Categories: DIGITAL STORIES

Τι θέλουν επιτέλους οι γνωστοί-άγνωστοι του διαδικτύου;

Οι μνήμες από την επίθεση στο PlayStation Network της Sony, το Battle.net της Blizzard και τους σέρβερ του League of Legends της Riot Games, τρεις από τις μεγαλύτερες υπηρεσίες του παγκόσμιου gaming, στις οποίες δεκάδες εκατομμύρια άνθρωποι συνδέονται καθημερινά από κάθε γωνιά της Γης για να περάσουν ευχάριστα και ξέγνοιαστα τον καιρό τους, είναι ακόμα νωπές. Πίσω από το κύμα DDoS attacks (επιθέσεις άρνησης υπηρεσιών ελληνιστί) βρισκόταν ένα γκρουπ χακτιβιστών, οι LizardSquad, οι οποίοι βαδίζοντας στα χνάρια των Anonymous, έσπειραν για λίγες ώρες τον πανικό στο ίντερνετ.

Επιθέσεις προς χρήστες και υπηρεσίες στο διαδίκτυο, υπήρχαν από καταβολής του. Οι Anonymous ήταν εκείνοι που τις έκαναν όμως της μόδας, δίνοντάς στα χτυπήματά τους και μια πολιτική εσάνς, υιοθετώντας παράλληλα και τη Μάσκα του Guy Fawkes και γενικότερα βγάζοντας προς τα έξω ένα προφίλ ανυπακοής απέναντι στο περίφημο σύστημα, τους νόμους και τις αρχές του. Βέβαια, σε κάθε χτύπημα των Anonymous ή οποιασδήποτε άλλης οργάνωσης με παρεμφερές (λίγο ή πολύ, δεν έχει σημασία) μανιφέστο, αυτοί που την πλήρωναν εν τέλει ήταν οι απλοί χρήστες οι οποίοι μια ωραία πρωία μάθαιναν πως τα στοιχεία που είχαν καταχωρήσει στην τάδε υπηρεσία, βρίσκονταν στα χέρια τρίτων κι έτρεχαν πανικόβλητοι να αλλάζουν κωδικούς και να ακυρώνουν κάρτες.

Το κακό με όλες αυτές τις ομάδες (κακό για τις ίδιες, κακό και για όλους τους υπόλοιπους) είναι η έλλειψη ιεραρχίας. Με δεδομένη την αυξημένη (ίντερνετ γαρ) ανάγκη για ανωνυμία, ελάχιστοι γνωρίζουν ποιοι είναι εκείνοι που δίνουν τις διαταγές, αποφασίζουν για τους στόχους, καθορίζουν τις κινήσεις της ομάδας. Η δύναμη της τελευταίας εξ’ άλλου είναι ο όγκος των μελών της, των στρατιωτών της οθόνης που πρόθυμα συνεισφέρουν με τη δύναμη του υπολογιστή τους στο κοινό συμφέρον (εξ’ ου και οι DDoS επιθέσεις αφού είναι οι μόνες που μπορούν να εκμεταλλευτούν τον αριθμό των «πιστών»). Έτσι λοιπόν, με την κεφαλή παρούσα-απούσα, δεν είναι και δύσκολο για κάποιον να παρεκκλίνει από τον αρχικό στόχο, να πάρει κι άλλους μαζί του κι έτσι να δημιουργήσει ένα κίνημα μέσα στο κίνημα, για τις προθέσεις του οποίου ουδείς εγγυάται.

Ο χακτιβισμός ξεκίνησε ως μία μάλλον ευγενή πτυχή της κυβερνοκουλτούρας. Το σπάσιμο δικτύων και η παραβίαση κάθε μέτρου ασφαλείας προκειμένου οι έμπειροι χάκερ και κράκερ να μπορέσουν να διαμαρτυρηθούν για θέματα πολιτικής φύσης, ήταν σκοπός κατά πολύ ανώτερος εκείνων των ποταπών κυβερνοεγκληματιών που ως στόχο είχαν απλά τους λογαριασμούς ανυποψίαστων χρηστών του διαδικτύου. Οι χακτιβιστές απήλαυσαν τεράστια προβολή από τον Τύπο και τα social media, μια προβολή που έφερε στις πόρτες τους ορδές από νέα μέλη. Μόνο που τα νέα μέλη αυτά δεν αντιλαμβάνονταν ούτε κατ’ ελάχιστο τη φιλοσοφία και τη στάση τους και το χειρότερο, δεν ενδιαφέρονταν καν να τη μάθουν. Ήθελαν απλά να γίνουν σαν κι αυτούς γιατί «έλεγε», γιατί ήταν «κουλ», ήταν «σέξι», είχε «φάση». Και έγιναν. Μόνο που έτσι, καταλύθηκαν τα πάντα κι έμειναν οι πραγματικοί χακτιβιστές να αναρωτιούνται ποιος είναι ποιος.

Κρυμμένοι πίσω από τον μανδύα της ανωνυμίας (μιας ανωνυμίας που οι χακτιβιστές δεν χρησιμοποιούσαν δεδομένα), οι φρέσκοι αυτοί κυβερνοεγκληματίες δεν πολεμούν για κανέναν ευγενή σκοπό, δεν αντιτίθενται σε κανένα σύστημα, δεν έχουν θέσεις για να περάσουν. Τουναντίον, σκορπούν τον χαμό και τον πανικό σε κάθε τους εμφάνιση. Δεν ενδιαφέρονται για τα χρήματα αφού ξέρουν ότι έτσι θα τους εντοπίσουν σε χρόνο dt. Τρέφονται από την καταστροφή που προκαλούν και αρκούνται σε αυτή. Όπως κάθε παρασιτικός οργανισμός.

Πέτρος Κηπουρόπουλος