικές στροφές- και ξέραμε ότι θα βρούμε κατάλυμα σε φιλικό σπίτι σε κοντινό χωριό. 

Παράξενο ζώο που ζει μόνο στο συγκεκριμένο υψόμετρο.

Τα τελευταία χρόνια τα μουσικά φεστιβάλ ιδιαίτερα στο εξωτερικό είναι πολύ της μόδας. Κάθε χρόνο μια μικρή αποικία του ιστορικού κέντρου ξενιτεύεται για το Πριμαβέρα, το φοιτηταριό της Αγγλίας πάει Γκλάστονμπερι, κάτι κουλοί φίλοι μας πάνε στο exit στη Σερβία κάθε καλοκαίρι αντί να πάνε για μπάνιο, και φυσικά έχουμε τα ντόπια Up και Saristra που μαζεύουν όλο τον κόσμο που θα δεις Σάββατο βράδυ στο 6 d.o.g.s . Το Φεστιβάλ στη Ζήρεια, παρότι υπάρχει ήδη έξι χρόνια, ακούστηκε κάπως πρώτη φορά πέρυσι και γενικά το σνομπάρει η ανφάν γκατέ, γιατί δεν είναι πολύ χίπστερ. Οπότε και πάνω στην τρέλα μας πάλι ντεμοντέ ήμασταν, αλλά ποιός νοιάζεται, εγώ φαντάσου πήγαινα πρώτη φορά σε φεστιβάλ εκτός Αθηνών. 

Μη «ανφάν γκατέ» τύπος κουβαλάει τραπεζάκι.

Γενικά δεν είμαι καθόλου κουλ κορίτσι, τουλάχιστον όχι με τον τρόπο που υποτίθεται πως χρειάζεται ένα φεστιβάλ: κρυώνω εύκολα, δεν μπορώ τα σπρωξίματα, έχω πάντα ένα (τουλάχιστον) πρόβλημα υγείας (πραγματικό ή φανταστικό), ζητάω γιατρό ανά 12 ώρες, δεν τα έχω φτιάξει με κανέναν από καμία μπάντα, είμαι κλειστοφοβική, αγοραφοβική και κοντρόλ φρικ, γενικά είμαι κάτι σαν τον Χεσούς Νάβας, αλλά χωρίς την ικανότητα να διεμβολίζω τις αντίπαλες άμυνες από τα δεξιά. Στη συγκεκριμένη φάση δε, είχα όντως ένα πραγματικό πρόβλημα υγείας, πολλά ψυχολογικά και διάθεση να συναναστραφώ ανθρώπους που δε συνηθίζω τις κανονικές ημέρες. Ηξερα λοιπόν ότι ίσως να μην περνούσα και τόσο καλά. Αυτό που δεν ήξερα είναι ότι με ένα μαγικό τρόπο διάλεξα το καλύτερο φεστιβάλ για μένα, δηλαδή για μη κουλ ανθρώπους -κι αυτό το λέω για (πολύ) καλό. 

Αντίξοες καιρικές συνθήκες.

Η διάθεση μου έφτιαξε πριν καν φτάσουμε στο αθλητικό κέντρο Ζήρειας, ένα μικρό χιονοδρομικό με ωραίο σαλέ, που βρίσκεται σε μια μαγική τοποθεσία σχεδόν στην κορυφή του βουνού, όταν από το παράθυρο του αυτοκινήτου μπήκε ένα αεράκι σχεδόν χειμωνιάτικο. Η θερμοκρασία άγγιζε τους 10 βαθμούς και μετά τον καύσωνα της Αθήνας, το γεγονός ότι μέσα από τη θέση του οδηγού άλλαξα το κοντό σορτσάκι με παντελόνι και έβαλα φούτερ και μπουφάν, ήταν αναζωογονητικό, όπως και να ΄χει. Στο κέντρο του μικρού ξέφωτου όπου είχε στηθεί το φεστιβάλ, έκαιγε μια μεγάλη φωτιά, γύρω από την οποία συγκεντρώνονταν από παιδάκια και παρέες 60άρηδων μέχρι τύποι με ράστα και τσίπουρα σε πλαστικά ποτήρια. Στη σκηνή ανέβαιναν σε λίγο οι Noise Figures, η πρώτη μπάντα που ξέραμε και θέλαμε να δούμε, ενώ μία ώρα αργότερα, οι Baby Guru, των οποίων είμαι γνήσιο φαν γκερλ κάθε γαμημένη φορά. 

Δεν ξέρω αν ήταν το ότι μπορούσα να κάτσω μπροστά μπροστά μιας και δεν είχε χαμό ή που η σκηνή και ο ήχος ήταν πολύ καλύτερος από ότι περίμενα ή φανταζόμουν, αλλά και τις δύο ημέρες που πέρασα τελικώς καρφωμένη στην πρώτη σειρά ανάμεσα σε όλα τα είδη κοινού, πέρασα καλύτερα από όλο το καλοκαίρι μου μαζί -δεν ήταν ψηλά ο πήχης, αλλά καταλαβαίνετε.  Όταν λέω όλα τα είδη κοινού το εννοώ: λίγοι χίπστερ τελικώς υπήρξαν, παιδάκια είχε, κυρίες με καρεκλάκια παραλίας είδαμε, κορίτσια με σορτσάκια που χόρευαν με λουλούδια στα μαλλιά τσεκ, ρασταφάρι χωρίς μπλούζες που χόρευαν αυτόν τον χορό που βασικά τρέχεις και σπρώχνεσαι επίσης, 60χρονοι που πάλευαν να καταλάβουν από πού βγαίνει ο ήχος όταν έπαιζε θέρεμιν η Nalyssa Green κι αυτοί τσεκ, νεαρός με «έξυπνη» κουβέρτα με μανίκια εθεάθη, σκύλο μεγέθους ιπποπόταμου χαιδέψαμε, τα περισσότερα μέλη των συγκροτημάτων του φεστιβάλ τίμησαν όλες τις υπόλοιπες μπάντες, μια μεγάλη οικογένεια μουσικόφιλων, φυσιολατρών και χαβαλέδων γίναμε, και να φανταστείτε ότι δε μέθυσα ούτε μια φορά, γιατί κάθε βράδυ έπρεπε να οδηγήσω για την επιστροφή. 

Δείγμα από όλα τα είδη κοινού.



Δείγμα από όλα τα είδη κοινού.

Δεν είδα όλες τις μπάντες, γιατί αποφασίσαμε να εκδράμουμε και λίγο τα μεσημέρια, αλλά ό,τι είδα, το απόλαυσα, ακόμα κι εκείνον τον τύπο με την μπλούζα motorhead από τους Mr Highway Band, που λάτρεψε η Χρύσα, αλλά στην αρχή σνομπάραμε όλοι οι άλλοι. Οι Noise Figures γέμισαν τη σκηνή παρότι μόνο δύο και η σκηνή αχανής για τέτοιο φεστιβάλ, οι Victim of Society έσπασαν χορδές κι αναγκάστηκαν να αλλάξουν κιθάρα γιατί τόσο on fire ήταν, η Nalyssa Green τα πήγε εξαιρετικά αν και αδικήθηκε ενδιάμεσα σε δύο εντελώς διαφορετικού είδους acts από εκείνη, οι Egg Hell τα έσπασαν κυριολεκτικά -η κιθάρα του Τζεφ δεν είχε καμια χορδή στο τέλος του σετ- ενώ οι 1000 Mods έδειξαν την κλάση τους, παρότι ακόμα αναρωτιέμαι πώς παίζει μπάσο αυτός ο τύπος όταν το έχει να κρέμεται μέχρι το γόνατο. (Ναι, ξέρω, η απάντηση είναι ότι παίζει συνέχεια στα τάστα.) ‘Οσο για τους Baby Guru, παρότι δεν έπαιξαν το αγαπημένο μου Explain, η φωνή του Όμπι ουρλιάζει ακόμα μέσα στο κεφάλι μου «most of the times you just make me sad», λες και μόνος σκοπός αυτής της μπάντας στα λάιβ είναι να λειτουργεί σαν μια θεραπευτική εμπειρία, που μέθοδό της έχει να σε αποσυναρμολογεί εντελώς για να σε ξαναφτιάξει από την αρχή.

Baby Guru



Egghelee



Bany Guru.



\ Noise Figures

Το πιο φανταστικό είναι πως και οι μπάντες έδειχναν να το απολαμβάνουν, γεγονός που επιβεβαίωσα όταν γνώρισα τους περισσότερους από αυτούς κατά τη διάρκεια του σαββατοκύριακου. «Είναι ωραίο να παίζεις και για κόσμο που δε σε ξέρει και δεν υπήρχε περίπτωση να σε δει σε καμία άλλη περίσταση», μου είπαν. Ολοι τους συγκέντρωσαν αρκετά συγχαρητήρια μετά τα sets τους από ανθρώπους που τους έβλεπαν για πρώτη φορά. «Συνήθως παίζουμε μπροστά στους συνήθεις υπόπτους, ακόμα και στο Up ή στο Saristra, γιατί έρχεται ο κόσμος που μας βλέπει π.χ. και στο 6 d.o.g.s. Εδώ γνωρίσαμε ένα άλλο κοινό και μας γνώρισε κι εκείνο. Και μάλιστα στην πιο ειδυλλιακή τοποθεσία.» 

Έπεσε η νύχτα στο βουνό



Και έκοψε η πείνα.

Κι έπειτα συνέβησαν κι άλλα σημαντικά. Για παράδειγμα, είδα τον τυπά από τους A Victim of Society χωρίς κουκούλα. Γνώρισα τον Λάρι, το σκύλο του King Elephant, το πιο κουλ σκυλί στην ιστορία των σκύλων. Επιβίωσαν όλοι οι κατασκηνωτές παρότι στις 4 τα ξημερώματα του Σαββάτου με 8 βαθμούς Κελσίου και 80% υγρασία ήμουν σίγουρη ότι την άλλη μέρα θα τους βρουν παγωμένους σαν τον Γουόλτ Ντίσνει στα σλίπινγκ μπαγκ τους και τα ρεπορτάζ θα μιλούσαν για ομαδική αυτοκτονία κάποιας αίρεσης. Υιοθετήσαμε ένα σκύλο που βρήκαμε μέσα στο δάσος και τον ονομάσαμε Ζήρεια. Ενώ στην επιστροφή, την Κυριακή, πέντε αυτοκίνητα γεμάτα μπάντες και κοινό εκδράμαμε στην λίμνη Δόξα (πόσο #diplis), στενάξαμε το ίνσταγκραμ, ήπιαμε ντόπιο τσίπουρο και αγοράσαμε καππαρόμηλα για το σπίτι. 

 

Κι επειδή όταν κάτι σου πάει καλά από την αρχή, συνήθως τελειώνει εξίσου γαμάτα, λίγο πριν ξεκινήσουμε για Αθήνα ο Prins Obi ικανοποίησε το δίκαιο αίτημά μου, κι εκεί πλάι στη λίμνη Δόξα, με ένα ποτήρι τσίπουρο στο χέρι, έξω από το αυτοκίνητό μου, σαν μια αλλόκοτη καντάδα, μού τραγούδησε α καπέλα το Explain

Οπότε, Γκλάστονμπερι, φάε τη σκόνη μου. 

Μανίνα Ντάνου

Share
Published by
Μανίνα Ντάνου